Ποια είναι η δίκαιη ποινή για τον φόνο ενός δεκαπεντάχρονου; Υπάρχει; Σε αυτό το ερώτημα τα κράτη δικαίου πασχίζουν να απαντήσουν με ένα σύστημα ποινών που λαμβάνει υπ’ όψιν, όπως σε όλα τα αδικήματα, εκτός από το έγκλημα, την προσωπικότητα του κατηγορουμένου και όλες τις περιστάσεις τέλεσης του αδικήματος.
Φαίνεται όμως ότι για τον θάνατο κάθε παιδιού, από όπλο μάλιστα αστυνομικού, καμιά ποινή δεν εκλαμβάνεται από την κοινωνία ως επαρκής. Η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου δημιούργησε συλλογικό τραύμα που βιώνεται ακόμα ως τέτοιο, ήταν δε ένα γεγονός που άλλαξε την πολιτική και κοινωνική κατάσταση στη χώρα. Το δικαστήριο, τόσο στον πρώτο, όσο και στον δεύτερο βαθμό όπως μαθαίνουμε, καταδίκασε τον Επαμεινώνδα Κορκονέα για ανθρωποκτονία με άμεσο, όχι ενδεχόμενο δόλο. Με αυτά τα δεδομένα είναι αναμενόμενες οι αντιδράσεις στην απόφαση που, αναγνωρίζοντας το ελαφρυντικό του «πρότερου σύννομου βίου», «έσπασε τα ισόβια» και οδήγησε στην αποφυλάκιση του δράστη ύστερα από 11 χρόνια.
Για να αναγνωριστεί όμως ελαφρυντικό σε έναν αστυνομικό, για να τιμωρηθεί επιεικέστερα δηλαδή, δεν θα έπρεπε να αρκεί το λευκό, πριν από τη δολοφονία με το υπηρεσιακό του περίστροφο, ποινικό του μητρώο. Ο νέος Ποινικός Κώδικας δεν λέει ότι οι ποινές που θεσπίζει επιβάλλονται μόνο σε όσους έχουν εγκληματήσει παραπάνω από μία φορά. Ας εμπιστευτούμε τη Δικαιοσύνη, εν τέλει τον Αρειο Πάγο, που θα πρέπει να κληθεί να δώσει την ορθή ερμηνεία των διατάξεων, να προβαίνει σε εξατομικευμένες αξιολογήσεις, μέσα σε ένα πλαίσιο κανόνων. Αυτή είναι η πολύ δύσκολη αποστολή της, για την οποία και η ίδια κρίνεται.
Οσο κι αν το φιλελεύθερο ποινικό δίκαιο επιβάλλει τη δίκαιη αντιμετώπιση κάθε εγκληματία, η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν υποθέσεις στις οποίες οι σταθμίσεις είναι εξαιρετικά ευαίσθητες. Είναι, βέβαια, αναγκαίο να περιμένουμε τη δημοσίευση της αιτιολογίας της δικαστικής απόφασης για να την κρίνουμε. Μέχρι τότε, ένα μίνιμουμ ψυχραιμίας και ορθού λόγου δεν πρέπει να χαθεί. Ας μην εργαλειοποιηθεί και αυτό το ζήτημα σε μια γενικευμένη αντιπαράθεση για τον νέο Ποινικό Κώδικα, που συχνά εκφεύγει των ορίων μιας θεμιτής και με νομικά επιχειρήματα τεκμηριωμένης κριτικής. Ο Κώδικας είναι καρπός της πολυετούς επεξεργασίας, υπό πολλές διαφορετικές κυβερνήσεις, από διαφορετικές νομοπαρασκευαστικές επιτροπές δικαστών, εισαγγελέων, καθηγητών και δικηγόρων, ποικίλων ιδεολογικοπολιτικών αποχρώσεων και δογματικών καταβολών. Δεν είναι οι πλάκες του Μωυσή, επιλογές του αμφισβητούνται, τυχόν αστοχίες μπορούν να διορθωθούν. Αλλά όχι με όρους επικοινωνιακούς, με τον συχνά στρεβλό τρόπο που παρουσιάζονται στον δημόσιο λόγο τα νομικά ζητήματα σε δίκες μεγάλου ενδιαφέροντος.
Σε κάθε περίπτωση, σε επίπεδο αρχών, μια ποινή ισόβιας κάθειρξης στην Ελλάδα (αλλά και σε όλες σχεδόν τις δικαιοκρατούμενες χώρες) δεν συνεπάγεται τον εγκλεισμό έως τον θάνατο υπό το κράτος είτε του παλιού είτε του νέου Ποινικού Κώδικα. Και ορθώς. Κράτος δικαίου σημαίνει σεβασμός στη ζωή αλλά και στον κάθε άνθρωπο, ακόμα και στον φονιά. Που πληρώνει, όσο πληρώνει, με την απώλεια της ελευθερίας του και τις συνακόλουθες συνέπειες. Ποτέ βέβαια μια ποινή δεν «ξεπληρώνει» τη ζωή που εκείνος αφαίρεσε. Το κράτος δικαίου όμως τιμωρεί, δεν εκδικείται, δεν μετατρέπει από υποκείμενο δικαιωμάτων σε αντικείμενο κανέναν άνθρωπο εξουδετερώνοντάς τον οριστικά και αμετάκλητα. Το ποινικό δίκαιο επιδιώκει την κοινωνική ειρήνευση και την προασπίζει. Τολμά ωστόσο να εμπιστευτεί τη δυνατότητα αλλαγής του καταδίκου μετά την τιμωρία. Κάποια στιγμή, όπως άλλωστε προβλεπόταν και με τον παλιό Ποινικό Κώδικα, αποφυλακίζονται οι καταδικασθέντες ακόμα και για τα βαρύτερα κακουργήματα, εφόσον κρίνεται αρμοδίως ότι δεν συνιστούν πλέον απειλή και έχουν εκτίσει νομίμως την ποινή τους.
Τέλος, έχει ειπωθεί για την Αστυνομία ότι η άσκηση της εξουσίας της είναι, υπερβολικά συχνά, συνώνυμη της κατάχρησης. Η νέα πολιτική ηγεσία της υποσχέθηκε ότι θα κάνει τα πάντα ώστε να μην ξαναζήσουμε, «ποτέ πια», καταστάσεις που τραυμάτισαν τη χώρα. Μία από αυτές θα έπρεπε να είναι και ο θάνατος παιδιού από σφαίρα αστυνομικού.
Ο κ. Γιάννης Φ. Ιωαννίδης είναι δικηγόρος, πρόεδρος της Ελληνικής Ενωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.