Κρίσιμη κρίνεται από τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο της ΔΕΗ κ. Μανόλη Παναγιωτάκη η εβδομάδα που διανύουμε για δύο ζητήματα. Το πρώτο αφορά στην επιστροφή περίπου 250 εκατ. ευρώ από τις ΥΚΩ (Υπηρεσίες Κοινής Ωφελείας), οφειλόμενων από το 2011 και το δεύτερο την έγκριση από την Κομισιόν του Μόνιμου Μηχανισμού Αποζημίωσης Επάρκειας Ισχύος (των παλιών ΑΔΙ) μέσω των οποίων θα επιδοτούνται κάθε χρόνο οι λιγνιτικές μονάδες.
Με δεδομένο ότι το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) δεν κατέθεσε τη σχετική τροπολογία, βάσει της οποίας θα διευθετούνταν το ζήτημα της είσπραξης των ΥΚΩ, η ΔΕΗ θεωρεί ότι μπορεί το πρόβλημα να λυθεί και χωρίς νομοθετική ρύθμιση. Αλλά οι κινήσεις θα πρέπει να γίνουν άμεσα ώστε να μπορέσει η επιχείρηση να συμπεριλάβει τη συγκεκριμένη απαίτηση (δεν θα μπορεί να τα εισπράξει άμεσα) στα οικονομικά αποτελέσματα του εξαμήνου που θα δημοσιοποιηθούν την Παρασκευή.
Για να γίνει αυτό όμως, όπως τόνισε ο κ. Παναγιωτάκης, θα πρέπει η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) να στείλει εγκαίρως στο ΥΠΕΝ τον ακριβές ποσό των οφειλομένων στη ΔΕΗ.«Τώρα ποιος θα κληθεί να πληρώσει τη συγκεκριμένη απόφαση δεν το γνωρίζουμε. Θα είναι από τους καταναλωτές, από τον προϋπολογισμό; Θα τα πάρει αμέσως ή σταδιακά; Θα δούμε πως θα είναι διατυπωμένη η επιστολή της ΡΑΕ. Τι ακριβές ποσό δεν το ξέρουμε. Πέρυσι είχαμε προτείνει να πάμε σε διαιτησία με τον Ρυθμιστή, αλλά δεν προχώρησε», σημείωσε ο επικεφαλής της ΔΕΗ.
«Πτολεμαΐδα V»: Πολύ αργά για δάκρυα
Κρίσιμη είναι, σύμφωνα με τον κ. Παναγιωτάκη, η εβδομάδα που διανύουμε και για τα ΑΔΙ, καθώς τις επόμενες ημέρες η αρμόδια Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού (DG Comp) αναμένεται να πάρει απόφαση για το εάν θα εγκρίνει την εξαίρεση που ζητά η Ελλάδα από τον νέο Κανονισμό για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (θα ισχύσει από την 4η Ιουλίου) ώστε να μπορεί η «Πτολεμαΐδα V»να λαμβάνει επιδοτήσεις.
Κάνοντας την αυτοκριτική του, όσον αφορά τη συνέχιση της συγκεκριμένης επένδυσης, απάντησε ότι έκανε προσπάθειες τουλάχιστον για να περιορίσει το κόστος, αλλά έπεσαν στο κενό. «Προσπάθησα να παίξω το χαρτί μου εκείνη την περίοδο όχι για να σταματήσω την επένδυση (σ.σ. υπήρχαν ρήτρες και penalties) αλλά για να μειώσω το τίμημα. Αλλά κατέστη αδύνατο. Τότε μίλησα με τον Ιάπωνα πρέσβη, έστειλα προσωπική επιστολή στον πρόεδρο της Mitsubishi, ήρθαν εδώ εκπρόσωποι της Hitatsi και συζητήσαμε μαζί με τους Γερμανούς, αλλά είχαν στυλώσει τα πόδια διότι είχαν οχυρωθεί πίσω από τη σύμβαση. Είχαμε μιλήσει και με την TERNA μήπως μειώσουμε τις προδιαγραφές και κερδίσουμε μερικά εκατ. αλλά αυτό δεν ήταν ρεαλιστικό»,είπε χαρακτηριστικά.
Μάλιστα, επαναλαμβάνοντας ότι η απόφαση που είχε ληφθεί το 2014 για τη συγκεκριμένη λιγνιτική μονάδα ήταν λανθασμένη επεσήμανε ότι θα ήταν προτιμότερο να κατασκευαστεί η δεύτερη μονάδα στη Μελίτη της Φλώρινας, παρά η «Πτολεμαΐδα V».
Κάνοντας τη σύγκριση των δύο πρότζεκτ ανέφερε τα εξής: «Η Μελίτη έχει βαθμό απόδοσης – εάν δουλέψει με σωστό λιγνίτη – 37% και η Πτολεμαΐδα V έχει 41,5%. Αλλά η Μελίτη θα δούλευε με λιγνίτη 1.900 θερμίδων και η Πτολεμαΐδα με 1.400. Δηλαδή όταν ελήφθη η απόφαση για την Πτολεμαΐδα V θα ήταν 1.000 φορές προτιμότερο να προχωρήσει η ΔΕΗ στην κατασκευή της «Μελίτη 2», η οποία με προϋπολογισμό 650 εκατ. ευρώ θα μας έδινε 450 μεγαβάτ, ενώ η Πτολεμαΐδα V με 1,5 δισ. ευρώ παίρνουμε 660 μαγαβάτ. Όμως δυστυχώς στον διαγωνισμό για νέα μονάδα στη Μελίτη δεν παρουσιάστηκε κανένας επενδυτής, σε αντίθεση με εκείνον της Πτολεμαϊδας. Ένας ακόμη λόγος που προχώρησε ήταν ότι έπρεπε να υπάρχει στην Εορδαία μια λιγνιτική μονάδα. Βεβαίως άλλη ήταν τότε η στάση της ΔΕΗ για τον λιγνίτη και άλλη είναι σήμερα».
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τον κ. Παναγιωτάκη η Πτολεμαΐδα V είναι μια σύγχρονη μονάδα και αν στελεχωθεί σωστά ώστε να έχει το ελάχιστο λειτουργικό κόστος και εάν βελτιωθεί η αποδοτικότητα των ορυχείων οπότε πέσει το κόστος του λιγνίτη, τότε το κόστος της μπορεί να αποσβεστεί. Προϋπόθεση ωστόσο, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι να πάρει η μονάδα ΑΔΙ (υπολογίζονται σε 50 με 60 εκατ. ευρώ τον χρόνο). Με αυτές τις προϋποθέσεις, όπως ανέφερε ο κ. Παναγιωτάκης, «υπολογίζουμε ότι θα έχουμε 350 εκατ. ευρώ έσοδα τον χρόνο».