Το Κίνημα Αλλαγής έφερε ένα αποτέλεσμα στις εκλογές της 7ης Ιουλίου (8,1%) που ενώ είναι αισθητά βελτιωμένο σε σχέση με αυτό των προηγούμενων βουλευτικών εκλογών, δεν είναι ωστόσο καθόλου ικανοποιητικό (σε συνδυασμό και με το 32% του ΣΥΡΙΖΑ). Το γεγονός αυτό έχει ανοίξει τη συζήτηση γιατί το ΚΙΝΑΛ δεν πήγε καλύτερα. Γιατί δεν κατάφερε να προσελκύσει περισσότερους πολίτες-ψηφοφόρους; Γιατί μόνο 115.787 περισσότεροι πολίτες συγκινήθηκαν και το ψήφισαν; Και γιατί, παρά τα προσδοκώμενα, περισσότεροι ψηφοφόροι κινήθηκαν από το ΚΙΝΑΛ προς τον ΣΥΡΙΖΑ παρά το αντίθετο – από τον ΣΥΡΙΖΑ προς το ΚΙΝΑΛ (μεταξύ ευρωεκλογών και εθνικών εκλογών); Με άλλα λόγια, από το εκλογικό αποτέλεσμα προκύπτουν δύο καίρια συνολικά ερωτήματα: (α) γιατί ψήφισαν συνολικά το ΚΙΝΑΛ μόνο 457.519 πολίτες και (β) τι θα πρέπει να γίνει για να το ψηφίσουν περισσότεροι ώστε να καταστεί κύριος πρωταγωνιστής της πολιτικής σκηνής; Οι απαντήσεις στο πρώτο ερώτημα προσδιορίζουν εν πολλοίς και την απάντηση στο δεύτερο.
Προσπάθησα να δώσω μια απάντηση στο πρώτο ερώτημα πηγαίνοντας πέρα από συγκυριακά γεγονότα και επεισόδια της προεκλογικής περιόδου βασιζόμενος μεταξύ άλλων στην προσωπική μου εμπειρία ως υποψηφίου ευρωβουλευτή του ΚΙΝΑΛ, αυτό δηλαδή που εισέπραξα εγώ από την επαφή μου με τους πολίτες, τα αποτελέσματα ερευνών που έχουν δημοσιευθεί (κυρίως exit polls) αλλά και κάποια (υποτυπώδη) έρευνα που έκανα σε περιορισμένες ομάδες πολιτών (focus groups) θέτοντας σχετικά (προφορικά) ερωτήματα. Η άσκηση αυτή καταλήγει στον εντοπισμό πέντε (5) αλληλοσυμπληρούμενων και αλληλοτροφοδοτούμενων παραγόντων για την εκλογική επίδοση του ΚΙΝΑΛ. Ειδικότερα:
1Αδυναμία παρουσίασης συνεκτικής ταυτότητας. Ο απλός πολίτης-ψηφοφόρος φαίνεται ότι δεν μπορούσε να συλλάβει και να κατανοήσει τι ακριβώς ήταν το ΚΙΝΑΛ, τι αντιπροσωπεύει και τι εκφράζει. Η αδυναμία αυτή αντανακλά μια κρίση ταυτότητας στη δημόσια πρόσληψη του κόμματος. Η φυσιογνωμία του ΚΙΝΑΛ ως «κόμματος της σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας» στην Ελλάδα φαίνεται ότι ελάχιστα πέρασε στον μέσο πολίτη ως κατανοητή πολιτική παράμετρος, παρά το γεγονός ότι η κοινωνική διάσταση τονίστηκε επαρκώς. Αλλωστε η σοσιαλδημοκρατική κουλτούρα στην Ελλάδα δεν είναι παραδοσιακά τόσο ισχυρή ώστε τα κοινωνικά στρώματα να μπορούν εύκολα να συλλάβουν τις σχετικές εννοιολογήσεις.
Από την άλλη μεριά, υπήρχε μια εγγενής σύγχυση ανάμεσα στο ΚΙΝΑΛ και στο ΠαΣοΚ. Οταν ως υποψήφιος ευρωβουλευτής έλεγα ότι εκπροσωπώ το ΚΙΝΑΛ η αντίδραση αρκετές φορές ήταν «δηλαδή το ΠαΣοΚ;». Η σύγχυση αυτή αναποφεύκτως θόλωνε ακόμη περισσότερο την ταυτότητα, τη φυσιογνωμία του κόμματος. Είναι προφανές ότι όταν επικρατεί σύγχυση για την ταυτότητα ενός κόμματος οι εκλογικές του επιδόσεις συρρικνώνονται αποφασιστικά. Ο πολίτης-ψηφοφόρος θέλει να γνωρίζει «τι ακριβώς είναι, τι αντιπροσωπεύει το κόμμα» που ψηφίζει. Ολες σχεδόν οι μελέτες για την εκλογική συμπεριφορά στις ευρωπαϊκές χώρες αυτό πιστοποιούν. Επομένως ένα σύγχρονο κόμμα, ενώ θα πρέπει να είναι πολυσυλλεκτικό – broad church, μια ευρεία εκκλησία που χωράει πολλά δόγματα όπως το ορίζουν στον αγγλοσαξονικό χώρο, δεν μπορεί να είναι χωρίς συγκεκριμένη και ευδιάκριτα προσλαμβανόμενη ταυτότητα, φυσιογνωμία. Κόμμα χωρίς ταυτότητα κατανοητά προσλαμβανόμενη από την κοινωνία δεν μπορεί εύκολα να ευδοκιμήσει.
2Απουσία μιας κεντρικής μεγάλης ιδέας – αιχμής – μηνύματος που να απαντά στο ερώτημα «ως κόμμα τι θέλετε να κάνετε;». Εχει επανειλημμένα επιβεβαιωθεί ότι οι εκλογές δεν κερδίζονται με πολιτικά προγράμματα όσο αναγκαία και καλά επεξεργασμένα κι αν είναι αυτά. Κερδίζονται με ένα πειστικό story, αφήγημα-πολιτικό μύθο που συνοψίζεται σε μια κεντρική μεγάλη ιδέα-αιχμή. Ιδέα που πρέπει να είναι κατανοητή από τον απλό ψηφοφόρο αλλά και ισχυρή ως πολιτικό σύνθημα. Και η οποία θα εκπέμπεται σταθερά και ομοιόμορφα απ’ όλους (η «Αλλαγή» ήταν π.χ. μια τέτοια ιδέα για το ΠαΣοΚ στη δεκαετία του 1980). Το ΚΙΝΑΛ ενώ είχε ένα καλά επεξεργασμένο πρόγραμμα («Πρόγραμμα Ελλάδα»), δεν είχε όμως το συνεκτικά προσλαμβανόμενο ισχυρό αφήγημα και την κεντρική ιδέα για τη σημερινή πραγματικότητα. Είχε πολλές επιμέρους ιδέες αλλά όχι την overarching, την κυρίαρχη ιδέα που να συγκινεί, δημιουργεί συναίσθημα, κινητοποιεί.
3Αδυναμία οικειοποίησης του νέου, μεταρρύθμισης, νέας agenda. Οι εκλογικές έρευνες έδειξαν ότι το ΚΙΝΑΛ ψηφίστηκε σε υψηλότερα σχετικώς ποσοστά από δύο κοινωνικές ομάδες, τους συνταξιούχους και τους αγρότες (γύρω στο 12%). Ενώ άλλες κοινωνικές ομάδες και ιδιαίτερα οι νέοι του γύρισαν την πλάτη (στους νέους τα ποσοστά του βρίσκονται στο απελπιστικό 3% με 4%). Γιατί; Μία απάντηση που προκύπτει από τη δική μου αναζήτηση είναι ότι το ΚΙΝΑΛ δεν μπόρεσε κυρίως στα μάτια των νέων να ταυτισθεί με το νέο, το καινούργιο, τις νέες προκλήσεις και τη νέα agenda θεμάτων, από την κλιματική αλλαγή, τις νέες τεχνολογίες, 4η βιομηχανική επανάσταση, κ.λπ. Να εμφανισθεί και να προσλαμβάνεται πειστικά δηλαδή ως η κατ’ εξοχήν μεταρρυθμιστική πολιτική δύναμη της ελληνικής κοινωνίας με πραγματικά καινοτόμο και προοδευτικό πρόσημο. Για μια σημαντική κατηγορία νέων και ανερχόμενων δυναμικών στρωμάτων το ΚΙΝΑΛ προσλαμβάνεται (αδίκως ίσως) ως να ρέπει προς το παλιό, το χθες, το ξεπερασμένο. Οχι το αύριο. Πολύ λιγότερο το μεθαύριο. Η ανακύκλωση του παρελθόντος, της δεκαετίας του 1980, εμφανώς δεν τους ενδιαφέρει (και γιατί να τους ενδιαφέρει άλλωστε;). Γενικότερα σε μια κατηγορία εκσυγχρονιστικά σκεπτόμενων ψηφοφόρων (π.χ. ψηφοφόροι από το Ποτάμι) η ΝΔ παρά το ΚΙΝΑΛ εμφανίστηκε ως η μεταρρυθμιστική δύναμη (και ψήφισαν ανάλογα).
4Σύγχυση για τη θέση του ΚΙΝΑΛ στο πολιτικό τοπίο μετά τις εκλογές. Μια σειρά από τοποθετήσεις και δηλώσεις πριν από τις εκλογές («κυβέρνηση εθνικής ενότητας», επιδίωξη τρίτης εντολής, παροχή ψήφου ανοχής, κ.ά.) δημιούργησαν σύγχυση για τη θέση και στρατηγική του στο μετεκλογικό πολιτικό σκηνικό, ειδικότερα για τη σχέση του με ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ. Ο πολίτης-ψηφοφόρος δεν είχε μια πλήρως καθαρή ιδέα για το τι ακριβώς θα πράξει το ΚΙΝΑΛ (ιδιαίτερα σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας της ΝΔ). Θα συμπράξει στον σχηματισμό μιας κυβέρνησης συνασπισμού ή όχι και η χώρα θα οδηγηθεί σε νέες εκλογές με απλή αναλογική; Θα συνέπραττε ενδεχομένως με τον ΣΥΡΙΖΑ μετεκλογικά; Για μια σημαντική μερίδα του εκλογικού σώματος η προσλαμβανόμενη ασάφεια λειτούργησε προς την κατεύθυνση της άμεσης μετακίνησης ψηφοφόρων προς τη ΝΔ προκειμένου «να φύγει από την εξουσία ο ΣΥΡΙΖΑ», αίτημα ιδιαίτερα ισχυρό. Από την άλλη, ένα κόμμα που προσλαμβάνεται ως εντοιχισμένο σε διαρκή αντιπολίτευση δεν ψηφίζεται ευρύτερα (ιδιαίτερα από ένα εκλογικό σώμα όπως αυτό της Ελλάδας).
5Πολυφωνία. Η πολυσυλλεκτική φυσιογνωμία ενός κόμματος δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη και πολυφωνία πάνω σε κομβικά στρατηγικά ζητήματα. Δεν σημαίνει ότι «λαλούν πολλά κοκόρια», ότι «άλλα λέει ο ένας, άλλα ο άλλος». Ολα αυτά δημιουργούν σύγχυση, ασάφεια και επιτείνουν την κρίση ταυτότητας. Και αυτό σε πολλές περιπτώσεις συνέβη στο προεκλογικό ΚΙΝΑΛ.
Οι παραπάνω πέντε ερμηνευτικοί λόγοι τού «γιατί μόνο 8,1%» – εάν είναι ορθοί – προσδιορίζουν και τις απαντήσεις για τη μελλοντική κατεύθυνση, στρατηγική, ταυτότητα του κόμματος. Mία μόνο βασική επισήμανση εδώ: ότι καμία επιστροφή στο παρελθόν, καμία αναπαλαίωση δεν πρόκειται να προσθέσει ψηφοφόρους. Αξιοποιώντας και το πλούσιο θετικό κεκτημένο της προοδευτικής δημοκρατικής παράταξης και παράλληλα με την έντονη σοσιαλδημοκρατική διάσταση το ΚΙΝΑΛ θα πρέπει – με ριζοσπαστικό λόγο – να κάνει relance, έφοδο προς το μέλλον, το νέο, το μεταρρυθμιστικό, τις νέες απαιτήσεις και αιτήματα της χώρας, να καταστεί agenda-setter, για να διευρύνει αποφασιστικά το εκλογικό του ακροατήριο με νέα κοινωνικά στρώματα…
Ο κ. Π. Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.