Ανατολική Μεσόγειος και Μέση Ανατολή αποτελούν έναν ενιαίο γεωστρατηγικό χώρο, συχνά συνδεόμενο και με τα Βαλκάνια.
Μέχρι πρόσφατα η Ανατολική Μεσόγειος ήταν το εμπορικό σταυροδρόμι, με σημαντική γεωστρατηγική σημασία, την τελευταία δεκαετία απέκτησε και υψηλή γεωοικονομική σημασία ‒δυτικό Περσικό το ονομάζουν κάποιοι‒ που περιέπλεξε πιο πολύ τα πράγματα.
Στο τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι νικήτριες δυνάμεις της Αντάντ ‒Γαλλία και Βρετανία‒ μοίρασαν την περιοχή δημιουργώντας κράτη-προτεκτοράτα, πούλησαν τους Άραβες συμμάχους απέναντι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και άφησαν τους Κούρδους χωρίς κρατική οντότητα, αφού μοίρασαν τα εδάφη όπου ζούσαν για χιλιάδες χρόνια στα κράτη που δημιούργησαν.
Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη δημιουργία του Ισραήλ, πρωταγωνιστικό ρόλο στην περιοχή αποκτούν οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ. Με την κατάρρευση της δεύτερης και την προσωρινή μονοκρατορία των ΗΠΑ έχουμε την εποχή της «Νέας Τάξης», που με περίσσια αλαζονεία διακηρύσσει η Ουάσιγκτον.
Την τελευταία δεκαετία η παγκοσμιοποίηση δημιούργησε έναν πολυπολικό κόσμο με κυρίαρχο τον ρόλο της οικονομίας, της τεχνολογίας και του εμπορίου.
Σε περιφερειακό επίπεδο, το Ιράν, η Ρωσία και κυρίως η Τουρκία διεκδικούν να καλύψουν το κενό που αφήνουν οι ΗΠΑ με την εθνική αναδίπλωση του Τραμπ, ενώ η Κίνα ‒είτε με το εμπόριο είτε με τις επενδύσεις σε δημόσιες υποδομές στην ευρύτερη περιοχή από τη Μέση Ανατολή μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα και τα Βαλκάνια και φυσικά με τον «δρόμο του μεταξιού»‒ διεκδικεί σημαντικό γεωπολιτικό και γεωοικονομικό ρόλο στην περιοχή.
Το Ισραήλ, για λόγους ασφαλείας, πέραν της ομπρέλας των ΗΠΑ, δημιουργεί και περιφερειακές συμμαχίες, με έμφαση στην ενέργεια.
Η ΕΕ, με ιστορικά ζωτικά συμφέροντα των χωρών της στην περιοχή, έχει έντονο οικονομικό ενδιαφέρον, όμως μερικά μέλη της, επειδή ανήκουν στην περιοχή, όπως η Ελλάδα και η Κύπρος, έχουν και θέματα ασφαλείας.
Η Τουρκία από τη μια πλευρά νιώθει ότι δεν χωράει στις συνθήκες του προηγούμενου αιώνα και επιδιώκει την αναθεώρησή τους ακόμη και με στρατιωτικές εισβολές, όπως στην Κύπρο και τη Συρία, και από την άλλη νιώθει ανασφάλεια από τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής.
Η πρώτη εκδήλωση της αναθεωρητικής πολιτικής της μέσα από το δόγμα του νεοωθομανισμού απέτυχε και δημιούργησε περισσότερους εχθρούς, με βασικούς το Ισραήλ, αλλά και δύο ισχυρές μουσουλμανικές χώρες, την Αίγυπτο και τη Σαουδική Αραβία.
Ταυτόχρονα, η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ και η γεωοικονομική αναβάθμισή της με τα σημαντικά κοιτάσματα υδρογονανθράκων, αλλά και η περιφερειακή συμμαχία της με την Αίγυπτο και το Ισραήλ κάτω από την ομπρέλα των ΗΠΑ και της ΕΕ, πολλαπλασιάζουν την ανασφάλειά της και προσπαθεί με κάθε τρόπο να τις αναχαιτίσει.
Ο Τραμπ στο αμφίσημο γεωπολιτικό παιχνίδι του, με αιχμή τις εμπορικές συναλλαγές, αφήνει χώρο στη Ρωσία και την Τουρκία, ακόμη και στον διακηρυγμένο εχθρό του το Ιράν, πουλάει συμμάχους όπως οι Κούρδοι, αφήνοντάς τους εκτεθειμένους στη βουλιμία των Τούρκων, του Άσαντ και της Τεχεράνης. Με μόνο στόχο τη μη αποπομπή του από το αξίωμα του προέδρου και τις προεδρικές εκλογές του 2020, ενδιαφέρεται για προσωρινά οικονομικά οφέλη, που θα αντισταθμίσουν τις πολιτικές απώλειες που έχει ακόμη και στους ρεπουμπλικάνους.
Οι Κούρδοι ‒ιστορικός λαός‒ ποτέ δεν απέκτησαν κρατική οντότητα, χρησιμοποιήθηκαν σε θρησκευτικούς και κατακτητικούς πολέμους από τις ισχυρές αυτοκρατορίες της περιοχής και στις αρχές του 20ού αιώνα με τη διάλυση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας από τις αποικιοκρατικές δυνάμεις της εποχής, Γαλλία και Βρετανία.
Οι Κούρδοι χάνουν και πάλι την ευκαιρία να αξιοποιήσουν τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις στην περιοχή και να αποκτήσουν, έστω πρωτόλεια, κρατική οντότητα. Τα προηγούμενα χρόνια την έχασαν ακόμη μια φορά λόγω των εσωτερικών φατριών τους και συγκρούσεων στο ημιαυτόνομο Κουρδικό Ιράκ, όπου πάλι η Τουρκία, με αφορμή την προστασία τουρκικών ομάδων και της εθνικής της ασφάλειας, εισέβαλε στρατιωτικά και διέλυσε ουσιαστικά την κουρδική διοίκηση, γι’ αυτό και δεν ακούμε σήμερα τη φωνή τους στη σφαγή των αδελφών τους στη Συρία.
Ελλάδα και Κύπρος μπορεί να υπογράφουν νέες στρατηγικές συνεργασίες με τη διοίκηση Τραμπ, είναι βέβαιο, όμως, ότι αυτές δεν προσφέρουν άμεση στήριξη στις δύο χώρες απέναντι στην τουρκική παραβατικότητα και την επαπειλούμενη στρατιωτική χρήση της.
Η Τουρκία είναι με το ένα πόδι έξω από το ΝΑΤΟ και μπορεί σύντομα να βγει και με το άλλο.
Νιώθει ότι μπορεί να σταθεί μόνη της στην περιοχή και δεν κινδυνεύει από τη Ρωσία, με την οποία συνδέεται πλέον στρατηγικά σε πολλούς και κρίσιμους τομείς για τις δύο χώρες.
Όσο για τα πυρηνικά, ξέρει ότι κανείς δεν μπορεί να τα χρησιμοποιήσει και φυσικά κατασκευάζει πυρηνικό εργοστάσιο με ρωσική τεχνολογία στα νότια, απέναντι από την Κύπρο, για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και διακηρύσσει ότι αν δεν καταστρέψουν τα πυρηνικά οι χώρες που τα έχουν τότε δικαιούνται να αποκτήσουν όσοι μπορούν.
Οι δηλώσεις, δίπλα στον Έλληνα πρωθυπουργό, του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ, προχθές στου Μαξίμου, ότι το ΝΑΤΟ δεν εμπλέκεται σε νομικές διαφορές μεταξύ των χωρών μελών του, δηλαδή της Ελλάδας και της Τουρκίας, ξεπερνούν και τον Τσάμπερλεϊν λίγο προτού η ναζιστική Γερμανία ξεκινήσει τον καταστροφικό πόλεμο.
Η ελληνική κυβέρνηση είναι άμεσος παραλήπτης αυτής της αμφισημίας των ΗΠΑ και γι’ αυτό κρατά χαμηλούς τόνους απέναντι στην Άγκυρα, για τη στρατιωτική εισβολή της στη Συρία ‒ για «λάθος της Τουρκίας» μιλούσε ο Έλληνας υπΕΞ μέχρι να βγει η ανακοίνωση της ΕΕ, που καταδίκαζε την εισβολή, και να ευθυγραμμιστεί.
Ανάλογα στην Κύπρο ‒και παρότι υπάρχει η καταδίκη της Άγκυρας από την ΕΕ για τις ανακοινώσεις με τις οποίες αμφισβητούσε την κυπριακή ΑΟΖ‒ άργησε να ζητήσει την καταδίκη της εισβολής του Γιαβούζ στο αδειοδοτημένο οικόπεδο 7, σε ΕΝΙ και TOTAL, με αποτέλεσμα να υπάρχουν ακόμη και διαρροές για ενόχληση από τη Λευκωσία.
Ασφαλώς και δεν πρέπει να παρακολουθήσουμε την κλιμάκωση της έντασης από την Άγκυρα, όμως δεν πρέπει να υπάρχει τουλάχιστον η διπλωματική ολιγωρία, γιατί δημιουργεί λάθος ερμηνείες στην Άγκυρα και στους συμμάχους μας, που θα τις βρούμε μπροστά μας.
Η Ελλάδα και η Κύπρος δεν πρέπει να αποδεχτούν τον εκβιασμό της Άγκυρας για να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, όπου το διεθνές δίκαιο θα υποχωρήσει μπροστά στην προβολή ισχύος της Τουρκίας.
Η ενίσχυση των συμμαχιών με Βρυξέλλες και Ουάσιγκτον, η ολοκλήρωση των περιφερειακών συμμαχιών μας, η ανάταξη της οικονομίας, η αναβάθμιση της αμυντικής ισχύος μας, και φυσικά η εθνική συνεννόηση και η κοινωνική συνοχή, είναι οι πέντε πυλώνες των βασικών επιλογών μας.
Στο τέλος της επόμενης δεκαετίας, αν τους πιστέψουμε και τους κατακτήσουμε, μπορούμε από θέση πολύ μεγάλης ισχύος να λύσουμε και τα θέματά μας με την Τουρκία.