Χρειάστηκαν μόνο δέκα λεπτά για χάσουν τη ζωή τους επτά άτομα, να τραυματιστούν δεκάδες και να υποστούν τεράστιες καταστροφές οι υποδομές της Χαλκιδικής.
Τα ακραία καιρικά φαινόμενα που έπληξαν το βράδυ της Τετάρτης τη Χαλκιδική αποδίδονται στη βίαιη σύγκρουση των νοτιάδων που επικράτησαν τις προηγούμενες ημέρες στη χώρα μας με τις ψυχρές αέριες μάζες που ήρθαν απότομα στην Ελλάδα από τα Βαλκάνια. Η σύγκρουση αυτή προκάλεσε τις φονικές καταιγίδες και τους θυελλώδεις ανέμους που σάρωσαν τα πάντα στο πέρασμά τους.
Οι καταιγίδες που χτύπησαν τη Χαλκιδική, τοποθετήθηκαν από τους επιστήμονες στην ανώτερη κλίμακα καθώς εντάσσονται στην κατηγορία «υπερκύτταρο» (super-cell).
Πηγή: onetv.gr
Ενδεικτικό της σφοδρότητας των φαινομένων ήταν ότι οι ριπές των ανέμων που σχηματίστηκαν ξεπέρασαν σε ταχύτητα τα 100 χλμ ανά ώρα ενώ καταγράφηκαν 5.000 κεραυνοί στις περιοχές όπου πέρασε το «υπερκύτταρο».
Με τον όρο υπερκαταιγίδες εννοούμε τις τεράστιες περιστρεφόμενες καταιγίδες που έχουν ζωή αρκετών ωρών και προκαλούν μεγάλης έντασης βροχόπτωσης,μεγάλου μεγέθους χαλάζι ενώ σε κάποιες περιπτώσεις συνδέονται και με ανεμοστρόβιλους.
Όπως εξηγούν οι επιστήμονες, πρόκειται για ένα φαινόμενο που εμφανίζεται σπάνια, δύο φορές στα τρία χρόνια. Ο ομότιμος καθηγητής Μετεωρολογίας και Κλιματολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Θεόδωρος Καρακώστας περιέγραψε την πορεία του φαινομένου, επισημαίνοντας ότι αρχικά το έναυσμα δόθηκε από την περιοχή των Πρεσπών.
Η κατεύθυνση της καταιγίδας supercell
«Από εκεί ξεκίνησε μια ατμοσφαιρική διαταραχή στην ανώτερη ατμόσφαιρα. Μια πολύ ψυχρή αέρια μάζα κινήθηκε από βορρά προς νότο, πέρασε όλη την περιοχή του Βερμίου και των Πιερίων και κατέβηκε στην κοιλάδα της Ημαθίας και της Πέλλας. Κάποια στιγμή έφτασε στα παράλια του Θερμαϊκού Κόλπου, ο οποίος είναι μια πολύ θερμή, αβαθής θάλασσα, με μεγάλη εξάτμιση και εμπλουτισμό της αέριας μάζας σε υδρατμούς.
Έτσι η ψυχρή αέρια μάζα που ξεκίνησε από τις Πρέσπες πίεσε με καθοδικές κινήσεις τη θερμή και υγρή αέρια μάζα, την οποία ανάγκασε να κινηθεί προς τα πάνω. Η καταιγίδα ενισχύθηκε με υγρασία και δυνάμωσε ακόμη περισσότερο. Καθώς, μάλιστα, το φαινόμενο κινούνταν αρκετά γρήγορα, έγινε πάρα πολύ έντονο και έδωσε αυτά τα ανεπιθύμητα αποτελέσματα» επισήμανε ο κ. Καρακώστας.
Η κατακόρυφη ταχύτητα του ανέμου
Τα στοιχεία που έρχονται στο φως για τη φονική κακοκαιρία στη Χαλκιδική προκαλούν δέος. Ο διευθυντής του Εθνικού Μετεωρολογικού Κέντρου της ΕΜΥ Θοδωρής Κολυδάς δίνει περαιτέρω στοιχεία, εξηγώντας ότι τα τεράστια προβλήματα που αντιμετώπισε η Χαλκιδική δεν οφείλονται στην οριζόντια ταχύτητα του ανέμου αλλά στην κατακόρυφη.
«Στα καταιγιδοφόρα σύννεφα οι κατακόρυφες ταχύτητες είναι από δύο έως και τέσσερις φορές παραπάνω από τις οριζόντιες. Αν δηλαδή ένα ανεμόμετρο μας δίνει 100 χλμ. την ώρα, τα ανοδικά ρεύματα μπορεί να είναι στιγμιαία τρεις και τέσσερις φορές ισχυρότερα» λέει.
Πιθανότατα αναπτύχθηκαν και ανεμοστρόβιλοι
Ως προς τον μηχανισμό γένεσης του φαινομένου, ο Κώστας Λαγουβάρδος, μετεωρολόγος στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, εξηγεί ότι «η σύγκλιση των θερμών νότιων αέριων μαζών με τις ψυχρές μάζες που έρχονταν από τα Βαλκάνια προκάλεσε την ανάπτυξη πολύ ισχυρών καταιγίδων με έντονα καθοδικά ρεύματα». Οπως λέει, «είναι πιθανό να αναπτύχθηκαν τοπικά και κάποιοι ανεμοστρόβιλοι. Ο μετεωρολογικός σταθμός στην Κασσάνδρα έδειξε ριπές 100 χιλιομέτρων την ώρα, ενώ ανά 10λεπτα ή 20λεπτα πρέπει να αναπτύχθηκαν πολύ μεγαλύτερες ταχύτητες».
Μνήμες από την τραγωδία του 1983
Η θεομηνία της Τετάρτης που σκόρπισε το θάνατο στη Χαλκιδική έφερε μνήμες από το μακρινό 1983. Πριν από 36 χρόνια και συγκεκριμένα στις 21 Ιουλίου του 1983 ένα αντίστοιχο φαινόμενο είχε προκαλέσει σοβαρές υλικές καταστροφές και τον θάνατο εννέα ανθρώπων που κολυμπούσαν στη θάλασσα.
Το φονικό μπουρίνι που είχε χτυπήσει τη Θεσσαλονίκη το 1983 είχε σαρώσει τα πάντα. Οι ριπές του ανέμου είχαν ταχύτητα 150 χλμ, είχαν σημειωθεί εκτεταμένες καταστροφές ενώ εννέα άνθρωποι είχαν βρει τραγικό θάνατο την ώρα που βρισκόντουσαν μέσα στη θάλασσα.
Και τότε είχαν αναπτυχθεί ανεμοστρόβιλοι με ριπές ανέμου 12 μποφόρ. «Πρόκειται για ένα φαινόμενο που μοιάζει με τους ανεμοστρόβιλους που αναπτύσσονται στον Ειρηνικό, όμως σε πολύ μικρότερη κλίμακα, και για ένα μικρό δείγμα από το μέλλον, εφόσον δεν αντιμετωπιστεί η κλιματική αλλαγή, όπως επισήμανε χθες ο καθηγητής Φυσικών Καταστροφών στο Πολυτεχνείο της Κρήτης Κωνσταντίνος Συνολάκης.
Ανησυχία για νέα είδη κινδύνων
Δεν είχαμε αντιμετωπίσει ξανά ένα φαινόμενο όπως αυτό της Χαλκιδικής, όσον αφορά τη σφοδρότητά του και τη ραγδαιότητά του, δύο πολύ σημαντικά στοιχεία», τόνισε μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ- ΜΠΕ, Πρακτορείο 104,9 FM, ο Δρ Ευθύμης Λέκκας, καθηγητής Δυναμικής Τεκτονικής Εφαρμοσμένης Γεωλογίας και Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών και πρόεδρος του Τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού & Προστασίας (ΟΑΣΠ).
«Εικόνα του τι συνέβη έχουμε από την πρώτη στιγμή, αναλύουμε όμως τα χαρακτηριστικά του φαινομένου και διαπιστώνουμε ότι είναι μοναδικό. Κάθε φαινόμενο βεβαίως είναι μοναδικό, εκείνο το οποίο όμως μας εκπλήσσει, εκπλήσσει και εμένα προσωπικά, είναι ότι κάθε φορά αντιμετωπίζουμε νέα είδη κινδύνων» ανέφερε έγκριτος επιστήμονας, που μάλιστα χαρακτηριστικά ανέφερε τη μετάβαση του ιδίου και συνεργατών του προ εξαμήνου στην Ινδονησία, όπου παρατηρήθηκε ένα τσουνάμι χωρίς να έχει υπάρξει σεισμός, «μια νέα μορφή κινδύνου, που δεν είχαμε αντιμετωπίσει στο παρελθόν».
Πρέπει να ξεχάσουμε τις παλιές δομές, να ξεχάσουμε όσα ξέραμε μέχρι τώρα
«Πρέπει να προσαρμοστούμε στην εμφάνιση νέων κινδύνων που δεν ξέρουμε τις διαστάσεις και τα χαρακτηριστικά τους, κινδύνων που θα γίνονται συνεχώς και πυκνότεροι και στη συνέχεια θα έχουν μεγαλύτερη έκταση και θα προσβάλουν μεγαλύτερες περιοχές με μεγαλύτερη ένταση. Αυτή η πρόβλεψη συνθέτει ένα τοπίο το οποίο είναι εξαιρετικά δυσμενές» σημείωσε με έμφαση ο κ. Λέκκας, που ταυτόχρονα εστίασε στην εξεύρεση και την εφαρμογή λύσεων που θα «μειώσουν τις επιπτώσεις», κάτι που μπορεί, όπως τόνισε ο διευθυντής του Εργαστηρίου Διαχείρισης Καταστροφών να γίνει πραγματικότητα μέσα από ένα «σύγχρονο σύστημα πολιτικής προστασίας»: «Πρέπει να ξεχάσουμε τις παλιές δομές, να ξεχάσουμε όσα ξέραμε μέχρι τώρα», ανέφερε ο κ. Λέκκας που ταυτόχρονα διατύπωσε μια έτερη, γενικού τύπου εκτίμηση, αφού τόνισε πως διαχρονικά «θα πρέπει να υπάρχει (σ.σ στη χώρα) πολιτική θέληση για πολιτική προστασία».