Είναι λογικό να εμφανίζεται ικανοποιημένη η ελληνική κυβέρνηση για τις κυρώσεις που αποφάσισε χθες να επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Ένωση κατά της Τουρκίας,ως αντίποινα για τις παράνομες γεωτρήσεις που επιχειρεί στην Κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη. Είναι η πρώτη φορά εδώ και αρκετό καιρό που η ΕΕ αποφασίζει να προχωρήσει σε μια τέτοια κίνηση, για μια χώρα που βρίσκεται σε καθεστώς ενταξιακών διαπραγματεύσεων.
Χωρίς να υποτιμούμε την κίνηση αυτή καλό θα είναι να έχουμε συναίσθηση και των ορίων που κινείται η Ευρώπη απέναντι στην Τουρκία.Οι κυρώσεις που αποφασίστηκαν καταρχήν δεν φαίνεται να προβληματίζουν ιδιαίτερα το καθεστώς Ερντογάν που δεν δείχνει πια ιδιαίτερη διάθεση να προσεγγίσει την Ευρώπη.Διαπιστώνουμε άλλωστε καθημερινά ότι η σημερινή τουρκική ηγεσία έχει επιλέξει να παριστάνει διαρκώς τον άτακτο – και απρόβλεπτο- σύμμαχο.
Μετά το πραξικόπημα ο Ερντογάν έχει υπονομεύσει πλήρως με τις αποφάσεις του τη διαδικασία προσέγγισης με την Ε.Ε.Έχει επιβάλλει ένα καθεστώς που παραβιάζει και καταπατεί διαρκώς θεμελιώδεις αρχές του ευρωπαϊκού κεκτημένου, ιδιαίτερα στον τομέα της προστασίας των ανθρώπινων δικαιωμάτων και της ελευθερίας του λόγου. Κάτι ανάλογο επιχειρεί και στις σχέσεις με το ΝΑΤΟ με την ,ακατανόητη για πολλούς, απόφαση του για αγορά των S-400.
Παρά τις διαρκείς παλινωδίες και εκρήξεις του ωστόσο η Δύση και η Ευρώπη ιδιαίτερα, είναι αναγκασμένες να μην κόψουν τον ομφάλιο λώρο των σχέσεων μαζί του.Η Τουρκία είτε μας αρέσει είτε όχι, κρατά το κλειδί του προσφυγικού,και μπορεί να εκβιάζει με αυτό κάθε φορά που στριμώχνεται.Με την αντιμεταναστευτική ρητορεία να διογκώνεται όλο και περισσότερο σε αρκετές , αν όχι τις περισσότερες, ευρωπαϊκές χώρες,η ΕΕ είναι αναγκασμένη να ισορροπεί μεταξύ διεθνούς και ευρωπαϊκού δικαίου και των εκάστοτε συγκυριακών συμφερόντων .
Το ενεργειακό παιγνίδι στην Ανατολική Μεσόγειο θα είναι λοιπόν μακρύ και με πολλές δολιχοδρομίες.Θα ήταν ουτοπικό λοιπόν να περιμένουμε ότι η Τουρκία θα σταματήσει τις διεκδικήσεις της, χωρίς να πάρει κάποιο μερίδιο από την οποιαδήποτε πίτα.Για αυτό η ελληνική πλευρά πρέπει να είναι μονίμως σε επαγρύπνηση, να προωθεί όσο γίνεται περισσότερο τις ευρύτερες συμμαχίες της μέχρι να βρεθεί, αν κάποια στιγμή γίνει εφικτό,ένα πεδίο συνεννόησης για αυτό το ακανθώδες πρόβλημα.