Έχει γίνει θεσμός πλέον τα εγκαίνια της ΔΕΘ κάθε χρόνο να συνοδεύονται από πρωθυπουργικές εξαγγελίες, αλλά και προσδοκίες για κάθε είδους παροχές. Συνήθως η άνοδος του πρωθυπουργού και φυσικά σύσσωμου του υπουργικού συμβουλίου σηματοδοτούσε την έναρξη του νέου πολιτικού κύκλου και οι παρεμβάσεις που γινόταν προδιέγραφαν την οικονομική πολιτική της νέας χρονιάς.

Ανάλογες προσδοκίες για νέες παροχές ή φορολογικές ελαφρύνσεις έχουν αρχίσει να καλλιεργούνται ήδη ενόψει των παρεμβάσεων του κ.Μητσοτάκη το επόμενο Σαββατοκύριακο. Αν και από το μέγαρο Μαξίμου κρατούν κλειστά τα χαρτιά τους, οι ενδείξεις που υπάρχουν οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το βάρος των πρωθυπουργικών ανακοινώσεων θα πέσει στην ανάπτυξη και όχι στις παροχές.

Εξέλιξη απολύτως  λογική καθώς στους δύο αυτούς μήνες της νέας κυβερνητικής θητείας έχουν εξαγγελθεί μια σειρά μέτρα που δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια για αλόγιστες υποσχέσεις. Από την ώρα μάλιστα που δηλώνεται προς όλες τις κατευθύνσεις ότι βασικός στόχος είναι να πιαστεί φέτος, αλλά και του χρόνου, ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5%, τα  δημοσιονομικά περιθώρια είναι εξαιρετικά στενά.

Με δεδομένο ότι η μείωση του ΕΝΦΙΑ υλοποιήθηκε όπως διαπίστωσαν όλοι όσοι είδαν τα εκκαθαριστικά τους, με κόστος άνω των 500 εκατ. ευρώ, σε συνδυασμό με τις παροχές τελευταίας στιγμής της προηγούμενης κυβέρνησης, οι δημοσιονομικές δυνατότητες είναι περιορισμένες.

Άλλωστε αυτό προέχει αυτή τη στιγμή είναι να αξιοποιηθεί το νέο πολιτικό περιβάλλον για να δοθεί μια ισχυρή αναπτυξιακή ώθηση στην οικονομία. Για αυτό και ο νέος αναπτυξιακός νόμος που θα κατατεθεί στη Βουλή τις επόμενες μέρες, με πληθώρα όπως φαίνεται ευνοϊκών διατάξεων για προσέλκυση επενδύσεων, αλλά και περιστολή των γραφειοκρατικών αγκυλώσεων φαίνεται ότι θα βρεθεί στο επίκεντρο της  πρωθυπουργικής ομιλίας.

Παράλληλα και οι όποιες φορολογικές αλλαγές ,που σε μεγάλο βαθμό έχουν ήδη εξαγγελθεί αλλά δεν έχουν νομοθετηθεί ακόμα,κυρίως προς αυτήν την κατεύθυνση στοχεύουν.Η αναθέρμανση  για παράδειγμα της οικοδομικής δραστηριότητας με φοροαπαλλαγές ή αναστολές φόρων καθώς και οι μειώσεις συντελεστών για επιχειρήσεις πρωτίστως στην ανάπτυξη στοχεύουν και δευτερευόντως στην ανακούφιση  των φορολογουμένων.

Προφανώς η υπερφορολόγηση εξακολουθεί να είναι δυσβάστακτη για μεγάλες κατηγορίες πολιτών, ιδιαίτερα εργαζόμενων μισθωτών. Η πρόκληση όμως για τη νέα κυβέρνηση είναι να συμβάλλει στη δημιουργία ενός ισχυρού  αναπτυξιακού σοκ που και στη δημιουργία νέων θέσεων θα συμβάλλει και τα δημοσιονομικά έσοδα θα τονώσει, ώστε ο στόχος της ουσιαστικής μείωσης των φόρων να είναι και ρεαλιστικός και εφικτός.

ΤΟ ΒΗΜΑ