Παρότι η εκλογική μάχη ήταν μακρά και με τις δυσκολίες που μπορεί να περιλαμβάνει, η πραγματική πολιτική μάχη για τον Κυριάκο Μητσοτάκη και το επιτελείο του ξεκινά μόλις τώρα.
Άλλωστε, θα μπορούσε και να υποστηριχτεί ότι σε μεγάλο βαθμό αυτές οι εκλογές καθορίστηκαν και από τη σημαντική φθορά που συσσώρευσε ο ΣΥΡΙΖΑ σε μια διαδρομή που ξεκίνησε με τη μείζονα παλινωδία του 2015 και συνεχίστηκε με την εφαρμογή ενός μνημονίου με πολύ μεγάλο κόστος, ιδίως για τη μεσαία τάξη.
Τώρα, η ΝΔ είναι αντιμέτωπη με την ίδια την άσκηση της εξουσίας.
Η πρόκληση της άμεσης παραγωγής αποτελεσμάτων
Η ηγετική ομάδα της ΝΔ έχει επίγνωση ότι παρότι το αποτέλεσμα των εκλογών παραπέμπει σε επιστροφή στην «κανονικότητα» προηγούμενων εποχών, η πραγματική κοινωνική κατάσταση είναι διαφορετική.
Η κρίση νομιμοποίησης συνολικά του πολιτικού σκηνικού παραμένει ενεργή όπως και η δυσπιστία απέναντι στους επαγγελματίες της πολιτικής. Οι κοινωνικές αντοχές παραμένουν πεπερασμένες και μεγάλο μέρος της κοινωνίας συναντά ακόμη δυσκολίες. Κοινωνικές κατηγορίες περιμένουν επειγόντως μια βελτίωση.
Η νέα κυβέρνηση θα έχει μικρή περίοδο ανοχής και θα αντιμετωπιστεί στην πραγματικότητα με πιο αυστηρό τρόπο από ό,τι οι κυβερνήσεις προηγούμενων δεκαετιών.
Αυτό εξηγεί και την προσπάθεια του Κυριάκου Μητσοτάκη να κάνει σαφές ότι η νέα κυβέρνηση θα προχωρήσει εξ αρχής και απτά δείγματα πολιτικών και θεσμικών παρεμβάσεων.
Η λυδία λίθος της οικονομίας
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης γνωρίζει ότι πολλά θα κριθούν στην οικονομία. Ο ίδιος έχει δεσμευτεί για ένα γενναίο πακέτο φοροελαφρύνσεων, καθώς θεωρεί ότι αυτό θα συμβάλει στη βελτίωση των αναπτυξιακών ρυθμών, ενώ την ίδια στιγμή έχει δεσμευτεί ότι δεν θα αναιρέσει τις όποιες παροχές έδωσε η προηγούμενη κυβέρνηση.
Μόνο που αυτό είναι πιθανό να προσκρούσει στις απαιτήσεις για τα πρωτογενή πλεονάσματα που περιλαμβάνει το τρέχον πλαίσιο συμφωνίας με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Αυτό μπορεί να εξηγήσει και την ασάφεια των τελευταίων ημερών ως προς το πότε θα θεσμοθετηθούν τα νέα μέτρα.
Όμως, η νέα κυβέρνηση γνωρίζει ότι εάν σχετικά σύντομα δεν υπάρξει μια βελτίωση ιδίως στα φορολογικά, θα βρεθεί και αυτή αντιμέτωπη με τη δυσαρέσκεια των πολιτών. Η ίδια η διαπραγμάτευση με τους θεσμούς είναι μάλλον σίγουρο ότι θα ξεκινήσει με την απαίτηση των τελευταίων για τήρηση των συμφωνηθέντων.
Αντίστοιχα, οι διακηρύξεις για την επίτευξη υψηλών ρυθμών ανάπτυξης, που θα μπορούσαν να ήταν και ο μηχανισμός για την μείωση της φορολογίας χωρίς μείωση των δημοσίων εσόδων, θα πρέπει να τεθούν στη δοκιμασία της πράξης, σε ένα οικονομικό περιβάλλον που συνδυάζει την επιβράδυνση της ευρωπαϊκής οικονομίας με τα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής παραγωγικής βάσης.
Η κυβέρνηση ελπίζει ότι κινήσεις όπως η ολοκλήρωση του θεσμικού πλαισίου για την επένδυση στο Ελληνικό θα τονώσουν την ψυχολογία της αγοράς, όμως το ζήτημα της προσέλκυσης επενδύσεων – και δη σε τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας – παραμένει ανοιχτό και απαιτεί πολιτικές παρεμβάσεις πέραν της βελτίωσης του φορολογικού πλαισίου ή τις επιτάχυνσης των γραφειοκρατικών διαδικασιών για την έγκριση και υλοποίηση μεγάλων επενδυτικών σχεδίων.
Ας μην ξεχνάμε ότι το βασικό ερώτημα με όρους συνολικής οικονομίας δεν είναι τόσο οι μεγάλες επενδύσεις, που εξακολουθούν να αντιπροσωπεύουν μέρος μόνο της οικονομικής δραστηριότητας, όσο ο εκσυγχρονισμός και η ενίσχυση των μεσαίων (αλλά και μικρών) επιχειρήσεων που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας.
Μεσοπρόθεσμα είναι σαφές ότι μεγάλο μέρος της κοινωνίας θα θελήσει να δει και σημαντική αύξηση της απασχόλησης και κυρίως αυτή να γίνει με θέσεις πλήρους και αξιοπρεπώς αμειβόμενης εργασίας και όχι με την τρέχουσα υπερίσχυση των ελαστικών και επισφαλών εκδοχών ενέργειας.
Μια από τις εκκρεμότητες που σχετικά νωρίς θα κληθεί να αντιμετωπίσει η νέα κυβέρνηση θα είναι και αυτή των «κόκκινων δανείων», που είναι αναγκαία συνθήκη για να πάρει μπροστά το τραπεζικό σύστημα. Η νέα κυβέρνηση πρέπει να καταλήξει σε συνεννόηση με τους θεσμούς και τον SSM, μια που μιλάμε για τράπεζες, στο τελικό σχέδιο και να δει σε ποιο βαθμό αυτό θα σημαίνει και χρήση μέρους του «μαξιλαριού» των 37 δισεκατομμυρίων.
Πάντως εύλογο είναι να υποθέσουμε ότι η νέα κυβέρνηση θα προχωρήσει σε νέα έκδοση ελληνικών ομολόγων, σε μια προσπάθεια να εκμεταλλευτεί και το θετικό momentum που είχε διαμορφωθεί ήδη πριν από τις εκλογές.
Οι ιδιωτικοποιήσεις
Με τον ΣΥΡΙΖΑ να έχει προχωρήσει σε μια σειρά από μνημονιακές ιδιωτικοποιήσεις, και να έχει παραχωρήσει τη δημόσια περιουσία για 99 χρόνια, αυτό που απομένει στον κ. Μητσοτάκη είναι ορισμένες «καυτές πατάτες». Οπως για παράδειγμα η σχεδόν χρεοκοπημένη ΔΕΗ. Τι θα κάνει ως προς αυτό το θέμα και την ιδιωτικοποίησή της ή όχι. Ομοίως, θέμα υπάρχει με τη ΔΕΠΑ αλλά και με την ΕΥΔΑΠ.
Η μάχη των θεσμικών μεταρρυθμίσεων
Η ΝΔ υποστηρίζει ότι θέλει να φέρει ένα νέο σύγχρονο και ευέλικτο πλαίσιο διακυβέρνησης, με αλλαγές στη δομή και τον αριθμό των υπουργείων. Μένει να δούμε σε ποιο βαθμό αυτό θα υλοποιηθεί στη σύνθεση και λειτουργία του νέου υπουργικού συμβουλίου, ιδίως εάν αναλογιστούμε και την πίεση από τα στελέχη πρώτης γραμμής για ανάληψη θέσεων ευθύνης.
Όμως, σημαντικό βάρος της προεκλογικές εκστρατείας της ΝΔ αφιερώθηκε και σε άλλες μεταρρυθμίσεις. Ενδεικτική εδώ η ιεράρχηση του ζητήματος της ασφάλειας. Η ΝΔ έχει δεσμευτεί για την άμεση κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου (που θυμίζουμε ότι ήταν καταργημένο και στην περίοδο 2011-2015) και για την πάταξη των εστιών «ανομίας». Μένει να δούμε πέραν των θεσμικών αλλαγών, με ποιες πρακτικές μορφές αυτό θα υλοποιηθεί, ιδίως από τη στιγμή δεν είναι λίγοι εκείνοι που επισημαίνουν την απόσταση ανάμεσα σε μια ρητορική άμεσης παρέμβασης και τον κίνδυνο αυτό να προκαλέσει περισσότερα προβλήματα από αυτά που εκτιμά ότι θα λύσει.
Παράλληλα, θα πρέπει να δούμε με ποιο τρόπο θα προχωρήσει η νέα κυβέρνηση σε ορισμένες από τις δεσμεύσεις της όπως είναι η μεταφορά των σωφρονιστικών καταστημάτων από την αρμοδιότητα του υπουργείου Δικαιοσύνης σε αυτή του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.
Σίγουρη πάντως θα είναι σε πρώτη φάση η προσπάθεια εκ νέου αυστηροποίησης ορισμένων διατάξεων του Ποινικού Κώδικα, ιδίως σε σχέση με υποθέσεις τρομοκρατίας, όπως και η εκ νέου θεσμοθέτηση αυστηρότερων μορφών κράτησης για τους καταδικασμένους για αντίστοιχα αδικήματα.
Αντίστοιχα πρέπει να δούμε τι θα γίνει σε σχέση με τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού, ένα από τα σημεία στα οποία η ΝΔ δεν έχει κινηθεί πέραν της διατύπωσης θέσεων αρχών, ιδίως από τη στιγμή που είναι θέμα κατεξοχήν διαπραγμάτευσης και με τους θεσμούς.
Τέλος, μένει να δούμε με ποιους ρυθμούς θα προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις στο χώρο της Παιδείας (πέραν της κατάργησης του πανεπιστημιακού ασύλου), παρότι αυτό υπήρξε μια από τις αιχμές της προεκλογικής εκστρατείας.
Το ερώτημα της συνταγματικής αναθεώρησης
Μία από τις άμεσες θεσμικές υποχρεώσεις της νέας κυβέρνησης θα είναι και η ολοκλήρωση της συνταγματικής αναθεώρησης. Κάποιες αλλαγές θα μπορέσει να τις προχωρήσει και μόνο με τη δική της κοινοβουλευτική πλειοψηφία, όπως την αποσύνδεση της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας από την κήρυξη εκλογών (αν και σε αυτό μπορεί να υπάρξει συναίνεση). Μένει να δούμε εάν θα επιδιωχθούν ενισχυμένες πλειοψηφίες σε άλλα ζητήματα.
Οι προκλήσεις στα ελληνοτουρκικά
Η νέα κυβέρνηση εξαρχής θα αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που αφορούν τα ελληνοτουρκικά και την αμφισβήτηση της ΑΟΖ της Κύπρου από την Τουρκία. Παρότι ως προς το θέμα αυτό τα δύο μεγάλα κόμματα δεν είχαν αποκλίσεις, σίγουρα θα είναι ένας πονοκέφαλος για τη νέα κυβέρνηση, ιδίως εάν τελικά οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις επιστρέψουν σε μια έστω και ασταθή ισορροπία.
Η μάχη με το χρόνο και το ερώτημα των κοινωνικών αντιδράσεων
Η δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη ότι η Βουλή θα λειτουργήσει όλο το καλοκαίρι σημαίνει ότι ο σχεδιασμός του είναι να μπορέσει να περάσει από το κοινοβούλιο ένα πρώτο μεγάλο πακέτο νομοθετικών ρυθμίσεων. Πιθανώς να θέλει να ακολουθήσει και την τακτική που ακολούθησε αρχικά και ο Εμανουέλ Μακρόν που ήταν η προσπάθεια να περάσει όσο το δυνατόν περισσότερα μέτρα στην αρχή της διακυβέρνησης, ώστε μετά να μπορεί να επικεντρωθεί στη διαχείρισή του.
Μόνο που η μάχη με το χρόνο θα σημαίνει μια δύσκολη ισορροπία για τη νέα κυβέρνηση, που θα θέλει ταυτόχρονα να δείξει έργο, να δώσει το τόνο ότι υλοποιεί και κάποιες από τις δεσμεύσεις «κοινωνικού προφίλ» και να αποφύγει να συναντήσει εξ αρχής μεγάλες κοινωνικές αντιδράσεις και κινητοποιήσεις, καθώς γνωρίζει ότι ειδικά ο ΣΥΡΙΖΑ σε αυτό θα επενδύσει.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα ορκιστεί πρωθυπουργός μετά από μια καθαρή εκλογική νίκη και με σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο. Όμως, γνωρίζει ήδη ότι οι εκλογές ήταν μάλλον το πιο εύκολο μέρος αυτής της διαδικασίας.