Τι είναι αυτό που χρησιμοποιώντας μόλις 100, το πολύ 110 διαφορετικά νήματα υφαίνει όλα όσα βλέπουμε ή αγγίζουμε γύρω μας και όσα υπάρχουν εντός μας; Μια μικρή πέτρα, ένα δέντρο, τα πολύχρωμα φτερά των πουλιών, μια σταγόνα αίμα, λίγο θαλασσινό νερό, μια φέτα ψωμί. Το Σύμπαν.
Ποιο είναι το εργαλείο που μας επιτρέπει να φθάσουμε κάτω από την επιφάνεια αυτών των πραγμάτων και να ανακαλύψουμε το πώς είναι φτιαγμένα και από τι;
Μετά από προσπάθειες αιώνων, χάρη στα πειράματα και στις θεωρίες, οι άνθρωποι γνωρίζουν πλέον ότι τα πάντα συντίθενται από τα χημικά στοιχεία που το πλήθος τους δεν είναι άπειρο και τα σύμβολά τους βρίσκονται συγκεντρωμένα όλα μαζί. Ακίνητα και αμίλητα, σε έναν πίνακα κρεμασμένο σχεδόν σε κάθε σχολείο. Και είναι στις υποχρεώσεις του μαθήματος που λέγεται Χημεία να κάνει τους μαθητές να καταλάβουν ότι αυτά τα 100 στοιχεία συνθέτουν ό,τι αποκαλούμε «υλικό κόσμο» ακριβώς όπως οι λίγες νότες μιας κλίμακας μπορούν να δώσουν αναρίθμητα μουσικά κομμάτια.
Επίσης αυτά τα στοιχεία μπορούν να δίνουν συνεχώς νέες ουσίες. Αλλες χρήσιμες και άλλες καταστροφικές. Και για να φθάσουν να τα καταλάβουν όλα αυτά οι μαθητές πρέπει το μάθημα της Χημείας να πάψει να είναι μόνο τα σύμβολα των στοιχείων που αραδιάζει ο εκπαιδευτικός στον επίπεδο πίνακα και οι συνδυασμοί τους. Με απαίτηση για στείρα απομνημόνευση από τους μαθητές και τις μαθήτριες.
Τα δύσκολα θέματα
Στη χώρα όπου τα παράδοξα μπορεί κάποιες φορές να γίνονται δεκτά από την κοινή γνώμη και ως απολύτως λογικά, τον μεγάλο θόρυβο ως προς τα θέματα της Χημείας στις Πανελλαδικές του 2019 τον δημιούργησε ο οργανισμός που εκπροσωπεί τους φροντιστές. Σύμφωνα με την ανακοίνωσή τους: «Οι μαθητές για να ανταποκριθούν πρέπει να έχουν κατανοήσει σε βάθος και τις λεπτομέρειες της θεωρίας. Ιδιαίτερα πολύπλοκα θέματα τόσο ως προς το επιστημονικό τους τμήμα όσο και σε ό,τι αφορά στη διαχείριση του χρόνου».
Η λογική σε περιπτώσεις όπως αυτή των Πανελλαδικών Εξετάσεων λέει ότι όταν έχεις έναν μεγάλο αριθμό υποψηφίων για πολύ λίγες θέσεις (εννοούνται εδώ οι θέσεις για τις πλέον προτιμώμενες σχολές), το «κόσκινο» θα πρέπει να είναι αρκετά λεπτό ώστε να επιτυγχάνεται μια κατανομή αυτών που έγραψαν στις εξετάσεις οπότε όσο πηγαίνουμε προς τις υψηλότερες βαθμολογίες να μικραίνει ο αριθμός τους. Και το κοσκίνισμα αυτό καλούνται να το πραγματοποιήσουν εδώ τα θέματα και η όποια δυσκολία τους.
Τα αποτελέσματα της βαθμολόγησης των γραπτών έδειξαν ότι στη Χημεία παρατηρήθηκε ισοκατανομή υποψηφίων μέχρι το 15 και μετά το 16 (που αντιστοιχεί στις 80 μονάδες περίπου) η κατανομή των υποψηφίων πέφτει από το 6% στο 5%, 3% και τέλος στο 1,4%. Μάλιστα ένα κορίτσι από τη Θεσσαλονίκη, μαθήτρια δημοσίου σχολείου, έδωσε γραπτό που βαθμολογήθηκε ως το απόλυτα τέλειο, δηλαδή πήρε 100. Και για να γίνει κατανοητό ακριβώς το γιατί το σωστό είναι η κατανομή στους υψηλότερους βαθμούς να ακολουθεί αυτήν τη φθίνουσα πορεία, θα πρέπει να αναφερθεί το τι θα γινόταν αν συνέβαινε το ακραία αντίθετο. Να έχουν γράψει δηλαδή όλοι οι υποψήφιοι για 100. Τότε πώς θα διάλεγες τους καλύτερους για την κάθε σχολή;
Οσο για το περιβόητο θέμα της ασπιρίνης, που απαιτούσε κάποια προσοχή και κριτική σκέψη, δεν είναι τίποτε άλλο από την άσκηση 64 του βιβλίου της Γ’ Λυκείου σελ. 189 και μάλιστα στην πιο απλή μορφή της. Μια εφαρμογή της θεωρίας για την επίδραση κοινού ιόντος.
Διαλέγοντας την ίδια στιγμή μια από τον τεράστιο σωρό των απόψεων που να συνοψίζει περίπου τα όσα γράφτηκαν από την πλευρά όσων διδάσκουν υποψηφίους για τις Πανελλαδικές, φροντιστές ή μη, διαβάζουμε ότι: «[Ηταν] ωραία θέματα, στα χνάρια των τελευταίων ετών, με αρκετές ομοιότητες μάλιστα με τα περσινά θέματα σε ορισμένα σημεία, καλύπτουν ευρύ μέρος της ύλης, με ιδιαίτερη ποικιλία. Ομως: είναι απαιτητικά σε πολλά σημεία, με μερικές παγιδούλες, απαιτούν δουλειά από τους υποψηφίους ακόμα και στα απλούστερα των ερωτημάτων, και ως εκ τούτου απαιτούν πολύ γράψιμο. Ορισμένοι μαθητές πάλι θα τρέχουν με το χρονόμετρο αντίπαλο δυστυχώς».
Από τη δική τους πλευρά, όσοι συμμετέχουν στις επιτροπές για τα θέματα των Πανελλαδικών ισχυρίζονται συνήθως ότι: «Σκοπός αυτών των εξετάσεων είναι να αναδειχθούν αυτοί που προσπάθησαν, αυτοί που έχουν αντίληψη, κριτική γνώση και ψυχραιμία. Στον εφετινό διαγωνισμό δόθηκε μεγάλο βάρος στο θέμα της κατανόησης». Και εγώ με τη σειρά μου, ασπάζομαι τη θεωρία πως σε «διαγωνισμούς» όπως είναι αυτός για την κατανομή των υποψηφίων σε σχολές, που τα θέματα είναι κοινά, δεν έχει νόημα να τα χαρακτηρίζεις δύσκολα ή εύκολα. Αλλά αν είχα μπροστά μου κάποιον από την επιτροπή που βάζει τα θέματα θα ήθελα μόνο να τον ρωτήσω αν πιστεύει πως και ένα παιδί σε ένα απομακρυσμένο σημείο της Ελλάδας ή κάποιο που προετοιμάζεται εντελώς μόνο του έχει την ίδια δυνατότητα με το υπάρχον σχολικό πρόγραμμα να αποκτήσει ισότιμα με τα άλλα παιδιά την απαιτούμενη «κριτική γνώση και ψυχραιμία».
Σχολείο και Χημεία
Η σχολική χρονιά 2019-2020 μόλις αρχίζει. Και μέσα στα άλλα και οι παραδόσεις στο μάθημα της Χημείας. Υποτίθεται πως τα περισσότερα σχολεία της χώρας διαθέτουν πλέον εξοπλισμένο εργαστήριο Χημείας. Σε πόσα όμως από αυτά τα σχολεία οι μαθητές και οι μαθήτριες θα δουν να γίνονται μπροστά τους πειράματα; Που θα δίνουν την πραγματική εικόνα μιας αντίδρασης; Εκεί όπου δεν υπάρχουν όπως στον πίνακα της διδασκαλίας ωραία διαχωρισμένα στα αριστερά τα αντιδρώντα σώματα και δεξιά τα προϊόντα της αντίδρασης αλλά είναι όλα μαζί στον δοκιμαστικό σωλήνα; Ή να έχουν την ευκαιρία να κάνουν μέσα στο εργαστήριο έναν στοιχειομετρικό υπολογισμό;
Μιλώντας πριν από λίγες ημέρες με έναν καθηγητή πλέον, σε Οικονομικό Πανεπιστήμιο, μου ομολόγησε πως αν και στις Πανελλαδικές είχε πάρει στη Χημεία πάνω από 19, σήμερα δεν θυμάται το παραμικρό. Και βέβαια δεν είναι ο πρώτος ή ο τελευταίος που του έχει συμβεί κάτι τέτοιο.
Μιλώντας με τον κ. Κωνσταντίνο Μεθενίτη, αναπληρωτή καθηγητή της Ανόργανης Χημείας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ), όπου το προπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών (ΠΠΣ) του Τμήματος Χημείας έχει πιστοποιηθεί σύμφωνα με τις αρχές του Προτύπου Ποιότητας ΠΠΣ της ΑΔΙΠ και τις Αρχές Διασφάλισης Ποιότητας του Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης (ESG 2015) στη μέγιστη κατηγορία (Fully compliant), οι εκπλήξεις διαδέχονται η μία την άλλη σε σχέση με αυτά που λέει: «Χίλιες φορές να μην ήξερε αυτήν τη Χημεία όταν έρχεται σε εμάς ένας φοιτητής». Εννοώντας φυσικά πως τα παιδιά μπαίνοντας στο Τμήμα Χημείας είναι αρκετά απροετοίμαστα για το τι θα αντιμετωπίσουν εκεί σε σχέση με το μάθημα της Χημείας όπως αυτό γινόταν στο σχολείο.
Παρότι η Ελλάδα τις δύο τελευταίες χρονιές στην Ολυμπιάδα της Χημείας απέσπασε τη μία τρία χάλκινα μετάλλια και την άλλη ένα χάλκινο μετάλλιο και εκείνος ήταν ένας από τους «προπονητές» της ομάδας, όπως υπενθυμίζει: «Στους διαγνωστικούς διαγωνισμούς για το επίπεδο διδασκαλίας με το διεθνές πρόγραμμα PISA (Programme for International Student Assessment) μία Εκπαιδευτική Ερευνα που διεξάγεται κάθε τρία χρόνια (από το 2000 έως σήμερα) και που υλοποιείται από διεθνή ερευνητικά ιδρύματα (PISA Consortium) υπό την οργάνωση της Διεύθυνσης Εκπαίδευσης του ΟΟΣΑ (Οργανισμός για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη) και τη συνεργασία των συμμετεχουσών στην Ερευνα χωρών, δεν έχουμε καλά αποτελέσματα».
Οπως είναι γνωστό, κύριος στόχος του Προγράμματος PISA είναι η αξιολόγηση κάθε τρία χρόνια του εύρους των γνώσεων και των δεξιοτήτων των 15χρονων μαθητών που βρίσκονται στο τέλος της υποχρεωτικής τους εκπαίδευσης. Βάσει αυτών διαμορφώνεται, σε σημαντικό βαθμό, η ουσιαστική και ισότιμη συμμετοχή τους στις σύγχρονα δομημένες κοινωνίες ενώ ταυτόχρονα ανιχνεύει όψεις και δυνατότητες της αποτελεσματικότητας των εκπαιδευτικών συστημάτων των χωρών που λαμβάνουν μέρος στην αξιολόγηση.
Σύνδεση με τη ζωή
Η Ελλάδα το 2015 για τις Φυσικές Επιστήμες κατέλαβε την 32η θέση ανάμεσα στις 35 χώρες του ΟΟΣΑ (ενώ το 2006 βρισκόταν στην 28η θέση, αλλά μεταξύ 30 μόνο χωρών) και την 43η συνολικά. Με βάση τα ποιοτικά δεδομένα, οι έλληνες μαθητές βαθμολογήθηκαν με 455 βαθμούς, την ώρα που ο αντίστοιχος μέσος όρος των μαθητών των κρατών-μελών του ΟΟΣΑ ανέρχεται στους 493 βαθμούς.
Κατά τη γνώμη του κ. Μεθενίτη: «Οπως είναι το πρόγραμμα στο σχολείο, οι γνώσεις περί τη Χημεία όχι μόνο δεν αποκτώνται με συστηματικό τρόπο αλλά δεν γίνεται και προσπάθεια σύνδεσης μεταξύ τους. Αντίθετα με ό,τι γίνεται στη Φυσική και στα Μαθηματικά όπου χρησιμοποιούνται πολλές έννοιες πάλι και πάλι. Οπότε και το φροντιστήριο γίνεται μια «βιομηχανία» με αντικείμενο το πώς μπαίνεις στο Πανεπιστήμιο. Στο σχολείο όμως ο πρώτος στόχος θα έπρεπε να είναι η σύνδεση της Χημείας με τη ζωή. Πολλά πράγματα γύρω μας έχουν… χημεία. Από τη φωτοσύνθεση μέχρι τα προϊόντα που χρησιμοποιούμε για να καθαρίζεται η τουαλέτα. Με τις γνώσεις από τη Χημεία θα έπρεπε να μπορεί κάποιος να βγάλει κάποια συμπεράσματα. Γιατί αυτό είναι καλό και γιατί το άλλο είναι κακό; Στο εξωτερικό, στα εκπαιδευτικά ιδρύματα έχουν ξεκάθαρη άποψη για το πόσο η Χημεία συνδέεται με τη ζωή».
Κανονικά το Τμήμα της Χημείας στα ελληνικά πανεπιστήμια θα έπρεπε να είναι από τις πλέον περιζήτητες σχολές. Διότι η Χημεία έχει την ευχέρεια να αναπτυχθεί σε πολλούς κλάδους. Από το τι γίνεται με το περιβάλλον έως την έρευνα για φάρμακα. Για παράδειγμα, μια δειγματοληψία για τη ρύπανση του νερού ή του αέρα μπορεί να την κάνει οποιοσδήποτε έχει περάσει μια σχετική εκπαίδευση για αυτό. Αλλά το επόμενο στάδιο είναι το πώς θα πρέπει να αντιμετωπιστεί αυτή η ρύπανση, και εδώ χρειάζεται ο χημικός.
Γι’ αυτό όπως ισχυρίζονται οι πανεπιστημιακοί πρέπει από το πρώτο εξάμηνο στους φοιτητές τους να ξυπνήσει το ενδιαφέρον για τη Χημεία και να μάθουν να αυτενεργούν. Κάτι που έπρεπε βέβαια να έχει γίνει ήδη από τη στοιχειώδη και τη μέση εκπαίδευση. Αλλά με μία και δύο ώρες Χημείας στο Γυμνάσιο όταν τα Θρησκευτικά έχουν ξεκινήσει από το Δημοτικό (!) πού πας; Και χωρίς να λειτουργούν τα εργαστήρια, αφού όπως λέγεται υπάρχουν οι σχετικοί χώροι, ο εξοπλισμός, τα αντιδραστήρια και οι συμβουλές από τα Εργαστηριακά Κέντρα Φυσικών Επιστημών (ΕΚΦΕ), ακόμη και οι τρεις χώρες που βρέθηκαν πιο πίσω από εμάς στην κατάταξη της PISA θα μας ξεπεράσουν ενώ εμείς θα βαυκαλιζόμαστε από το ότι πήραμε και πέρυσι και εφέτος μετάλλια στην Ολυμπιάδα της Χημείας. Με αλχημείες δεν φτιάχνονται πολίτες που να γνωρίζουν έστω τα στοιχειώδη όταν βρεθούν σε ένα σουπερμάρκετ, σε ένα φαρμακείο ή όταν ακούν στις ειδήσεις για τα προβλήματα στο περιβάλλον.
«Δοκιμή των προγραμμάτων πρώτα στα Πειραματικά»
Οπως είπε στο «Βήμα» η πρόεδρος του Τμήματος Χημείας του ΕΚΠΑ κυρία Χριστιάνα Μητσοπούλου, «τα αναλυτικά προγράμματα που εκπονούνται από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (αντικατέστησε το 2012 το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο), για τα μαθήματα Γυμνασίου-Λυκείου και ιδιαίτερα για αυτό της Χημείας, θα έπρεπε πρώτα να πηγαίνουν στα Πειραματικά Σχολεία και να δοκιμάζονται εκεί διότι αυτός είναι ο ρόλος τους.
Ουσιαστικά πρέπει να τηρούνται δύο κανόνες:
1. Χωρίς δοκιμή σε περιορισμένη κλίμακα, τα σχετικά με το κάθε μάθημα να μην επιβάλλονται σε όλα τα σχολεία της χώρας.
2. Πρέπει ταυτόχρονα να υπάρχει αλληλουχία στη διδασκόμενη ύλη περνώντας από τη μια τάξη στην επόμενη».
Πιο αναλυτικά, εξηγεί ότι το μάθημα της Χημείας πρέπει να ξεκινά από το Γυμνάσιο με βάση την εξής σκέψη: Οι σχετικές έννοιες χρειάζονται χρόνο για να αφομοιωθούν. Η Χημεία δεν είναι ένα μάθημα που όσα μαθαίνεις τη μια χρονιά μπορεί να μην έχουν μεγάλη σχέση με αυτά της προηγούμενης, όπως θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος κάνοντας τη σύγκριση με μαθήματα όπως της Ιστορίας και των Θρησκευτικών. Αρα πηγαίνοντας στην επόμενη τάξη θα χρειαστεί να έχεις πρόχειρα και όλα όσα έχεις μάθει πριν.
Επίσης θεωρεί απαράδεκτο να επεμβαίνουν στον καθορισμό της ύλης ακόμη και να ερωτώνται παράγοντες που βρίσκονται εκτός της σχολικής κοινότητας. Και να προσπαθούν να επιβάλουν, για παράδειγμα, την απαλοιφή από τα σχολικά εγχειρίδια τόσο σημαντικών κεφαλαίων όπως είναι αυτό του χημικού δεσμού ή της ηλεκτρόλυσης! Τη στιγμή ακριβώς που δεν φαίνεται να υπάρχει από την άλλη και κάποια γόνιμη επαφή του Πανεπιστημίου με το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής!
Ετσι, όπως διαπιστώνει, τα τελευταία χρόνια οι πρωτοετείς φοιτητές στο Τμήμα της Χημείας δεν έρχονται σωστά προετοιμασμένοι.