Στις εκλογικές αναμετρήσεις συνήθως τα πάθη παροξύνονται και οι εντάσεις περισσεύουν, όπως και οι ιδεολογικές αντιπαραθέσεις.
Στην πρόσφατη δική μας η μια πλευρά κατήγγελλε τον νεοφιλελευθερισμό και τον άκρατο καπιταλισμό και η άλλη απέδιδε τους αντιπάλους της ως αρχαίους αντικαπιταλιστές που αρνούνται την εξέλιξη του κόσμου.
Οπως γράφει ο γάλλος διανοητής Πασκάλ Μπρικνέρ στο τελευταίο του βιβλίο που φέρει τον τίτλο «Η σοφία του χρήματος», η αγορά εμφανίζεται ως η θαυματουργή λύση σε ατομικές και συλλογικές απαιτήσεις, παρεμβαίνει σε λεπτές ανθρώπινες δραστηριότητες παρουσιάζοντας τον εαυτό της ως σύμμαχο των πιο παιδιάστικων επιθυμιών μας, πείθοντάς μας ότι δεν πρέπει να παραιτηθούμε από καμία.
Και ακόμη, ότι «η αγορά παρεμβαίνει, σε τελική ανάλυση, όταν η διαδικασία λήψης των αποφάσεων, η συναίνεση ή οι εκλογές αποτυγχάνουν να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες των ατόμων». Για να προσθέσει αμέσως μετά ότι «σε παγκόσμιο επίπεδο, οι δημοκρατίες βιώνουν εδώ και έναν αιώνα μείωση των απογοητεύσεων και διεύρυνση της σφαίρας των ελευθεριών». Αλλά αυτή η διεύρυνση, επιμένει, δεν μπορεί να είναι απεριόριστη χωρίς να προκαλεί αναρχία και αποσύνθεση.
Στον αντίποδα, στους κύκλους του αντικαπιταλισμού, ο καπιταλισμός και η αγορά αναγνωρίζονται ως άλλοι δαίμονες, παίζουν ρόλο αντίστοιχο με εκείνον που έπαιζε ο Σατανάς στη μεσαιωνική Ευρώπη. Σύμφωνα με τον γάλλο διανοητή, ό,τι πάει στραβά στον κόσμο μπορούμε να του το καταλογίσουμε. Ενας ευρύς κύκλος από νοσταλγούς του κομμουνισμού, επικριτές της νεωτερικότητας, αντιφιλελεύθερους συντηρητικούς, ριζοσπάστες περιβαλλοντολόγους, νεο-αριστερούς ριζοσπάστες, πιστούς θρησκευόμενους και μεσσιανιστές καταστροφολόγους, μισεί στην κυριολεξία τον καπιταλισμό, θέλει να τον καταργήσει, αλλά ταυτόχρονα απολαμβάνουν τα αγαθά του και συμπεριφέρονται ωσάν να θέλουν να τον διατηρήσουν για να έχουν τη χαρά να τον καταγγέλλουν.
Οπως αναφέρει ο Μπρικνέρ, «δύο αιώνες τώρα τα μεγάλα μυαλά μας λένε ότι ο καπιταλισμός πνέει τα λοίσθια, αλλά αυτός επιμένει, κάθε χρόνο η πτώση του αναβάλλεται για το επόμενο έτος». Το παράδοξο είναι ότι οι συνεχείς διαψεύσεις αναζωπυρώνουν την πίστη και τη βεβαιότητα του επικείμενου θανάτου του.
Ωστόσο ανάμεσα στους φανατικούς της απόλυτα ελεύθερης αγοράς και στους μεσσιανιστές του αντικαπιταλισμού υπάρχει κατά τον συγγραφέα η λύση των διαπραγματεύσεων. «Με συλλογικές αποφάσεις, πρέπει σε κάθε γενιά να διεξάγονται διαπραγματεύσεις και αναδιαπραγματεύσεις σχετικά με το όριο του τι είναι εμπόρευμα και τι δεν είναι». Το όριο, καταλήγει, επιτρέπει να αποφασίζουμε ποια ταμπού θα διατηρήσουμε και ποια αντίσταση θα προβάλουμε στις τρέλες ατόμων ή ομάδων πίεσης εφόσον είναι προτιμότερο «να κατανικάμε τις επιθυμίες μας παρά την ευταξία του κόσμου», κατά τον Καρτέσιο.
Κοινώς, δεν είναι όλα προς πώληση, ούτε η αγορά μπορεί να αντικαταστήσει τον πολιτικό, εκπαιδευτικό ή συναισθηματικό δεσμό ώστε να εφαρμοστεί σε όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής. Ακόμη και αν θέλαμε δεν θα μπορούσε να συμβεί. Η ουτοπία του Φρίντριχ Χάγεκ είναι από αυτή την άποψη εξίσου αφελής με εκείνη των κομμουνιστών.
Καλό θα ήταν λοιπόν οι νεοφερμένοι και οι αποχωρήσαντες να ρίξουν καμιά ματιά και σε κανένα βιβλίο, όλο και κάτι έχουν να μάθουν. «Η σοφία του χρήματος» πολλά έχει να πει και στους μεν και στους δε.