Στο άρθρο μου που δημοσιεύθηκε στο «ΒΗΜΑ» στις 11 Αυγούστου με τίτλο «Η Ελλάδα είναι ένα κρυπτο-αποικιακό κράτος;» χρησιμοποίησα μια ιδέα του φιλοσόφου Karl Popper – ότι η δυνατότητα διάψευσης, ή ο εμπειρικός έλεγχος γενικά, είναι σημαντικός για την αξιοπιστία ενός ισχυρισμού ή μιας θεωρίας -, για να κάνω κριτική στη διαδεδομένη θέση ότι η Ελλάδα είναι κρυπτο-αποικιακή χώρα. Εστίασα στα επιχειρήματα που έχει αναπτύξει για αυτή τη θέση ο Michael Herzfeld ο οποίος, στην απάντησή του στο «Βήμα» στις 18 Αυγούστου, θέλησε να υπογραμμίσει πως δεν είναι ένας από τους πιο διακεκριμένους υποστηρικτές της, όπως έγραφα εγώ στο κείμενό μου, αλλά ο εισηγητής της.
Ποια ήταν η βασική κριτική μου; Οτι όπως υποστηρίζεται η θέση αυτή από τον Michael Herzfeld δεν είναι διαψεύσιμη. Είναι κακό να μην μπορεί μια θεωρία, μια υπόθεση ή μια θέση να αποδειχθεί ψευδής; Ναι, κατά τον Πόπερ, είναι κακό διότι δείχνει ότι η θεωρία ή η υπόθεση αυτή δεν μπορεί να ελεγχθεί εμπειρικά, οπότε, μάλλον, υποστηρίζεται δογματικά. Τι απαντάει σε αυτή την κριτική ο Michael Herzfeld; Λέει ότι δεν διατυπώνει μια θεωρία αλλά χρησιμοποιεί ένα πρότυπο, το πρότυπο της κρυπτο-αποικίας, ως ευρετικό εργαλείο («ευριστικό» το χαρακτηρίζει ο ίδιος) «το οποίο θα μπορούσε να μας βοηθήσει να ανιχνεύσουμε πιο συνειδητά την επίδραση της αποικιοκρατίας εκεί που οι φορείς αρνούνται να την αναγνωρίσουν». Με την απάντησή του ο Michael Herzfeld αποδέχεται, εν μέρει, την κριτική. Αν η θέση του αντιμετωπιστεί ως θεωρία, πράγματι δεν περνάει το τεστ του Popper. Αλλά δεν είναι, λέει, θεωρία. H έννοια της κρυπτο-αποικίας, υποστηρίζει, είναι ένα πρότυπο.
Αλλά τι σημαίνει πρότυπο; Το πρότυπο είναι ένας ιδεατός τύπος, ένα μοντέλο, με τη βοήθεια του οποίου προσπαθούμε να περιγράψουμε την πραγματικότητα διατυπώνοντας υποθέσεις τις οποίες στη συνέχεια ελέγχουμε, διορθώνοντας, εάν χρειαστεί, και το μοντέλο. Εάν το πρότυπό μας δεν χρησιμοποιείται κατ’ αυτόν τον τρόπο, να δέχεται δηλαδή τον αντίλογο, τότε δικαιούται κανείς να αναρωτηθεί μήπως γίνεται ιδεολογική και δογματική χρήση. Κάτι σαν, θέλω να βλέπω την Ελλάδα μέσα από τον κρυπτο-αποικιακό φακό όσες αντιρρήσεις κι αν φέρετε. Μάλιστα, τις αντιρρήσεις σας τις μεταχειρίζομαι με τρόπο που επιβεβαιώνουν το μοντέλο μου.
Επίσης, το γεγονός ότι χρησιμοποιείται ένα πρότυπο, δεν αναιρεί το ότι διατυπώνονται εμπειρικές προτάσεις. Ο ίδιος, άλλωστε, αναφέρεται στον εμπειρικό χαρακτήρα των ισχυρισμών του. Και όπως είναι γνωστό, το κριτήριο της διαψευσιμότητας δεν εφαρμόζεται μόνο σε θεωρίες. Εφαρμόζεται και σε μεμονωμένες προτάσεις και σε περιγραφές τις οποίες επίσης αντιδιαστέλλει ο Michael Herzfeld προς τις θεωρίες. Αν, πάλι, ο Michael Herzfeld δεν θέλει οι προτάσεις του να κρίνονται για το κατά πόσον είναι αληθείς ή ψευδείς, θα πρέπει να μας πει ποια άλλα κριτήρια χρησιμοποιεί για να κρίνεται ποια περιγραφή είναι πιο ικανοποιητική. Γιατί να προτιμήσουμε το πρότυπο της κρυπτο-αποικίας για την Ελλάδα και όχι κάποιο άλλο πρότυπο;
Εδώ θα μπορούσαν να τελειώσουν η απάντηση και η ανταπάντηση. Αλλά ο Michael Herzfeld αφιερώνει το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του κειμένου του σε άλλα θέματα, κυρίως δικές του εικασίες.
Μου καταλογίζει, κατ’ αρχάς, ότι «δεν προσαρμόζ[ω]» το κριτήριο της διαψευσιμότητας στο δικό μου κείμενο. (Υποθέτω εννοεί ότι δεν το εφαρμόζω, διότι δεν θα είχε νόημα να προσαρμόσω ένα ανεξάρτητο κριτήριο στις δικές μου αξιώσεις.) Αλλά εγώ, πολύ περισσότερο από τον Michael Herzfeld, δεν είχα λόγο να διατυπώσω κάποια θεωρία. Εκανα απλώς κριτική στη θέση του. Δεν είμαι υποχρεωμένη να διατυπώνω τη δική μου θεωρία όταν κάνω κριτική. Αλλωστε, δεν είμαι κοινωνική επιστήμονας ώστε να διατυπώνω θεωρίες που θα ελέγχονται με το κριτήριο της διαψευσιμότητας. Αν ήθελα ποτέ να διατυπώσω κάποια θεωρία, θα ήταν φιλοσοφική, και σε αυτές δεν εφαρμόζεται το κριτήριο της διαψευσιμότητας.
Ομως, τη θεωρία που δεν διατυπώνω εγώ, τη διατυπώνει ο Michael Herzfeld για μένα και μου την αποδίδει. Μάλιστα, κατά παράβαση κάθε δεοντολογίας, μου αποδίδει και σχόλια τρίτων που διάβασε στα κοινωνικά δίκτυα! Ποια είναι αυτή η θεωρία; Οτι ενώ παρουσιάζω τη συμφωνία του ΣΥΡΙΖΑ με τη θέση του Herzfeld περί αποικίας ως συνωμοτικό σχεδιασμό μεταξύ τους, χωρίς μάλιστα να προσκομίζω τεκμήρια, στην πραγματικότητα ο συνωμότης είμαι εγώ, που ως φιλελεύθερη και αντιπρόσωπος του φιλοδυτικού συντηρητικού κατεστημένου είναι στις πολιτικές μου προθέσεις να τους συνδέσω. Με αποκάλυψε! Αλλά τίποτε απ’ όλα αυτά δεν συμβαίνει. Δεν ισχυρίστηκα ποτέ ότι συνωμότησαν με τον ΣΥΡΙΖΑ. Σημείωσα απλώς τη συμφωνία του ΣΥΡΙΖΑ με τη θέση του, που ήταν άλλωστε και ο λόγος που ασχολήθηκα με το θέμα. Δεν έκανα κριτική στο έργο ενός ακαδημαϊκού εκτός του δικού μου ακαδημαϊκού αντικειμένου και μάλιστα σε εφημερίδα, αλλά επέκρινα μια διαδεδομένη θέση στον δημόσιο χώρο όπως αυτή υποστηρίζεται από έναν διακεκριμένο πανεπιστημιακό καθηγητή. Αντί, δηλαδή, να ασχοληθώ με όσα λένε ο Αλ. Τσίπρας και ο Ν. Φίλης περί της Ελλάδας ως αποικίας, ασχολήθηκα με κάτι που θεωρούσα, κατά τεκμήριο, πιο σοβαρό. Τις δε θεωρίες συνωμοσίας τις ανέφερα ως αναντίλεκτο παράδειγμα αδιάψευστης θεωρίας. Θα μπορούσα να αναφέρω κάποιο άλλο, πιο αμφιλεγόμενο (π.χ., τον Μαρξισμό, κατά τον Popper).
Για τους προσωπικούς χαρακτηρισμούς, λυπάμαι που γίνονται και μάλιστα με τόσο αυθαίρετο τρόπο. Είναι προφανές ότι ο κ. Herzfeld δεν με γνωρίζει ούτε προσωπικά ούτε από τα κείμενά μου. Αλλιώς θα ήξερε ότι δεν δηλώνω φιλελεύθερη και ότι σε αρκετά θέματα, φιλοσοφικά αλλά και του δημόσιου χώρου, οι θέσεις μου απέχουν από αυτές του φιλελευθερισμού (παρότι εκτιμώ και σέβομαι πολλές φιλελεύθερες αρχές). Εντάσσεται κι αυτό στον μανιχαϊστικό τρόπο αντίληψης των πραγμάτων που ισοπεδώνει και εξαφανίζει διακρίσεις σε μια λογική εχθρών και φίλων. Οσο για το φιλοδυτικό συντηρητικό κατεστημένο, είμαι υπερήφανη που στο επαίσχυντο δημοψήφισμα του 2015 που ο κ. Herzfeld υμνούσε σε κείμενό του το 2016 ως πράξη αντίστασης εναντίον της αποικιοκρατίας, εγώ υπερασπίστηκα μαζί με άλλους το συμφέρον της Ελλάδας ως ανεξάρτητης ευρωπαϊκής χώρας αντί να συντάσσομαι με αδίστακτους λαϊκιστές και καιροσκόπους που με τις ιδεοληψίες τους έφεραν τη χώρα στο χείλος του γκρεμού.
Στο ίδιο κείμενο, όπως και στην απάντησή του στο «Βήμα», αντιπαραβάλλει τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον πρεσβύτερο, τον οποίο εξαίρει για τη συμβολή του στην εμπέδωση της δημοκρατίας, με σύγχρονους φιλελεύθερους που προσπαθούν, κατά τον Michael Herzfeld, «να ξαναβυθίσουν την Ελλάδα στην κρυπτο-αποικιοκρατία». Από τη διατύπωση αυτή θα υπέθετε κανείς ότι ως κράτος έχουμε αποφύγει την κρυπτο-αποικιοκρατία. Αλλά αμέσως μετά μαθαίνουμε ότι «πραγματικοί φορείς της κρυπτο-αποικιοκρατίας» είναι οι φιλοδυτικοί φιλελεύθεροι που «επιδιώκουν να την κρύψουν». Αρα, δεν την έχουμε αποφύγει, υπάρχει και κρύβεται. Τι από τα δύο ισχύει; Και είναι δυνατόν να αντιπαραβάλλεται στους φιλοδυτικούς Ελληνες ο πολιτικός που διακήρυξε σε όλους τους τόνους ότι «ανήκομεν εις την Δύσιν»; Πώς δεν θεωρήθηκε και αυτή η δήλωση σύμπτωμα υποδούλωσης στην κρυπτο-αποικιοκρατία; Ισως γιατί ο Michael Herzfeld θεωρεί πως ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, μπορεί να μη συμμεριζόταν τις απόψεις του Τσίπρα, αλλά «θα επικροτούσε την πολιτική ελευθερία που οι πολιτικές του νίκες [του Τσίπρα, στο δημοψήφισμα και τις δύο βουλευτικές εκλογές] επέδειξαν». Δηλαδή Κωνσταντίνος Καραμανλής και Τσίπρας στο ίδιο μετερίζι του αγώνα εναντίον της κρυπτο-αποικιοκρατίας! Αναρωτιέται ο Michael Herzfeld πού είδα τον οριενταλισμό στην εξιστόρηση για την ουρά των ταξί στο αεροδρόμιο. Μα στην αλαζονεία του επαΐοντος ξένου παρατηρητή που υποτιμά τη γνώμη των «γηγενών» για την κατάστασή τους και θυμάται με κάποια περιφρόνηση τις μικροκαμωμένες ηλικιωμένες κυρίες που σπρώχνονταν και χτυπούσαν με τις τσάντες τους. Επίσης, δεν υπάρχει πουθενά στο κείμενό μου η λέξη «περιπλανούμενος» (ούτε «περιπλανώμενος» ούτε «παραπλανημένος») που θεωρεί ότι άδικα του αποδίδω, ενώ το μόνο που θα πω για την αναλογία που επιχειρεί μεταξύ όσων λέω με χουντικά συνθήματα είναι: κρίμα!
Η κυρία Βάσω Κιντή είναι καθηγήτρια Φιλοσοφίας, ΕΚΠΑ.