Η προσπάθεια του Αλέξη Τσίπρα να μετασχηματίσει τον ΣΥΡΙΖΑ και να δημιουργήσει ένα κόμμα στα μέτρα του αποδεικνύεται ότι δεν θα είναι μια τόσο απλή υπόθεση. Οχι επειδή κάποιος θα αμφισβητήσει την ηγεσία του ή την πρωτοκαθεδρία του, αλλά κυρίως για δύο άλλους λόγους.
Αφενός, από τη συζήτηση απουσιάζει το πολιτικό περιεχόμενο. Αυτά που εξετάζονται αφορούν οργανωτικά ζητήματα, εγγραφές μελών, μετακινήσεις προσώπων από κάποιες θέσεις σε κάποιες άλλες και διάφορα άλλα θέματα κομματικής γραφειοκρατίας.
Αφετέρου, ο ΣΥΡΙΖΑ αυτήν τη στιγμή δεν είναι φορέας κάποιας προσδοκίας για τη διακυβέρνηση της χώρας. Αντιθέτως, αναζητεί μέθοδο και μπούσουλα για τον τρόπο με τον οποίο θα ασκήσει την αντιπολίτευση. Είναι χαρακτηριστική η επισήμανση κορυφαίου κοινοβουλευτικού στελέχους του κόμματος: «Εχουμε μπροστά μας τέσσερα χρόνια, θα τα συζητήσουμε και θα τα βρούμε όλα».
Στα κομματικά γραφεία ήδη έχει εκδηλωθεί μια αγωνία για το τι είναι πλέον αυτό το κόμμα έπειτα από τεσσεράμισι χρόνια στην κυβέρνηση και πώς θα πορευτεί αφότου έχασε τις προσβάσεις του στα δίκτυα της εξουσίας.
Η αναζήτηση πολιτικής ταυτότητας εκφράζεται είτε με κάπως νεφελώδεις προσδιορισμούς, όπως η «ριζοσπαστική αριστερή σοσιαλδημοκρατία» (Αλ. Φλαμπουράρης), είτε με διάφορες δήθεν νεωτερικές διαδικασίες… ψηφιακής μετεξέλιξης του κόμματος σε eΣΥΡΙΖΑ, όπως συζητήθηκε και αποφασίστηκε στην πρόσφατη συνεδρίαση της ΠΓ.
Ακολουθώντας την «πράσινη» μόδα
Σύμφωνα με πληροφορίες και όπως ήδη διαφαίνεται αλλά και επιβεβαιώνεται από στελέχη της Κουμουνδούρου, η αναζήτηση ταυτότητας έχει ήδη καταλήξει σε μια απόφαση. Μπροστά σε ένα διαφαινόμενο πολιτικό αδιέξοδο και καθώς οι έννοιες της Αριστεράς, Σοσιαλδημοκρατίας, Κεντροαριστεράς κ.λπ. έχουν θολώσει, έχει αποφασιστεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα ρίξει μεγάλο βάρος των προσπαθειών του στην οικολογία και στην «πράσινη» ταυτότητα.
Μέχρι στιγμής αυτό έχει φανεί με τις αρκετά άτσαλες και σπασμωδικές προσπάθειες των στελεχών του να μιλήσουν π.χ. για την καταστροφή στον Αμαζόνιο. Σε αυτό το πλαίσιο ο κ. Τσίπρας έκανε την προηγούμενη εβδομάδα μια πρωτοφανώς μακροσκελή ανάρτηση, ενώ ανακοινώσεις οικολογικού περιεχομένου εκδίδονται σχεδόν καθημερινώς από την Κουμουνδούρου.
Η σύλληψη του «πράσινου» ΣΥΡΙΖΑ ήλθε σχεδόν νομοτελειακά, καθώς η οικολογία είναι ένα πεδίο το οποίο προσφέρεται για δυναμική αντιπολίτευση (ακόμη και ακτιβιστικού χαρακτήρα), έστω και αν χρησιμοποιείται ως επίφαση. Την ίδια στιγμή είναι ένα ρεύμα το οποίο είναι της μόδας στην Ευρώπη, όπου τα οικολογικά κόμματα βρίσκονται σχεδόν παντού σε ανοδική τροχιά.
Ωστόσο, η βάπτιση στα «πράσινα» νερά ούτε αρκεί ως πολιτική πλατφόρμα για τον Αλέξη Τσίπρα, ούτε και εγγυάται την πολιτική επιτυχία. Είναι όμως μια διέξοδος για ένα κόμμα το οποίο, προς το παρόν, κατατρύχεται από τις μνήμες για τα πεπραγμένα της διακυβέρνησής του και μια βάση γύρω από την οποία μπορούν να συγκεντρωθούν πολλά πρόσωπα και ετερόκλητες πολιτικές ομάδες.
Γιατί «κάηκε» η εκλογή από τη βάση
Οσο θα συντελείται η οικολογική στροφή του Αλέξη Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ, οι σχεδιασμοί και οι διαδικασίες για την οργανωτική ανασυγκρότηση θα είναι σε εξέλιξη. Ηδη όμως τα πρώτα σημάδια για τα προβλήματα τα οποία θα συναντήσει ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχουν διαφανεί, με αποτέλεσμα την αλλαγή πορείας.
Χαρακτηριστική ήταν η στροφή 180 μοιρών στο θέμα της εκλογής προέδρου από τη βάση, η οποία βρισκόταν στο μυαλό του κ. Τσίπρα. Επειτα από πολλές παρασκηνιακές και δημόσιες ενστάσεις ο ίδιος ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ αναγκάστηκε την προηγούμενη εβδομάδα να δηλώσει στη συνεδρίαση της ΠΓ: «Σε ό,τι με αφορά, δεν αισθάνομαι ότι χρειάζομαι καμία εκλογή για να αποκτήσω κύρος ηγεσίας. Εχουμε κερδίσει υπό την ηγεσία μου τρεις εκλογές, ένα δημοψήφισμα και στις εκλογές που χάσαμε ο ΣΥΡΙΖΑ ψηφίστηκε από τον έναν στους τρεις ψηφοφόρους».
Πέραν του ότι η δήλωση φανερώνει μια προσωπική ανάγκη αυτοεπιβεβαίωσης του κ. Τσίπρα, η αιτία για τη ματαίωση του σχεδίου εκλογής από τη βάση είναι άλλη και πολύ διαφορετική. Ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα έχει επισήμως περί τα 30.000 εγγεγραμμένα μέλη. Κατά τις φιλόδοξες διακηρύξεις της ηγεσίας του, έως το συνέδριο υπάρχει ο στόχος της εγγραφής δεκάδων χιλιάδων νέων μελών, ώστε αυτά να φτάσουν τις 180.000 ή το 10% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ.
Κατέστη σαφές στους τελευταίους ορόφους της Κουμουνδούρου ότι ακόμη και αν οι στόχοι αυτοί επιτυγχάνονταν, η νομιμοποιητική βάση του κ. Τσίπρα σε μια διαδικασία εκλογής, όπου θα προσέρχονταν π.χ. 150.000 μέλη, θα ήταν εξαιρετικά ασθενής.
Ως εκ τούτου, η σκέψη εγκαταλείφθηκε μέχρι νεωτέρας και ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ θα επανεκλεγεί από το συνέδριο του 2020.
Παραμένει το θέμα του γραμματέα
Οι επόμενοι τρεις μήνες αντιμετωπίζονται ως μεταβατική περίοδος από την ηγεσία, τους βουλευτές και τα κομματικά στελέχη. Επειτα από ένα διάστημα κατά το οποίο επιβεβαιώθηκε ότι πίσω από τις κουρτίνες σοβεί μια σκληρή εσωκομματική κόντρα, με βολές κατά του γραμματέα Πάνου Σκουρλέτη από το περιβάλλον του Νίκου Παππά και άλλους, επιχειρείται πλέον να πέσουν οι τόνοι.
Παρά ταύτα, αυτό δεν σημαίνει ότι για τον κ. Τσίπρα δεν υφίσταται ζήτημα αλλαγής γραμματέα της ΚΕ και τοποθέτησης ενός προσώπου ελεγχόμενου από τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, με τις μεθοδεύσεις και τις διαρροές των προηγούμενων εβδομάδων απλώς άνοιξε η σχετική συζήτηση. Η διαδικασία, ούτως ή άλλως, θα ολοκληρωθεί στο συνέδριο, όπου ο κ. Σκουρλέτης εκτός συγκλονιστικού απροόπτου θα αντικατασταθεί.
Εως τότε θα επιχειρηθεί μία αντιστοίχιση της εκπροσώπησης στα όργανα του ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως στην ΠΓ με την πολιτική σύνθεση της Προοδευτικής Συμμαχίας (ΔΗΜΑΡ, ανέντακτα πρώην στελέχη του ΠαΣοΚ κ.λπ.). Κατά τα αναμενόμενα, στην ΠΓ θα τοποθετηθούν από τον κ. Τσίπρα και στελέχη εκτός ΣΥΡΙΖΑ. Μια αντίστοιχη διαδικασία θα ακολουθηθεί και στην ΚΕ, η οποία θα διευρυνθεί με τη συμμετοχή στελεχών της Προοδευτικής Συμμαχίας.