Παντού, σε όλον τον πολιτισμένο κόσμο, οι πολιτικές δυνάμεις συζητούν, αντιπαρατίθενται, με πάθος, με ένταση, με επιχειρήματα, με λογική και συναίσθημα. Αυτή είναι ή οφείλει να είναι η κανονικότητα των πολιτικών κομμάτων. Και σε κάθε περίπτωση αποτελεί δημοκρατική υποχρέωση κατά την προεκλογική περίοδο.
Στην περίπτωση όμως του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης και στον βωμό μιας επικοινωνιακού τύπου τακτικής θυσιάζεται η δημοκρατική υποχρέωση που έχει η ΝΔ να εξηγήσει το πρόγραμμά της προς τον ελληνικό λαό.
Η αξιωματική αντιπολίτευση κρύβεται. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποφεύγει την ευθεία και κατά μέτωπο αντιπαράθεση και σύγκριση με τον Αλέξη Τσίπρα, η ΝΔ επιλέγει την κούφια συνθηματολογία και δεν διαλέγεται με τον βασικό πολιτικό της αντίπαλο.
Το πασίδηλο αυτό γεγονός, η πρωτοφανής αντιδημοκρατική αυτή συμπεριφορά την τελευταία 20ετία, έχει λόγο. Πίσω από την επικοινωνιακή τακτική κρύβεται το αυταρχικό, αντιδημοκρατικό, νεοφιλελεύθερο και αντικοινωνικό πρόγραμμα της ΝΔ. Η επιδιωκόμενη παλινόρθωση του παλιού πολιτικού και μιντιακού συστήματος δεν μπορεί πλέον να καλυφθεί πίσω από το «ατσαλάκωτο» ψευδές προσωπείο. Το πρόγραμμα της ΝΔ συνιστά κίνδυνο για τη χώρα, τους θεσμούς, την κοινωνία. Αυτό που ήταν πάντα η Δεξιά. Ούτε τα επώνυμα δεν αλλάζουν.
Ο ΣΥΡΙΖΑ κλήθηκε σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες, αντιπροσωπεύοντας την αντίσταση μα και την ελπίδα για μια άλλη πορεία της χώρας, να διαχειριστεί την κατάσταση της χρεοκοπίας στην οποία οδήγησαν τη χώρα το μεταλλαγμένο ΠΑΣΟΚ και η Δεξιά, οικοδομώντας από κοινού με τους δανειστές ένα καθεστώς που προσιδίαζε σε εκκαθάριση εν λειτουργία της χώρας, παραδίδοντας ένα προς ένα τα διαπραγματευτικά όπλα της χώρας. Αυτή ήταν η κατάσταση που παρέλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ τον Ιανουάριο 2015, με την κοινωνία ήδη να βρίσκεται τότε στο πέμπτο έτος της κρίσης.
Παρ’ όλα αυτά και σε στενότατα ασφυκτικά πλαίσια, με ένα εξωτερικό περιβάλλον απολύτως εχθρικό για μια κυβέρνηση Αριστεράς, μοναδική σε όλη την Ευρώπη, και με το εγχώριο πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο να έχει ναρκοθετήσει την πορεία της νέας, τότε, κυβέρνησης λυσσομανώντας εναντίον της, με δυσκολίες, συγκρούσεις, συμβιβασμούς, πολλές φορές επώδυνους και δύσκολους, αλλά με τον λόγο στους πολίτες, όπως αυτό καταγράφηκε στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015, και με τη στήριξη των πολλών, όπως επιβεβαιώθηκε στις εκλογές της 20ής Σεπτεμβρίου 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ κατόρθωσε να βγάλει τη χώρα στη σημερινή μεταμνημονιακή κατάσταση με την κοινωνία όρθια και παρούσα.
Και αυτό δεν είναι απλά ένα σύνθημα κενό περιεχομένου. Είναι μια απτή πραγματικότητα που εδώ και 10 μήνες οι πολίτες σταδιακά τη βιώνουν. Με τη σταδιακή αποκατάσταση του κοινωνικού κράτους και των εργασιακών σχέσεων, με την πορεία ελάφρυνσης των φορολογικών επιβαρύνσεων, με τη διαρκή υποστήριξη των ευπαθών κοινωνικών ομάδων, με τη νικηφόρα μάχη ενάντια στις περαιτέρω μειώσεις των συντάξεων, με την ενίσχυση των υποδομών της χώρας σε συνθήκες δημοσιονομικής περιστολής και πολλά άλλα.
Στις εκλογές της 7ης Ιουλίου αντιπαρατίθενται αυτά τα δύο ανταγωνιστικά πολιτικά προγράμματα, που εκπροσωπούν διαφορετικές προοπτικές, όνειρα και στόχους.
Στις εκλογές της 7ης Ιουλίου ψηφίζουμε για τη ζωή μας στη μεταμνημονιακή συνθήκη. Δεν θα γυρίσουμε στο παρηκμασμένο και χρεοκοπημένο χθες. Ψηφίζουμε για το μέλλον της κοινωνίας μας, αποφασίζουμε για τη ζωή μας.