Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις οι Συντηρητικοί υπό τον Σεμπάστιαν Κουρτς προηγούνται στις αυστριακές εκλογές. Το σκάνδαλο Ίμπιζα δεν φαίνεται να επηρεάζει το προβάδισμα του Λαϊκού Κόμματος. Αλλά με ποιον θα συγκυβερνήσουν;
Λίγες μέρες πριν τις αυστριακές εκλογές το κοινοβούλιο κήρυξε τη χώρα συμβολικά σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Όχι όμως λόγω κάποιας πολιτικής κρίσης αλλά για την κλιματική αλλαγή. Σε έναν μάλλον βαρετό προεκλογικό αγώνα όλα τα κόμματα – πλην του εθνολαϊκιστικού κόμματος FPÖ που συγκυβερνούσε- θέλησαν έτσι να στείλουν ένα μήνυμα για την προστασία του κλίματος. Άλλωστε το θέμα της κλιματικής αλλαγής τελευταία είναι της μόδας. Βρίσκεται πλέον ψηλά και στην ατζέντα του Σεμπάστιαν Κουρτς. Ο 33χρονος πρώην καγκελάριος, που τον περασμένο Μάιο έχασε την εμπιστοσύνη του αυστριακού κοινοβουλίου, δεν είχε άλλη επιλογή από να μιλήσει και για άλλα θέματα πέρα από το μεταναστευτικό.
Το σίγουρο πάντως είναι ένα: ότι το πολύκροτο σκάνδαλο Ίμπιζα, αναφορικά με αμφιλεγόμενες επαφές του πρώην επικεφαλής του FPÖ Χάιντς Κρίστιαν Στράχε με την κόρη ρώσου ολιγάρχη, δεν επηρέασε σχεδόν καθόλου τον προεκλογικό αγώνα. Το βίντεο με τις επίμαχες αποκαλύψεις ήταν αυτό που οδήγησε και στην πτώση του καγκελάριου Κουρτς, αλλά ούτε κι αυτό φαίνεται να έπληξε τη δημοφιλία του. Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις το Λαϊκό Κόμμα ÖVP υπό τον Κουρτς προηγείται κατά 33 με 35%. Ενδιαφέρον έχει ότι και το FPÖ, παρά το σκάνδαλο, κινείται ακόμη στο 21 με 22% καταγράφοντας μεν απώλειες διεκδικώντας ωστόσο τη δεύτερη θέση, όπως και οι Σοσιαλδημοκράτες.
Νέες κατηγορίες για Στράχε, νέο ίματζ για τον Κουρτς
Την ίδια ώρα στο πολιτικό περιθώριο έχει τεθεί ο Στράχε, ο οποίος κατηγορείται – πέραν του πολύκροτου σκανδάλου – μαζί με τη σύζυγο και τον σωματοφύλακά του και για υπεξαίρεση κομματικών χρημάτων αλλά και για παράνομες δωρεές από ολιγάρχες της Ανατολικής Ευρώπης. Tο FPÖ πάντως συνεχίζει να επιμένει ότι υπάρχουν ακόμη πολλοί ψηφοφόροι που το εμπιστεύονται. Στο μεταξύ από τις απώλειες του FPÖ ενδέχεται να επωφεληθούν οι Πράσινοι, οι οποίοι μετά την αποτυχία του 2017 υπολογίζουν ότι θα ξεπεράσουν το 4% και θα εισέλθουν ξανά στη βουλή.
Από την άλλη πλευρά στο ντιμπέιτ των πολιτικών αρχηγών ο Σεμπάστιαν Κουρτς προσπάθησε να εμφανιστεί με μια ανανεωμένη εικόνα, πιο κοντά στους ανθρώπους της επαρχίας. Εστίασε στον προεκλογικό του αγώνα σε θέματα όπως η ταυτότητα, η πατρίδα, αλλά και στην απομόνωση των ελίτ. Ένας από τα βασικά σλόγκαν της προεκλογικής του εκστρατείας ήταν: «Θέλουμε ξανά τον καγκελάριό μας!». Η Αυστρία φαίνεται να αναζητά έτσι αυτό που ήδη γνωρίζει, δεν θέλει πειραματισμούς. Η αντιπολίτευση βέβαια, και ειδικά οι Σοσιαλδημοκράτες, σχολιάζουν ειρωνικά την αλλαγή εικόνας που προσπαθεί να περάσει ο Κουρτς. Το δε εθλολαϊιστικό FPÖ, που μέχρι πρότινος συγκυβερνούσε με το κόμμα του Κουρτς, υπόσχεται προεκλογικά ότι «δεν θα αφήσει τον Κουρτς να κάνει αριστερή στροφή». Πολλοί θεωρούν ότι το FPÖ με τον τρόπο αυτό διεκδικεί τη συνέχιση της ίδιας συγκυβέρνησης.
Ο επόμενος συνασπισμός θα είναι τελικά ο παλιός;
Ο Σεμπάστιαν Κουρτς προεκλογικά δεν θέλησε να υποσχεθεί σε κανέναν μετεκλογικές συνεργασίες. Σύμφωνα με άτομα από το στενό του περιβάλλον μια συνέχιση του προηγούμενου κυβερνητικού συνασπισμού του πέφτει βαριά. Από την άλλη το να σχηματίσει έναν άλλον, νέο συνασπισμό φαντάζει επίσης δύσκολο. Μεγάλο Συνασπισμό Λαϊκού Κόμματος και Σοσιαλδημοκρατών δεν επιθυμεί καμία πλευρά, ενώ ο Κουρτς θα έβλεπε θετικά μια συγκυβέρνηση με τους Πρασίνους, αν και δύσκολα θα ξεπεράσουν το 8%. Ο ίδιος βέβαια δεν θα έβλεπε αρνητικά ακόμη και μια στροφή προς την κεντροαριστερά, αν ήταν εφικτή η συγκυβέρνηση και με άλλα μικρά κόμματα. Από άποψη πλέον ουσίας και περιεχομένου είναι αλήθεια ότι το κόμμα του Κορτς βρίσκεται βέβαια πιο κοντά με το FPÖ, ειδικά στο θέμα της μετανάστευσης. Η αγάπη για την πατρίδα άλλωστε, η αυστριακή ταυτότητα, είναι δύο έννοιες που χρησιμοποιεί και ο Κουρτς στη ρητορική του. Πάντως για την ώρα όλα τα μετεκλογικά σενάρια είναι ανοιχτά. Κι όπως απάντησε γελώντας ο ίδιος ο Κουρτς στο τηλεοπτικό ντιμπέιτ: «Ας γίνουν πρώτα οι εκλογές και μετά βλέπουμε».
Μπερντ Ρίγκερτ
Επιμέλεια: Δήμητρα Κυρανούδη