Μια πολύ σημαντική αγωγή κατατέθηκε σε ομοσπονδιακό δικαστήριο των ΗΠΑ και συγκεκριμένα στο United Stated District Court Southern District of New York.
Η αγωγή κατατέθηκε από το Aegean LitigationTrust, ένα ειδικό καταπίστευμα που διαμορφώθηκε μετά την υπαγωγή της εταιρείας Aegean Marine Petroleum Network (“Aegean”) σε καθεστώς πτώχευσης και το σχέδιο αναδιοργάνωσής της με βάση την προσφορά της εταιρείας Mercuria.
Η αγωγή που κατέθεσε ο διαχειριστής του Aegean Litigation Trust κ. Peter Kravitz στρέφεται κατά τεσσάρων μελών της προηγούμενης διοίκησης της Aegean, του Νικόλα Ταυλάριου, του Πήτερ Γεωργιόπουλου, του Γιάννη Ταυλάριου και του Γιώργου Κονόμου.
Δείτε εδώ όλο το κείμενο της αγωγής
Η αγωγή αυτή διεκδικεί από τους εναγομένους 300 εκατομμύρια δολάρια επειδή με τις πράξεις τους προκάλεσαν «οικονομική καταστροφή» (financial destruction) της Aegean.
Ειδικότερα, κατηγορούνται ότι δεν άσκησαν ορθά τα καθήκοντά τους με αποτέλεσμα ο Δημήτρης Μελισσανίδης να έχει, κατά τη γνώμη των εναγόντων, τη δυνατότητα «να εξαπατήσει την Aegean και να χειραγωγήσει τα οικονομικά της» (σελ. 2).
Η αγωγή υποστηρίζει ότι «ο Μελισσανίδης τελικά καταχράστηκε [misappropriated] πάνω από 300 εκατομμύρια από την Aegean μέχρι το 2018».
Συνέχισε να ελέγχει
Η αγωγή υποστηρίζει ότι ακόμη και όταν ο Δημήτρης Μελισσανίδης παραιτήθηκε από τις διευθυντικές θέσεις που κατείχε στην Aegean στο τέλος του 2006, συνέχισε να ασκεί ουσιαστικό έλεγχο στην εταιρεία, ενώ παραθέτει και τις δικαστικές υποθέσεις που κατά καιρούς είχε με τις ελληνικές αρχές.
Κατά τους ενάγοντες το γεγονός ότι οι εναγόμενοι γνώριζαν τον Μελισσανίδη και το παρελθόν του, θα έπρεπε να τους είχε κάνει να «εξασφαλίσουν την εφαρμογή στην Aegean ρωμαλέων εσωτερικών ελέγχων, μηχανισμών αναφορών και διαδικασιών εποπτείας», πράγμα το οποίο δεν έκαναν.
Καταρχάς η αγωγή υποστηρίζει ότι ο Μελισσανίδης έκανε την Aegean να προσλάβει την Oil Tank Engineering and Consulting Ltd για να προσφέρει συμβουλευτικές υπηρεσίες για την κατασκευή μιας μεγάλης αποθηκευτικής εγκατάσταση στη Φουτζέιρα των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.
Οι ενάγοντες υποστηρίζουν ότι η συγκεκριμένη εταιρεία ήταν υπό τον έλεγχο του Μελισσανίδη.
Δημοσιεύματα στον ξένο Τύπο για την υπόθεση
Ο προϋπολογισμός του έργου ξεπέρασε κατά πολύ τον αρχικό και τελικά ολοκληρώθηκε με συνολικό κόστος 221,9 εκατομμύρια δολάρια, διπλάσιος του αρχικά προϋπολογισθέντος.
Η αγωγή υποστηρίζει ότι τουλάχιστον 68 εκατομμύρια δολάρια διοχετεύτηκαν στην Oil Tank και υποστηρίζει ότι υπάρχουν ενδείξεις ότι άλλα 58 εκατομμύρια μεταφέρθηκαν σε αυτή και σε άλλες «εταιρικές οντότητες του Μελισσανίδη» [other Melissanidis – controlledentities].
Επίσης η αγωγή υποστηρίζει πιθανώς υπήρξαν πληρωμές από την Oil Tank στην ΑΕΚ.
Έπειτα η αγωγή υποστηρίζει ότι ο Μελισσανίδης «συνέχισε να εξαπατά την Aegean με το να στρέφει ποσά [funds] στην Oil Tank».
Εταιρείες – κελύφη
Η αγωγή υποστηρίζει ότι αυτό έγινε μέσα από συμβολαίων της Aegean με εταιρείες-κελύφη (shell entities) τις Abdul Azim Trading FZE, Miami Exports Group LLC, Savina Maritime Ltd., και South Seas Maritime Ltd. Οι ενάγοντες υποστηρίζουν ότι μέσα από τη θυγατρική της Aegean, την Aegean Marine Petroleum SA έγιναν 40 συμβόλαια με αυτές τις εταιρείες, που αφορούσαν την επεξεργασία ναυτιλιακών καυσίμων (fuel oil).
Με βάση αυτά τα συμβόλαια η Aegean μπορούσε να εμφανίζει εισπρακτέα ποσά 200 εκατομμυρίων δολαρίων, όμως οι ενάγοντες υποστηρίζουν ότι αυτό γινόταν με το να προσποιείται η Aegean αυτές τις συναλλαγές (by feigning these transactions) και αυτό γιατί υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχουν τα σχετικά έγγραφα.
Επίσης υποστηρίζουν ότι οι συναλλαγές αφορούν 8,05 εκατομμύρια μετρικούς τόνους το 2016 και 2017 όταν η διακίνηση (throughput) στις εγκαταστάσεις στη Φουτζέιρα ήταν μόλις 1,2 μετρικοί τόνοι.
Παράλληλα, η αγωγή υποστηρίζει ότι «ο Μελισσανίδης χρησιμοποίησε τα 200 εκατομμύρια σε πλασματικά [fake] περιουσιακά στοιχεία της Εταιρείας ως κάλυμμα [cover] για να καταχραστεί [misappropriated] χρήματα της Aegean για τον ίδιο και την οικογένειά του».
Κι αυτό γιατί υποστηρίζουν ότι ακόμη και μετά την κατασκευή της εγκατάστασης στη Φουτζέιρα η Oil Tank συνέχισε να έχει μεταβιβάσεις από την Aegean συνολικού ύψους 186 εκατομμυρίων δολαρίων ανάμεσα στον Ιούνιο του 2015 και τον Ιανουάριο του 2018.
30 εκατ. δολ. χωρίς στοιχεία
Επίσης η αγωγή υποστηρίζει ότι μια άλλη εταιρεία, που ελέγχεται από τον γιο του Μελισσανίδη, τον Γεώργιο Μελισσανίδη, η Grady Properties έλαβε πάνω από 30 εκατομμύρια δολαρίων από την Aegean ανάμεσα στο 2015 και το 2017 «χωρίς να υπάρχουν στοιχεία ότι η Grady Properties προσέφερε ποτέ υπηρεσίες στην Aegean» και μόνο τον Μάιο του 2017 η Grady επέστρεψε 25 εκατομμύρια δολάρια.
Η αγωγή υποστηρίζει ότι το σχέδιο με τα πλασματικά εισπρακτέα (Fake Trade Receivables Scheme) συγκάλυπτε (masked) τις «παράτυπες μεταβιβάσεις μετά την κατασκευή» και επειδή εγγράφονταν ως κέρδη τροποποιούσαν σημαντικά την εικόνα της οικονομικής κατάστασης της εταιρείας.
Η αγωγή στέκεται στο ότι όλα αυτά τα στοιχεία ήρθαν στο φως από την έρευνα της επιτροπής λογιστικού ελέγχου που συγκροτήθηκε το 2018. Όμως, κατά τη γνώμη των εναγόντων όλα αυτά θα έπρεπε να τα ξέρουν οι κατηγορούμενοι και να είχαν δράσει αναλόγως.
Η αγωγή καταλογίζει στους εναγομένους ότι δεν ανέλαβαν δράση για να «αποτρέψουν τον Μελισσανίδη από να ενορχηστρώσει μια επαναγορά του μεριδίου του στην Εταιρεία ως ένα επιπλέον μέσο για να συγκαλύψει το σχέδιο με τα πλασματικά εισπρακτέα».
Στέκονται στο ότι ο Μελισσανίδης πούλησε το μερίδιό του για περίπου 100 εκατομμύρια δολάρια, επισημαίνοντας ότι λίγο μετά η εταιρεία εμφάνισε προβλήματα ρευστότητας ακόμη και πριν όντως πληρώσει για το μερίδιο του Μελισσανίδη.
Τέλος, η αγωγή στέκεται και στο πώς από το 2017 εμφανίστηκαν μέτοχοι που αμφισβήτησαν τις πρακτικές της διοίκησης και ζήτησαν ορθή εποπτεία στην επιχείρηση.
Οταν ανέλαβε δράση
Σύμφωνα με την αγωγή τότε ήταν που «ο Μελισσανίδης ανέλαβε γρήγορη δράση» για να αποτρέψει το ενδεχόμενο τυχόν νέα μέλη της διοίκησης «να αποκάλυπταν τις απάτες του» και η Aegean ανακοίνωσε την πρόθεση να αγοράσει την HEC, μια εταιρεία που κατά την αγωγή ελέγχεται από τον Μελισσανίδη, για 367 εκατομμύρια δολάρια σε μια συναλλαγή που εν μέρει θα γινόταν με ανταλλαγή με μετοχές της Aegean που σύμφωνα με την αγωγή θα έκανε τον Μελισσανίδη να αποκτήσει το 33% των μετοχών της Aegean και άρα να αποκτήσει τον έλεγχο απέναντι στις προσπάθειες της Επιτροπής Επενδυτών.
Στη συνέχεια η αγωγή καταγράφει τα υπόλοιπα γεγονότα που ακολούθησαν την ακύρωση της αγοράς της HEC δηλαδή την αλλαγή στη διοίκηση της εταιρείας, τη συγκρότηση Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου (Audit Committee Investigation) που τον Νοέμβριο του 2018 ανέφερε ότι συνολικά 300 εκατομμύρια δολάρια της εταιρείας υπήρξαν αντικείμενο κατάχρησης και τελικά την υπαγωγή της Εταιρείας στο Κεφάλαιο 11 του Αμερικανικού Πτωχευτικού Κώδικα.
Για τους ενάγοντες τα τέσσερα εναγόμενα μέλη της διοίκησης φέρουν ευθύνη γιατί θα μπορούσαν να είχαν αντιληφθεί εγκαίρως όλα αυτά και να είχαν δράσει για να μη ζημιωθεί η επιχείρηση.
Ο λόγος που αυτή η αγωγή στρέφεται κατά των συγκεκριμένων προσώπων και όχι και κατά του Δημήτρη Μελισσανίδη, υποθέτουμε ότι έχει να κάνει και με το ότι τυπικά αυτός από το τέλος του 2006 δεν ασκούσε τυπικά εκτελεστικά καθήκοντα στη διοίκηση.
Ωστόσο, η αγωγή στηρίζεται στην παραδοχή ότι μπορούσε να επηρεάσει τα πράγματα στην εταιρεία. Σημειώνουμε, εδώ τα ελληνικά δικαστήρια, σε αποφάσεις που αφορούν αγωγές, έχουν αποδεχτεί ως γεγονός την ηγετική θέση του Δημήτρη Μελισσανίδη στην Aegean Marine Petroleum Network Inc.