Οι απειλές κατά της ζωής του ξεκίνησαν το 2015, όταν ο Βάλτερ Λίμπκε υπερασπίστηκε τη μεταναστευτική πολιτική της γερμανίδας καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ: ένας πολιτικός του κόμματός της που γυρνούσε τις πόλεις της περιφέρειάς του και εξηγούσε ότι η υποδοχή εκείνων που το έχουν ανάγκη ήταν ζήτημα των γερμανικών χριστιανικών αξιών.
Σιγά-σιγά ξεκίνησαν τα απειλητικά email. Το όνομά του εμφανιζόταν στις online ναζιστικές λίστες. Η προσωπική του ηλεκτρονική διεύθυνση δημοσιεύτηκε σε μπλογκ ακροδεξιών και ένα βίντεο στο οποίο εμφανιζόταν έγινε viral συνοδευόμενο από εικονίδια με όπλα και κρεμάλες και ορισμένες φορές ξεκάθαρο κάλεσμα για τη δολοφονία του: «Σκοτώστε τον τώρα, τον μπάσταρδο».
Κι έπειτα κάποιος το έκανε. Στις 2 Ιουνίου ο Λίμπκε πυροβολήθηκε θανάσιμα στο κεφάλι στην εξώπορτα του σπιτιού του. Ηταν η πρώτη ακροδεξιά πολιτική δολοφονία μετά την εποχή των Ναζί στη Γερμανία. Ο ύποπτος κατέθεσε την ομολογία του με λεπτομέρειες τον περασμένο μήνα και την ανακάλεσε την περασμένη εβδομάδα έχοντας στο πλευρό του νέα ομάδα υπεράσπισης. Είναι γνωστός στις Αρχές και έχει ένα βίαιο νεοναζιστικό παρελθόν, γεγονός που εντείνει την κριτική ότι οι μηχανισμοί ασφαλείας στη χώρα απέτυχαν να λάβουν σοβαρά υπόψη την ακροδεξιά απειλή.
Ολο και περισσότερες οι απειλές πολιτικών
Ο ακροδεξιός εξτρεμισμός αναζωπυρώνεται στη Γερμανία τόσο με νέους όσο και με παλιούς τρόπους, τρομάζοντας τη χώρα που υπερηφανεύεται πως έχει αντιμετωπίσει με ειλικρίνεια το δολοφονικό της παρελθόν. Η ωμή γλώσσα μίσους γίνεται ολοένα και πιο συνηθισμένη στο Διαδίκτυο ενώ οι πολιτικοί απειλούνται όλο και περισσότερο. Πολλοί εξ αυτών απαιτούν πλέον προστασία.
«Η δολοφονία του Βάλτερ Λίμπκε με σόκαρε, όπως σόκαρε πολλούς ανθρώπους» δήλωσε πρόσφατα ο υπουργός Εξωτερικών της χώρας Χάικο Μας στη δημόσια τηλεόραση καλώντας τους Γερμανούς να κάνουν εβδομαδιαίες διαμαρτυρίες ενάντια στην Ακροδεξιά. Ο Μας αναρωτήθηκε τι μπορεί να συμβαίνει στη Γερμανία, λέγοντας πως πρέπει οι Γερμανοί να σταθούν όρθιοι και να πουν ότι αυτό που συμβαίνει είναι απαράδεκτο.
Ωστόσο η Γερμανία δεν είναι η μόνη χώρα. Ο λόγος του μίσους κατά πολιτικών, γραφειοκρατών, αθλητών και ανθρώπων του πολιτισμού έχει πλήξει όλες τις γωνιές της Ευρώπης.
Στη Βρετανία η βουλευτής Τζο Κοξ πέθανε αφότου πυροβολήθηκε και μαχαιρώθηκε πολλές φορές από ακροδεξιό άνδρα μία εβδομάδα πριν το δημοψήφισμα για το Brexit το 2016. Στην Πολωνία ο φιλελεύθερος δήμαρχος του Γκντανσκ Πάβελ Αμπράμοβιτς δολοφονήθηκε έχοντας υπάρξει στόχος μιας αμείλικτης εκστρατείας μίσους.
Η εγχώρια υπηρεσία πληροφοριών της Γερμανίας γνωστή ως Ομοσπονδιακή Υπηρεσία για την Προστασία του Συντάγματος, δημιουργήθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο με σαφή στόχο να αποτρέψει την εμφάνιση αντιδημοκρατικών δυνάμεων όπως ενός άλλου ναζιστικού κόμματος.
Σήμερα η υπηρεσία εκτιμά ότι υπάρχουν 24.100 γνωστοί ακροδεξιοί στη Γερμανία, 12.700 εκ των οποίων πιθανώς βίαιοι, ενώ υπάρχουν σχεδόν 500 εκκρεμή εντάλματα σύλληψης για ακροδεξιούς εξτρεμιστές.
Οι κίνδυνοι από τη βίαιη ρητορική
Σε ό,τι αφορά την υπόθεση του Λίμπκε, ο Χορστ Ζεεχόφερ, υπουργός Εσωτερικών της Γερμανίας, ο οποίος επιβλέπει τον οργανισμό, αρνήθηκε να πει ότι οι υπάλληλοι δεν κατάφεραν να κάνουν σωστά τη δουλειά τους, όμως παραδέχθηκε ότι έπρεπε να είχαν γίνει περισσότερα: «Αυτή η πολιτική δολοφονία είναι ένα είδος σήματος», δήλωσε, «διότι στρέφεται κατά του ελεύθερου δημοκρατικού μας πολιτισμού».
Αναλυτές εκτιμούν ότι ενώ το ακροδεξιό κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» δεν έχει συνδεθεί άμεσα με την πολιτική βία, η θορυβώδης παρουσία του έχει συμβάλει στην κανονικοποίηση της βίαιης ρητορικής γεγονός που ενέχει τον κίνδυνο να νομιμοποιήσει την ίδια τη βία.
Για ορισμένους πολιτικούς η οργισμένη πολιτική διάθεση ενέχει κινδύνους. Ο δήμαρχος της πόλης Αλτένα στη Βόρεια Ρηνανία Βεστφαλία, Αντρέας Χόλσταϊν, επέζησε μιας επίθεσης με μαχαίρι το 2017. Ο δράστης ήθελε να διαμαρτυρηθεί για τους πρόσφυγες που φιλοξενούνται στον δήμο.
Το 2015 η δήμαρχος της Κολωνίας Ενριέτε Ρέκερ μαχαιρώθηκε στον λαιμό από άνεργο που δήλωσε ότι ήθελε να στείλει ένα μήνυμα σχετικά με την προσφυγική πολιτική της χώρας. Σε συνέντευξή της η Ρέκερ είπε ότι οι απειλές κατά της ζωής της ήταν σπάνιες πριν το 2015. Εκτοτε έγιναν καθημερινότητα, και σήμερα έχει ιδιωτικούς μυστικούς πράκτορες ασφαλείας να τη φυλάνε έξω από το γραφείο της, λέγοντας πως «οι άνθρωποι στην πρώτη γραμμή υπεράσπισης της ανοιχτής κοινωνίας μας έχουν γίνει στόχος».
Λίγο μετά τη δολοφονία του Λίμπκε, η Ρέκερ έλαβε ένα ανατριχιαστικό μήνυμα στο ηλεκτρονικό της ταχυδρομείο με το σύνθημα «Ζήτω ο Χίτλερ», το οποίο της έκανε γνωστό ότι «πολύ περισσότεροι θα ακολουθήσουν τον Λίμπκε. Μεταξύ αυτών κι εσύ. Η ζωή σου θα σταματήσει το 2020».
169 δολοφονίες από το 1990
Τις τελευταίες δεκαετίες, ακραίοι εξτρεμιστές έχουν διαπράξει δεκάδες δολοφονίες στη Γερμανία (169 μόνο από το 1990) σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποιήθηκε από δύο γερμανικές εφημερίδες, τη «Zeit» και την «Tagesspiegel». Αλλά ο Λίμπκε είναι ο πρώτος πολιτικός που δολοφονείται από ακροδεξιούς ακτιβιστές στη μεταπολεμική Γερμανία.
Ο Τάνιεφ Σουλτς, ειδικός στον ακροδεξιό εξτρεμισμό, αναφέρει στους «New York Times» ότι οι νέες απειλές εναντίον πολιτικών φέρνουν στη μνήμη τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης, της περιόδου μεταξύ των δύο Παγκοσμίων Πολέμων, κατά την οποία ακροδεξιοί τρομοκράτες είχαν δολοφονήσει πολλούς πολιτικούς με στόχο να αποσταθεροποιήσουν τη χώρα.
«Η αποσταθεροποίηση του κράτους ανέκαθεν ήταν στρατηγικός στόχος των νεοναζί, όμως οι γερμανικές αρχές δεν έχουν αντιμετωπίσει την κατάσταση υπό αυτό το πρίσμα» αναφέρει ο Σουλτς, συμπληρώνοντας πως «έχουν την τάση να θεωρούν πως η ακροδεξιά βία είναι αποτέλεσμα τυχαίων πράξεων που διαπράττονται από μοναχικούς λύκους».
Πολλοί άλλοι υποστηρίζουν ότι ίσως η Ιστορία της χώρας να περιορίζει την προσέγγιση των πραγμάτων. Οι Γερμανοί θέλουν να πιστεύουν ότι έχουν οριστικά τελειώσει με όλα αυτά, με αποτέλεσμα να έχουν μια απατηλή στάση. Η δολοφονία του Λίμπκε πρέπει να αντιμετωπιστεί ως ένα κάλεσμα αφύπνισης καθώς «ποτέ άλλοτε από την ίδρυσή της, η δημοκρατία της Γερμανίας δεν έχει υποστεί τόσο μεγάλη πίεση από την Ακροδεξιά όπως σήμερα». Αυτό υποστηρίζει ο Αρμιν Λάσετ, εξέχων συντηρητικός πολιτικός της χώρας.