Ισχυρή ζήτηση καταγράφεται στη δημοπρασία του 7ετούς ομολόγου, με τις προσφορές των επενδυτών να υπερβαίνουν τα 12,5 δισ. ευρώ, οδηγώντας σε μείωση του επιτοκίου που πλέον προσδιορίζεται στο 1,9%. Την ικανοποίησή του εκφράζει ο υπουργός Οικονομικών μιλώντας για ιδιαίτερα επιτυχή έκδοση.
«Βασική προϋπόθεση για να επιστρέψει η ελληνική οικονομία στην κανονικότητα είναι η συστηματική, ποιοτική και με χαμηλό κόστος χρηματοδότηση της χώρας από τις διεθνείς αγορές» σημειώνει σε δήλωσή του ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας προσθέτοντας ότι «η σημερινή έκδοση του επταετούς ομολόγου αξιολογείται ως ιδιαίτερα επιτυχής, αφού κινείται προς αυτή την κατεύθυνση».
«Συνεχίζουμε βήμα-βήμα, με σχέδιο, ωριμότητα και αποφασιστικότητα» τονίζει ο υπουργός Οικονομικών.
Η σημερινή έκδοση του επταετούς ομολόγου είναι η πρώτη που πραγματοποιείται μετά τις εκλογές και η τρίτη κατά σειρά από την αρχή του έτους.
Ο χρόνος της απόφασης δεν εξέπληξε τις αγορές καθώς ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους είχε έτοιμη την έκδοση πριν από τις ευρωεκλογές της 26ης Μαΐου. Ωστόσο αποφασίστηκε να μην προχωρήσει η έκδοση εν μέσω προεκλογικής περιόδου. Ακολούθησε η προκήρυξη των εθνικών εκλογών και επελέγη η όποια κίνηση να μετατεθεί για την περίοδο μετά τις εκλογές.
Κάτω από 2% το επιτόκιο
Η υπερπροσφορά έχει οδηγήσει και σε μείωση της αποτίμησης, με το επιτόκιο να προσδιορίζεται στο 1,9% πλέον έναντι «ανοίγματος» του βιβλίου στη ζώνη του 2,1% και υποχώρησης του επιτοκίου στο 2% λίγες ώρες μετά το άνοιγμα.
Την υποχώρηση του επιτοκίου σε επίπεδα κάτω του 2% είχαν προβλέψει ήδη λίγες ώρες μετά το άνοιγμα του βιβλίου, ειδικοί μιλώντας στο in.gr, κάνοντας λόγο για επιτόκιο ανάμεσα στο 1,80% με 1,95%.
Πηγές εκτιμούν ότι το ποσό που θα αντληθεί τελικά από το Ελληνικό Δημόσιο θα είναι της τάξης των 2,5 δισ. ευρώ και θα αξιοποιηθεί για την εξαγορά ακριβότερων δανείων.
Ιδιαιτέρως θετικό γεγονός είναι και το ότι, όπως αναφέρουν οι ίδιες πηγές, πάνω από το 70% των προσφορών που υποβλήθηκαν είναι από πραγματικά χρήματα (real money) ενώ η συμμετοχή του σχήματος των αναδόχων στις προσφορές ανέρχεται στα 430 εκατ. ευρώ.
Κι αυτό γιατί καθοριστικό στοιχείο για τη σημερινή έκδοση, όπως και για τις προηγούμενες εκδόσεις, είναι όχι μόνο το επιτόκιο δανεισμού αλλά και η ποιότητα των χαρτοφυλακίων που θα λάβουν το νέο 7ετές ομόλογο.
Να καλυφθεί δηλαδή κατά το δυνατόν περισσότερο από θεσμικά χαρτοφυλάκια μακράς πνοής περιορίζοντας κατά το δυνατό περισσότερο τη συμμετοχή κερδοσκοπικών funds.
Σε σημαντικό βαθμό αυτό είχε επιτευχθεί και στις δύο προηγούμενες εκδόσεις του ΟΔΔΗΧ εντός του 2019 (τον Ιανουάριο και τον Μάρτιο με 5ετές και 10ετές ομόλογο), με τις οποίες κάλυψε περίπου το 70% του φετινού προγράμματος δανεισμού του.
Τα έσοδα από τις νέες εκδόσεις θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για την επαναγορά ακριβότερων δανείων, βελτιώνοντας έτσι τη βιωσιμότητα του Δημοσίου Χρέους και καθιστώντας ευχερέστερο το στόχο για μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων στο άμεσο μέλλον.