Οι επαναλαμβανόμενες προκλήσεις Ερντογάν, κυρίως προς την πλευρά της Κυπριακής  Δημοκρατίας, είναι προφανές ότι θα συνεχιστούν. Πιεσμένος ήδη ο τούρκος ηγέτης από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει στο εσωτερικό, υπέστη την πρώτη μεγάλη ήττα στην πολιτική του καριέρα με την απώλεια της  Κωνσταντινούπολης, με αποτέλεσμα να αναζητά σανίδα σωτηρίας για  να συσπειρώσει το εκλογικό του ακροατήριο σε διαρκείς εθνικιστικές κορώνες και προκλήσεις.

Έχει καταφέρει με την πολιτική του να  βρίσκεται σε ανοικτή σύγκρουση με τις ΗΠΑ για τους  S-400, να  έχει ουσιαστικά διαγράψει την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, ενώ παράλληλα έχει μια σειρά ανοικτά μέτωπα στα ανατολικά σύνορα της χώρας του. Επιπλέον μετά τη νίκη Ιμάμογλου, έχει για πρώτη φορά απέναντι του ένα εν δυνάμει ισχυρό αντίπαλο, γεγονός που επιτείνει την ανασφάλεια του.

Έτσι καταφεύγει στο μόνο δρόμο που ξέρει καλά:την εθνικιστική ρητορεία και τις απειλές κατά πάντων. Απέναντι σε ένα προφανώς απρόβλεπτο γείτονα, η ελληνική πλευρά  οφείλει αφενός να είναι προετοιμασμένη για όλα τα ενδεχόμενα και αφετέρου να καλλιεργεί όλες τις δυνατές συμμαχίες .Κυρίως όμως χρειάζεται ένα αρραγές εσωτερικό μέτωπο που δεν θα επηρεάζεται από εύκολες εθνικιστικές ρητορείες  και προεκλογικές κορώνες.

Η επόμενη  κυβέρνηση πρέπει να αναλάβει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες  εθνικής συνεννόησης και χάραξης  μιας κοινής μακροχρόνιας στρατηγικής για την υπεράσπιση της εθνικής  μας κυριαρχίας, αλλά και των ευρύτερων κυριαρχικών μας δικαιωμάτων με βάση το διεθνές δίκαιο. Τέσσερις και πλέον δεκαετίες, μετά την μεταπολίτευση,είναι φανερό ότι  χρειαζόμαστε μια νέα ψύχραιμη αλλά και αποτελεσματική προσέγγιση για τη διαχείριση των προβλημάτων μας με την Τουρκία, αλλά και τις άλλες χώρες της ευρύτερης περιοχής.

Το επιβάλλει άλλωστε το ενεργειακό παιγνίδι που έχει ανοίξει για τα καλά στην Ανατολική Μεσόγειο με την εμπλοκή και μεγάλων δυνάμεων της ενεργειακής βιομηχανίας. Ένα πολυπαραγοντικό παιγνίδι με πολλά πιθανά οφέλη, αλλά και πολλούς απρόβλεπτους κινδύνους.

Μπορεί η προεκλογική περίοδος να μην προσφέρεται για ουσιαστικό διάλογο και ευρύτερες συναινέσεις, αλλά είναι προφανές ότι η διαμόρφωση μιας κοινής εθνικής στρατηγικής είναι απολύτως αναγκαία. Αντί να τρέχουμε μονίμως πίσω από τις προκλήσεις και τις απειλές  του κ.Ερντογάν, είναι πιο αποτελεσματικό να διαμορφώσουμε εμείς τις προϋποθέσεις και τις αναγκαίες συμμαχίες για να τις αντιμετωπίζουμε.Δεν είναι ούτε εύκολο, ούτε απλό, αλλά είναι αναγκαίο.

ΤΟ ΒΗΜΑ