Η στροφή στην ενεργειακή πολιτική της Ελλάδας, την οποία σηματοδοτεί η δήλωση του πρωθυπουργού κ. Κυριάκου Μητσοτάκη, ότι όλες τις λιγνιτικές μονάδες της χώρας θα κλείσουν έως το 2028, δημιουργούν άλλον έναν πονοκέφαλο στη Διοίκηση της ΔΕΗ.
Το ερώτημα που την απασχολεί πλέον , όπως και τους ειδικούς της McKinsey & Company που έχουν αναλάβει την εκπόνηση του νέου business plan της εταιρείας, είναι το μέλλον της υπό κατασκευή λιγνιτική μονάδας «Πτολεμαΐδα V», για την οποία έχουν ήδη δαπανηθεί περί το ένα δισ. ευρώ. Η απόφαση δεν είναι διόλου εύκολη καθώς η μετατροπή της σε φυσικού αερίου θα ανεβάσει, έτι περαιτέρω, το κόστος, ενώ προτάσεις για τη λειτουργία της ως μονάδα αποθήκευσης ενέργειας είναι ακόμη ανώριμες.
Σε κάθε περίπτωση, η βιωσιμότητα της μονάδας, ακόμη και πριν τη δέσμευση του πρωθυπουργού από το βήμα της ειδικής Συνδιάσκεψης του ΟΗΕ για το Κλίμα, ήταν αμφίβολη, με δεδομένες τις δυσκολίες έγκρισης από την Κομισιόν, ενός μηχανισμού διασφάλισης ισχύος (πρώην ΑΔΙ) που θα της εξασφάλιζε επιδοτήσεις, καθώς και τις αυξήσεις στις τιμές δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων, οι οποίες έχουν ήδη φτάσει τα 27 ευρώ ανά τόνο. Επίσης, πέρα από τις αναμφισβήτητες αρνητικές επιπτώσεις της καύσης λιγνίτη στη δημόσια υγεία και το περιβάλλον, η πρόοδος των τεχνολογιών ΑΠΕ (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας) σε συνδυασμό με την ευρωπαϊκή περιβαλλοντική νομοθεσία και την ενεργειακή πολιτική της ΕΕ έχουν καταστήσει τον λιγνίτη οικονομικά ασύμφορο τα τελευταία χρόνια.
Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα με τη δέσμευση της κυβέρνησης να βάλει «λουκέτο» στις λιγνιτικές μονάδες εντός της επόμενης οκταετίας, εντάσσεται στην ομάδα των προοδευτικών ευρωπαϊκών χωρών, οι οποίες είτε έχουν ήδη εγκαταλείψει το …κάρβουνο, είτε έχουν δεσμευτεί να το πράξουν ως το 2030. Το 2028 είναι το έτος κατά το οποίο εκπνέουν οι περιβαλλοντικοί όροι όλων των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ. « Πρόκειται για μια ιστορικής σημασίας απόφαση καθώς ο λιγνίτης αποτέλεσε το βασικό καύσιμο του ενεργειακού μας μίγματος για περισσότερο από έξι δεκαετίες. Ταυτόχρονα όμως, από το 1990 ως το 2017 ήταν υπεύθυνος και για το 34% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου της χώρας, ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Συνεπώς, ο λιγνίτης είναι ο βασικός υπαίτιος για το γεγονός ότι η Ελλάδα συγκαταλέγεται ανάμεσα στις χώρες με τις χειρότερες κλιματικές επιδόσεις στην Ευρώπη», αναφέρει ο αναλυτής πολιτικής για το κλίμα και την ενέργεια του GreenTank κ. Νίκος Μάντζαρης,
Σε πρόσφατη έκθεσή του το GreenTank είχε καταδείξει ότι τα τελευταία 3,5 χρόνια η σωρευτική ζημιά από τη λειτουργία των λιγνιτικών μονάδων άγγιξε τα 683 εκατ. ευρώ ενώ αν το λιγνιτικό χαρτοφυλάκιο της ΔΕΗ παρέμενε ως έχει σήμερα, οι ζημιές θα έφταναν τα 1.3 δισ. ευρώ τα επόμενα 3,5 χρόνια.