Στη μείωση του εύρους του βραχυπρόθεσμου επιτοκίου κατά 25 μονάδες βάσης προχώρησε για δεύτερη φορά μέσα σε λίγους μήνες η Federal Reserve, σε μια προσπάθεια να προστατέψει την αμερικανική οικονομία από την παγκόσμια οικονομική επιβράδυνση που επιτείνει ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ-Κίνας.
Παρά το γεγονός ότι άφησαν ανοιχτό το ενδεχόμενο για περαιτέρω μειώσεις επιτοκίων, οι αξιωματούχοι της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ εμφανίστηκαν διχασμένοι απέναντι στη σημερινή απόφαση αλλά και στην προοπτική περαιτέρω μειώσεων.
Επτά από τους 10 αξιωματούχους ψήφισαν υπέρ της μείωσης του βραχυπρόθεσμου επιτοκίου στο εύρος του 1,75% – 2%.
Όπως και τον Ιούλιο, δύο αξιωματούχοι διαφοροποιήθηκαν, ψηφίζοντας υπέρ της διατήρησης των επιτοκίων. Πλέον υπάρχει και τρίτη «αποστασία» ενός διοικητή που προτίμησε μια μεγαλύτερη μείωση, της τάξης του 0,5%.
Η διάσταση απόψεων είναι ακόμη πιο αισθητή σε ό,τι αφορά το επόμενο έτος. Σχεδόν οι μισοί αξιωματούχοι προέβλεψαν ότι τα επιτόκια θα έχουν μειωθεί κατά επιπλέον 25 μονάδες βάσης έως τον Δεκέμβριο του 2020, ενώ οι υπόλοιποι μισοί
Ήταν η δεύτερη διαδοχική μείωση των επιτοκίων από την κεντρική τράπεζα που στα τέλη του Ιουλίου είχε κόψει κατά 25 μ.β. τα επιτόκια της.
Σημειώνεται ότι ο αμερικανός πρόεδρος Ντοναλντ Τραμπ έχει επανειλημμένα επικρίνει τη νομισματική πολιτική της Fed, και επιτεθεί και προσωπικά κατά του διοικητή της Fed, υποστηρίζοντας ότι για να βοηθήσει στην τόνωση της αμερικανικής οικονομίας, τα επιτόκια θα πρέπει να μηδενιστούν ή και να λάβουν αρνητικό πρόσημο.
Το σενάριο αρνητικών επιτοκίων – το οποίο ήδη αποτελεί πραγματικότητα σε Ευρώπη και Ιαπωνία – δίνει στους δανειολήπτες πλεονέκτημα έναντι των δανειστών και στην πραγματικότητα σημαίνει φόρο επί των τραπεζικών καταθέσεων.