Ο κοινά αποδεκτός όρος της διαφθοράς είναι η «κατάχρηση εξουσίας που έχει ανατεθεί σε κάποιον, με στόχο την ανάληψη εξουσίας». Η διαφθορά αποδυναμώνει τις ηθικές αξίες, διαβρώνει τη λειτουργία, το κύρος των δημοκρατικών θεσμών και υπονομεύει την οικονομική ανάπτυξη. Είναι έγκλημα που προβλέπεται και τιμωρείται από την ποινική νομοθεσία.
Η διαφθορά στη χώρα μας είναι διάχυτη. Διαπερνά το σύνολο της θεσμικής μας λειτουργίας. «Ευδοκιμεί» και στον χώρο της δικαιοσύνης. Διεφθαρμένος δικαστής δεν είναι μόνον ο δωρολήπτης δικαστής. Είναι και εκείνος που δεν εφαρμόζει τους νόμους, που δεν υπακούει στους κανόνες της αμεροληψίας, που συμμετέχει σε παραδικαστικά κυκλώματα. Είναι εκείνος που δέχεται επιρροές για να διεκδικήσει προαγωγές ή μια τοποθέτηση, μετά τη συνταξιοδότησή του, σε ανεξάρτητες αρχές. Είναι και εκείνος που διατηρεί στενές σχέσεις εξάρτησης με πολιτικά κόμματα ή επιχειρηματικά συμφέροντα. Η γνωστή υπόθεση Novartis είναι ένα διεθνές οικονομικό σκάνδαλο δωροδοκιών και εκμαυλισμού στελεχών του συστήματος υγείας, με πλοκάμια και στην Ελλάδα. Αποκλειστικό έργο της δικαιοσύνης είναι η σε βάθος διερεύνηση της υπόθεσης και η τιμωρία των εμπλεκομένων. Αυτό δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα. Η ανακριτική διαδικασία της υπόθεσης προχωρεί με ρυθμούς «χελώνας» και με «διαφάνεια». Σε αντίθεση με τις επιταγές της νομοθεσίας που επιτάσσει ότι οι ποινικές προδικασίες πρέπει να είναι μυστικές και ότι τα εγκλήματα αυτής της μορφής πρέπει να ερευνώνται και να εκδικάζονται κατά προτεραιότητα, σε σύντομο χρόνο. Οι δικαστικοί λειτουργοί, οι χειριστές της υπόθεσης, δεν ανταποκρίνονται επαρκώς στο έργο τους. Δεν τηρούν το γράμμα και το πνεύμα του νόμου. Με λάθη και παραλείψεις τους φαίνεται ότι ενεργούν σύμφωνα με τις επιλογές της προηγούμενης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, για πολιτική εκμετάλλευση της υπόθεσης. Τα γεγονότα των ωμών κυβερνητικών παρεμβάσεων είναι γνωστά. Για το πολιτικό σκέλος της σκευωρίας της υπόθεσης έχει ανακοινωθεί ότι θα δοθεί συνέχεια στην κοινοβουλευτική διαδικασία και σε μια νέα αμερόληπτη δικαστική έρευνα για την απόδοση ευθυνών στους σκευωρούς. Στόχος πρέπει να είναι η αποκατάσταση της αλήθειας και του κύρους των κοινοβουλευτικών θεσμών. Εξω από λογικές ρεβανσισμού και συμψηφισμών.
Ως μείζον θεσμικό ζήτημα θεωρώ όμως τη δικαστική διαφθορά. Τη μη απόδοση ευθυνών στους δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς που δεν τηρούν τους νόμους, που δεν υπηρετούν την αρχή της δικαστικής αμεροληψίας, που δέχονται επιρροές, που διαμορφώνουν σχέσεις εξάρτησης με πολιτικά κόμματα. Νοσηρά φαινόμενα αυτής της μορφής παρουσιάστηκαν και κατά τη δικαστική διαχείριση της υπόθεσης Novartis. Με ευθύνη της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου αρχειοθετήθηκαν ακόμη και πρωτοφανείς καταγγελίες εισαγγελικών λειτουργών όχι μόνον για ωμές παρεμβάσεις στο έργο τους, αλλά και με αλληλοκατηγορίες μεταξύ τους. Η εισαγγελέας διαφθοράς κατά τη διαχείριση της συγκεκριμένης υπόθεσης δεν τήρησε βασικούς δικονομικούς κανόνες, εκτός του ότι κατά το στάδιο των ποινικών προδικασιών ενημέρωνε τηλεφωνικά τον πρώην αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης Δ. Παπαγγελόπουλο, σύμφωνα με δική του ομολογία. Συγκεκριμένες καταγγελίες κατά υπουργού, «του γνωστού αγνώστου ως Ρασπούτιν», δεν διαβιβάστηκαν για έρευνα στη Βουλή. Οι παρανομίες, οι αντιθεσμικές λειτουργίες και οι ανεπίτρεπτες παρεμβάσεις των συγκεκριμένων δικαστικών λειτουργών δεν πρέπει να μείνουν στις διαπιστώσεις.
Η νέα ηγεσία του Αρείου Πάγου οφείλει να προχωρήσει σε αντικειμενική έρευνα και την απόδοση ευθυνών. Είναι το ελάχιστο χρέος της. Το ζήτημα όμως της δικαστικής διαφθοράς δεν αφορά μόνο τη συγκεκριμένη υπόθεση. Είναι ευρύτερο, χρόνιο και υπαρκτό. Είναι ο λόγος που η ηγεσία του Αρείου Πάγου πρέπει να αναδείξει το ζήτημα της αυτοκάθαρσης στον χώρο της δικαιοσύνης ως την πρώτη της προτεραιότητα. Το έργο είναι δύσκολο, είναι όμως αποκλειστικής ευθύνης της ίδιας της δικαιοσύνης και αναζητεί την άμεση αντιμετώπισή του. Το νομικό οπλοστάσιο υπάρχει και είναι πλήρες. Το μεγάλο ζητούμενο είναι η πραγματική βούληση των ηγεσιών και των συλλογικών εκφράσεων των ίδιων των δικαστών για ουσιαστική κάθαρση στον χώρο. Ανάλογες προσπάθειες στο παρελθόν δεν τελεσφόρησαν γιατί επικράτησε η επιλογή «του κουκουλώματος» της συναδελφικής αλληλεγγύης. Οφείλουν να γνωρίζουν οι δικαστικές ηγεσίες ότι η βλάβη που προκαλείται στην κοινωνία και τη συνολική θεσμική μας λειτουργία από τα φαινόμενα της δικαστικής διαφθοράς είναι πιο σοβαρή και επικίνδυνη από τα φαινόμενα της πολιτικής διαφθοράς. Η διεφθαρμένη δικαιοσύνη σηματοδοτεί ότι είναι διεφθαρμένο το σύνολο των θεσμικών εκφράσεων της πολιτείας.
Ο κ. Μιλτιάδης Ηλ. Παπαϊωάννου είναι δικηγόρος και πρώην υπουργός Δικαιοσύνης.