Πριν από δύο εβδομάδες οι Ελληνες προσήλθαν στις κάλπες προκειμένου να αναδείξουν νέα κυβέρνηση. Αντιμετώπισαν κατά βάση δύο επιλογές. Εκείνη του πρώην πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα που υποσχόταν συνέχιση της ίδιας πορείας με συντηρητικά, λελογισμένα βήµατα ώστε η χώρα να εξέλθει της κρίσης χωρίς άλλες κοινωνικές ανατροπές, µε την κοινωνία όρθια όπως χαρακτηριστικά έλεγε.
Και εκείνη του Κυριάκου Μητσοτάκη που προέκρινε πιο δυναµικές πολιτικές µε µεταρρυθµιστική ορµή ώστε να επιταχυνθεί η διαδικασία εξόδου από την κρίση και να διαµορφωθούν συνθήκες ταχείας ανάπτυξης.
Οι εκλογείς απέρριψαν τη σχεδόν συντηρητική και µίζερη πρώτη και επέλεξαν τη δεύτερη θεωρώντας ότι έπειτα από δέκα χρόνια κρίσης δεν υπάρχει χρόνος για αναµονές και οπισθοχωρήσεις.
Ο νέος πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είναι αλήθεια ότι ήταν καλά προετοιµασµένος, είχε επιµεληθεί τoυ νέου σχήµατος, είχε επίσης εγκαίρως επιλέξει τους συνεργάτες του και είχε συγκροτήσει από νωρίς ένα µεικτό σχήµα διακυβέρνησης αποτελούµενο από πολιτικά και τεχνοκρατικά στελέχη.
Η ανακοίνωση και η συµπλήρωσή του στη συνέχεια µε τους γενικούς γραµµατείς προκάλεσε σε πολλούς έκπληξη και σε άλλους αµηχανία. Σε ορισµένες περιπτώσεις τα επιλεγέντα πρόσωπα δεν ταίριαζαν µε τον οξύ προεκλογικό λόγο, ούτε µπορούσαν εύκολα να δικαιολογηθούν στο παθιασµένο κοινό του κυβερνώντος κόµµατος. Ωστόσο όπως δικαιολογήθηκαν οι υπεύθυνοι, υπηρετούσαν τις ανάγκες της νέας διακυβέρνησης, η οποία οφείλει να ενσωµατώνει και δυνάµεις άλλες, όχι κατ’ ανάγκην αµιγώς κοµµατικές.
Αλλά δεν ήταν οι µόνες αντιδράσεις.
Καταχωρήθηκαν και άλλες στα πεδία της πολιτικής. Για παράδειγµα, φανερώθηκε τώρα πόσο ανεδαφικές ήταν οι προσδοκίες για ταχεία αλλαγή της οικονοµικής πολιτικής, επιβεβαιώνοντας εκείνους που επέµεναν ότι χωρίς συµφωνία µε τους δανειστές και τους εταίρους και χωρίς ικανοποίηση των δεσµεύσεων που έχει αναλάβει η χώρα δεν µπορούν να υπάρξουν ανατροπές στο εκπηγάζον από τις συµφωνίες σχήµα οικονοµικής πολιτικής. Οπως και δεν είναι ευχερής η ταχεία σε δύο εβδοµάδες άρση των όποιων εµποδίων για το ξεµπλοκάρισµα µεγάλων επενδύσεων.
Δεν χωρεί αµφιβολία ότι ο προεκλογικός λόγος είναι αφαιρετικός και απέχει αρκετά από την πραγµατικότητα. Και επίσης όλοι αποδέχονται ότι οι δύο πρώτες εβδοµάδες δεν είναι αρκετές προκειµένου να εξαχθούν συµπεράσµατα. Παρά ταύτα µπορεί να πει κανείς ότι το κλίµα είναι θετικό για αυτήν και οι προσδοκίες υψηλές τόσο εδώ όσο και στο εξωτερικό.
Η νέα κυβέρνηση είναι αλήθεια πως έχει περιορισµένο χρόνο ανοχής στη διάθεσή της και άπαντες γνωρίζουν ότι οι πολίτες αδηµονούν, θέλουν να δουν αποτελέσµατα και τις υποσχέσεις να ικανοποιούνται. Ωστόσο ακόµη είµαστε στην αρχή. Είναι ενδεικτικό ότι ακόµη και η αξιωµατική αντιπολίτευση αποφεύγει τις πολλές κρίσεις, δείχνει ανοχή και επιφύλαξη, περιµένει να δει και να τοποθετηθεί στη συνέχεια.
Η κυβέρνηση οφείλει τώρα να ξεδιπλώσει το σχέδιό της, να εκθέσει σε κοινή θέα το πρόγραµµά της, να το θέσει γρήγορα σε εφαρµογή και έτσι να µετρηθεί στον χρόνο τόσο για τις επιδόσεις της όσο και για την αλήθεια των επιλογών της.
Οι προγραµµατικές δηλώσεις προσφέρουν αυτή τη δυνατότητα και ευκαιρία. Και στη συνέχεια να αρχίσει συστηµατικά και οργανωµένα η παραγωγή έργου. Από αυτό θα κριθεί κατά βάση η κυβέρνηση, από την ορθότητα των επιλογών της και τα πεπραγµένα της. Και ο Τύπος είναι επίσης εδώ για να παρατηρεί, να εντοπίζει τα κακώς κείµενα, να επισηµαίνει τις ανακολουθίες και να απαιτεί εξηγήσεις και διορθώσεις.
Κοινώς, έχει χρόνο στη διάθεσή της και ανοχή επίσης. Απλώς δεν είναι άπλετος και η ανοχή φέρει ηµεροµηνία λήξεως.