Η έκθεση των ορκωτών λογιστών της Ernst & Young για την εικόνα της ΔΕΗ έρχεται αυτή την εβδομάδα να οριοθετήσει – με την αποτίμηση της χρηματοοικονομικής κατάστασης της επιχείρησης – τις προοπτικές της, με θετικό πρόσημο, παρά τις… τρύπες που υπάρχουν. Οπως υποστήριξε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Κωστής Χατζηδάκης, η έκθεση, η οποία θα δημοσιοποιηθεί την Τρίτη, θα είναι θετική για τη βιωσιμότητα της ΔΕΗ μετά τα μέτρα που εφάρμοσε για την αντιμετώπιση του ταμειακού προβλήματος, αλλά και το σχέδιο αναδιάρθρωσης που συζητεί η κυβέρνηση με τους θεσμούς.
Αν και η βελτιωμένη εικόνα των αριθμητικών στοιχείων που θα καταγράφονται αφήνει χρονικά περιθώρια στον γίγαντα του ηλεκτρισμού να επουλώσει τις πληγές του, απαιτούνται άμεσα πρόσθετα μέτρα και δομικές αλλαγές στην επιχείρηση ώστε να καταφέρει να ξεφύγει από το οικονομικό αδιέξοδο.
Το ταμειακό όφελος
Τα μέτρα για την αναπροσαρμογή των τιμολογίων που ανακοίνωσε η κυβέρνηση θα αρχίσουν να γεμίζουν τα ταμεία της επιχείρησης από τον ερχόμενο Δεκέμβριο με Ιανουάριο, οπότε, σταδιακά, θα εξοφλούνται οι λογαριασμοί των πελατών της, σύμφωνα με τα όσα αναφέρουν κύκλοι της επιχείρησης.
Το ταμειακό όφελος από τα νέα μέτρα έχει εκτιμηθεί από στελέχη της Διοίκησης της επιχείρησης στα 490 εκατ. ευρώ και μαζί με την επιστροφή των 200 εκατ. ευρώ που οφείλει στη ΔΕΗ το Δημόσιο από τις ΥΚΩ (Υπηρεσίες Κοινής Ωφελείας) και την τιτλοποίηση των ανεξόφλητων απαιτήσεων, που πλέον έχει μετατεθεί για το τέλος του έτους, θα μπορούσε να εξασφαλίσει τις αναγκαίες ταμειακές ροές για το επόμενο έτος.
Σε κάθε περίπτωση, η Διοίκηση της ΔΕΗ φαίνεται ότι ξεπερνά τον πρώτο επικίνδυνο κάβο του Σεπτεμβρίου, έχει ωστόσο ακόμη μίλια μπροστά της να διανύσει, καθώς, όπως επισημαίνουν οι ίδιες πηγές, πρέπει να καλυφθεί ταμειακό έλλειμμα (σε 12μηνη πρόβλεψη) 800-900 εκατ. ευρώ, αλλά και να εξυπηρετηθούν αυξημένες δανειακές υποχρεώσεις. Ετσι, επιβάλλεται να προχωρήσει άμεσα στα διαρθρωτικά μέτρα που αφορούν την απολιγνητοποίηση της παραγωγής της, σε πώληση μέρους των δικτύων (ΔΕΔΔΗΕ) και στην κατάργηση των δημοπρασιών ενέργειας ΝΟΜΕ.
Πρώτος κρίσιμος σταθμός, οι διαπραγματεύσεις με την Κομισιόν για τις προοπτικές της επιχείρησης αλλά και γενικότερα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Αλλωστε, οποιαδήποτε κίνηση του κυρίαρχου παίκτη φέρνει ντόμινο εξελίξεων και στους ανεξάρτητους προμηθευτές ρεύματος.
Διμερή συμβόλαια
Η βασική κίνηση, όπως έχει διαμηνύσει η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ, θα είναι η κατάργηση των δημοπρασιών ενέργειας ΝΟΜΕ, οι οποίες επιβλήθηκαν στα χρόνια των μνημονίων ως «εργαλείο» για το άνοιγμα της αγοράς.
Ετσι, η ΔΕΗ μπήκε μέσα για περισσότερα από 600 εκατ. ευρώ καθώς την ανάγκασαν να μπει στο… ρινγκ με δεμένα χέρια, πουλώντας στους ιδιώτες ανταγωνιστές μεγάλες ποσότητες ενέργειας κάτω του κόστους. Οσο για την κατάργηση της προγραμματισμένης δημοπρασίας της 16ης Οκτωβρίου, αν και θεωρείται επιβεβλημένη, ακόμη δεν έχουν γίνει οι απαραίτητες κινήσεις, καθώς αναμένεται έγκριση των Βρυξελλών.
Την ανησυχία της εκφράζει και η Διοίκηση της ΡΑΕ, η οποία σε πρόσφατη επιστολή της προς τον κ. Χατζηδάκη και τον υφυπουργό Ενέργειας κ. Γεράσιμο Θωμά ζητεί ενημέρωση, καθώς εάν δεν υπάρξει νομοθετική πρωτοβουλία οφείλει να προχωρήσει στη διεξαγωγή της δημοπρασίας. Επισημαίνει ωστόσο η Αρχή ότι η νομοθεσία δίνει και τη δυνατότητα αναβολής για τεχνικούς λόγους ή ανωτέρας βίας, με το χρονικό όριο να μην μπορεί να υπερβαίνει την 8η Νοεμβρίου.
Στελέχη του υπουργείου πάντως αναφέρουν στο «Βήμα» ότι δεν θα δοθεί αναβολή, καθώς η τροπολογία είναι έτοιμη και άμεσα θα προωθηθεί προς ψήφιση στη Βουλή. Με την κατάργηση της δημοπρασίας εκτιμάται ότι η ΔΕΗ θα ωφεληθεί περί τα 50 εκατ. ευρώ.
Εναλλακτικά μέτρα
Ωστόσο, το μεσοδιάστημα από την κατάργηση των NOME έως την εφαρμογή του ευρωπαϊκού Μοντέλου Στόχου (target model) τον ερχόμενο Ιούνιο, οπότε θα δημιουργηθεί μια οργανωμένη αγορά, η ΡΑΕ επεξεργάζεται προτάσεις με εναλλακτικά μέτρα για τη μεταβατική περίοδο, ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες των εναλλακτικών προμηθευτών. Σύμφωνα με πληροφορίες, το υπουργείο προσανατολίζεται στην εφαρμογή ενός μοντέλου που θα υποχρεώνει τη ΔΕΗ να συνάπτει προθεσμιακά διμερή συμβόλαια με ιδιώτες προμηθευτές, ίσως και με μεγάλους εμπορικούς πελάτες ή καταναλωτές της μέσης τάσης, σε τιμές χαμηλότερες της χονδρεμπορικής.