Σε θρίλερ με άρωμα τρομοκρατίας έχει εξελιχθεί ο στρατιωτικός εξοπλισμός που χάθηκε από την αποθήκη της μονάδας του Πολεμικού Ναυτικού στη Λέρο.
Η βάση του Πολεμικού Ναυτικού στη Λέρο έχει σφραγιστεί από το πρωί, ενώ κλιμάκιο της Αντιτρομοκρατικής βρίσκεται στο νησί.
Οι στρατιωτικές αρχές και η αστυνομία προχωρούν στην αναζήτηση δύο εκτοξευτήρων αντιαρματικών ρουκετών, 22 χειροβομβίδων και αγνώστου αριθμού πολεμικού υλικού (ρουκέτες, εκρηκτικά) που χάθηκαν από την αποθήκη της μονάδας.
Σύμφωνα με πληροφορίες του in.gr, η τελευταία καταγραφή του πολεμικού υλικού φέρεται να έχει γίνει στις 31 Δεκεμβρίου 2018 από τον προηγούμενο διαχειριστή της αποθήκης, χωρίς όμως να έχει επιβεβαιωθεί μέχρι τώρα αν πράγματι υπήρξε πλήρης καταμέτρηση ή τυπική καταγραφή.
Η απώλεια του συγκεκριμένου στρατιωτικού υλικού εντοπίστηκε μετά την αλλαγή διαχειριστή στην Υπηρεσία Ναυτικών Τεχνικών Εγκαταστάσεων Λέρου (ΥΝΤΕΛ)» και παραμένει άγνωστο τι ακριβώς έχει συμβεί.
Η κλοπή πυρομαχικών στο Συκούριο από την 17 Νοέμβρη, 30 χρόνια πριν
Η κλοπή πυρομαχικών θύμισε μια αντίστοιχη υπόθεση αυτήν της κλοπής πολεμικού υλικού από τη στρατιωτική μονάδα στο Συκούριο της Λάρισας. Ηταν από τις μεγαλύτερες «επιχειρήσεις εφοδιασμού» της 17 Νοέμβρη.
Συγκεκριμένα, ήταν Χριστούγεννα του 1989, όταν η πολυμελής ομάδα της «17 Νοέμβρη», αποτελούμενη από τους Χριστόδουλο και Σάββα Ξηρό, Βασίλη Τζωρτζάτο, Κωνσταντίνο Τέλιο, Θωμά Σερίφη, Κωνσταντίνο Καρατσώλη, Ηρακλή Κωστάρη και Δημ. Κουφοντίνα, μετά πολύμηνη παρακολούθηση, εισέβαλαν σε δύο αποθήκες πυρομαχικών στη στρατιωτική μονάδα στο Συκούριο Λάρισας και απέσπασαν με πάσα ευκολία 113 ρουκέτες των 2,36 και 3,5 ιντσών, επτά χιλιάδες φυσίγγια και χειροβομβίδες.
H οργάνωση ανέλαβε εξαρχής την ευθύνη (με προκήρυξη στις 5/2/1990) και χρησιμοποίησε τη λεία της για «δυναμικά» τρομοκρατικά χτυπήματα.
Μεγάλο μέρος των ρουκετών βρέθηκαν από την αστυνομία στις γιάφκες των οδών Δαμάρεως και Πάτμου.
Η ανακοίνωση της Αστυνομίας στις 8 Ιανουαρίου
Η κλοπή του πολεμικού υλικού δημοσιοποιήθηκε στις 8 Ιανουαρίου 1990 με σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Εθνικής Αμυνας.
Ο αριθμός των κλεμμένων ρουκετών ανερχόταν σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση σε 59. Εν τούτοις, η στρατιωτική ηγεσία προσπάθησε με κάθε τρόπο να υποβαθμίσει το θέμα.
Η προκήρυξη της 17Ν
Την κλοπή του πολεμικού υλικού από το Συκούριο ανέλαβε η 17Ν με προκήρυξη που απέστειλε στον Τύπο στις 4.2.1990, με την οποία αναλάμβανε και την κλοπή των μπαζούκας από το Πολεμικό Μουσείο.
«Κομάντος της 17Ν επιτέθηκε σε αποθήκες στρατοπέδου στην περιοχή της Λάρισας δίπλα στο χωριό Συκούριο τη νύχτα της 24 προς 25 Δεκεμβρίου 1989. Οι αποθήκες φυλάγονταν από στρατιώτες και άνδρες της εθνοφυλακής, αλλά δεν αντιλήφθηκαν τίποτε. Συνολικά αφαιρέθηκε μεγάλη ποσότητα από ρουκέτες των 2,36 και 3,5 ιντσών, σφαίρες διαμετρήματος 0,45, 0,38, 0,30, 7,62, χειροβομβίδες, ηλεκτρικούς και μηχανικούς πυροκροτητές και άλλο χρήσιμο υλικό».
Η 17Ν τόνιζε ότι η κλοπή των ρουκετών αναβάθμιζε σημαντικά το οπλοστάσιό της και κατά συνέπεια τις επιχειρησιακές της δυνατότητες. Η προκήρυξη συνοδευόταν από μια φωτογραφία που απεικόνιζε τις ρουκέτες και τα μπαζούκας κάτω από τις φωτογραφίες του Καρλ Μαρξ, του Τσε Γκεβάρα και του Αρη Βελουχιώτη.
Τι έλεγαν οι εφημερίδες
«Μόνο τανκς δεν έκλεψαν ακόμα» έγραφε στο οπισθόφυλλο της 8.1.1990 η «Ελευθεροτυπία», κάνοντας λόγο για «οργανωμένα κυκλώματα που κλέβουν όπλα και πυρομαχικά από τον Στρατό». Μάλιστα τότε δεν υπήρχε ακόμη υπόνοια για 17Ν.
11 χρόνια μετά, το ΓΕΣ «διαφώτισε» το σχέδιο δράσης της 17 Νοέμβρη στο Συκούριο της Λάρισας
Τον τρόπο με τον οποίο έδρασαν τα μέλη της τρομοκρατικής οργάνωσης 17 Νοέμβρη, κατά την κλοπή πολεμικού υλικού από το Συκούριο της Λάρισας τα Χριστούγεννα του 1989, αποκαλύπτει το απόρρητο πόρισμα του ΓΕΣ, το οποίο δημοσιεύεται την Τρίτη 19 Δεκεμβρίου του 2.000 στην εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος.
Σύμφωνα με αυτό, οι τρομοκράτες «εισέβαλαν» τα ξημερώματα του 1989 από ένα σημείο στα νοτιοδυτικά του στρατοπέδου, παραβιάζοντας το συρματόπλεγμα. Προορισμός τους ήταν η αποθήκη πυρομαχικών, όπου φυλάσσονταν οι ρουκέτες, η οποία απείχε σαράντα μέτρα.
Το φυλάκιο που βρισκόταν κοντά στην αποθήκη παρέμενε αφύλακτο τα τελευταία χρόνια. Το παρατηρητήριο της 17 Νοέμβρη, μέσα στο στρατόπεδο, πρέπει να είχε πλήρη έλεγχο μιας άλλης -φυλασσόμενης αυτήν τη φορά – σκοπιάς που βρισκόταν σε απόσταση 300 μέτρων από την αποθήκη.
Όπως προέκυψε από την έρευνα, τα μέλη της οργάνωσης είχαν τη βεβαιότητα ότι τη συγκεκριμένη νύχτα δεν θα γίνονταν περιπολίες στους χώρους δράσης της και ότι μέσα στις αποθήκες δεν θα υπήρχαν άλλα άτομα. Αφαίρεσαν τις ρουκέτες από την αποθήκη, τις μετέφεραν μέχρι το συρματόπλεγμα (απόσταση 40 μέτρων) και κατηφόρισαν στην πλαγιά του βουνού (300 μέτρα), για να φτάσουν στην άκρη ενός αμυγδαλεώνα, όπου τους περίμενε ένα μικρό φορτηγό.
Σύμφωνα με το πόρισμα, οι τρομοκράτες έδρασαν σαν σκυταλοδρόμοι, δηλαδή ένας ήταν μέσα στην αποθήκη, άλλος κουβαλούσε τις ρουκέτες έως το συρματόπλεγμα και από κει μία ομάδα δύο ή τριών ατόμων τις κατέβαζε και τις φόρτωνε στο φορτηγό.
Στο συμπέρασμα του Επιτελείου περιέχονται στοιχεία – φωτιά σχετικά με τη δράση αξιωματικών, υπαξιωματικών και υπαλλήλων του ΓΕΣ που υπηρετούσαν στο στρατόπεδο και φέρονται να εμπλέκονται στην πολύκροτη υπόθεση.
Υπάρχουν, άλλωστε, ενδείξεις ότι οι τρομοκράτες είχαν πρόσβαση σε απόρρητες πληροφορίες για την ακριβή θέση των πυρομαχικών και τη δυνατότητα για ασφαλή διέλευση μέσα στο πιο νευραλγικό σημείο του στρατοπέδου.
Το σκοτεινό σημείο που ζητά απάντηση
H κλοπή του οπλισμού από το στρατόπεδο Συκουρίου είχε χαρακτηρισθεί ως υποδειγματική επιχείρηση της δράσης των τρομοκρατικών οργανώσεων όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Στη δίκη οι αναφορές για την επιχείρηση δεν φώτισαν περισσότερο τις συνθήκες κάτω από τις οποίες οργανώθηκε και εκτελέστηκε.
Πήραν βέβαια μέρος 7 μέλη της που πήγαν στη σωστή αποθήκη με τις ρουκέτες.
Για τον Δ. Κουφοντίνα αυτή η «απαλλοτρίωση» όπως και οι άλλες δεν ήταν παρά «πράξεις ένοπλη προπαγάνδας» και βέβαια δεν έδωσε καμία λεπτομέρεια.
Όπως είπε στην απολογία του, «η 17Ν όταν μπήκε στο Τμήμα του
Βύρωνα για να πάρει όπλα, στο Πολεμικό Μουσείο για να πάρει μπαζούκας, στο στρατόπεδο του Συκουρίου για να πάρει πολεμοφόδια και όλα αυτά χωρίς να ανοίξει μύτη, έκανε πράξεις ένοπλης προπαγάνδας.
Έδειχνε επιπλέον ότι δεν ήταν ετεροκίνητη, ότι βασιζόταν στις δικές της δυνάμεις, για να βρει τα απαραίτητα υλικά για τον αγώνα».
H ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων στις αρχές του ’90, όταν αποκαλύφθηκε η κλοπή από το Συκούριο, είχε διατάξει ΕΔΕ που είχε καταλήξει σε ένα βασικό συμπέρασμα: καταλόγιζε σημαντικές ευθύνες σε συγκεκριμένο αξιωματικό.
Το πόρισμα δεν αξιοποιήθηκε ποτέ σύμφωνα με άρθρο των «Νέων» του 2003 Οι στρατιωτικές αρχές δεν εξέδωσαν ποτέ ούτε μία ανακοίνωση σχετικά με τη δικαστική διερεύνηση των ευθυνών που καταλόγιζε το πόρισμα.