Η επαναφορά (αναίρεση της κατάργησης) του λεγόμενου «πανεπιστημιακού ασύλου», απότοκη ιδεολογικών εμμονών υπουργών παιδείας που προηγήθηκαν, υπήρξε σφάλμα της κυβέρνησης Τσίπρα, τόσο από πρακτική όσο και από πολιτική άποψη.
Από πρακτική άποψη, έδωσε το τελειωτικό χτύπημα στα πανεπιστήμια σε ό,τι αφορά το αίσθημα της ασφάλειας διδασκόντων και διδασκομένων, ενώ κάθε άλλο παρά διασφάλισε την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών στους χώρους εκείνους. Συχνά, μάλιστα, η ελευθερία της έκφρασης καταργήθηκε στην πράξη από βίαιες παρεμβάσεις οργανωμένων ομάδων «διαφωνούντων»…
Από διαφορετική σκοπιά, η επαναφορά του ασύλου ελάχιστη πολιτική πίστωση πρόσφερε στην προηγούμενη κυβέρνηση, αφού η ίδια η κοινωνία – πλην ελαχίστων ιδεολογικά εμμονικών – δεν φάνηκε να «αγκαλιάζει» αυτή την επιλογή. Πώς θα μπορούσε, άλλωστε, όταν τόσοι και τόσοι γονείς έχουν παιδιά που σπουδάζουν σε ελληνικά πανεπιστήμια τα οποία αφέθηκαν να μετατραπούν σε άντρα βίας και ανομίας;
Ο Αλέξης Τσίπρας, λοιπόν, έχει μπροστά του μία μοναδική ευκαιρία γενναίας πολιτικής υπέρβασης που θα μπορούσε να αποδειχθεί κίνηση «ματ» για την διαμόρφωση ενός ανανεωμένου και εκσυγχρονισμένου κεντροαριστερού προφίλ του κόμματός του: Ας αποδεσμεύσει τα μέλη της κοινοβουλευτικής του ομάδας από την υποχρέωση συντεταγμένης στάσης στο ζήτημα του ασύλου, και ας επιτρέψει (ενθαρρύνει!) ψήφο κατά συνείδηση στην επικείμενη ψηφοφορία στη Βουλή.
Όχι μόνο θα αποδείξει έτσι ότι έχει το θάρρος της (έμμεσης, έστω) αναγνώρισης ενός πολιτικού λάθους, αλλά και θα σηματοδοτήσει μία αλλαγή φιλοσοφίας στο κόμμα του, από τον παρωχημένο ιδεοληπτικό δογματισμό στον ευέλικτο πολιτικό πραγματισμό που απαιτεί η εποχή.
Ένα είναι βέβαιο: Για να εξελιχθεί πολιτικά ο Αλέξης Τσίπρας θα πρέπει πρώτα να αναμετρηθεί με τον ίδιο τον παλιό του εαυτό. Αν θέλει να αρχίσει πάλι να πείθει την κοινωνία για την ειλικρίνεια των προθέσεών του, θα χρειαστεί να θυσιάσει το δόγμα «τα έκανα όλα σωστά» προς όφελος της έμπρακτης δέσμευσης «ξέρω να ακούω και μπορώ να αναθεωρώ». Για χάρη της πολύπαθης Παιδείας, τουλάχιστον…