Η τεχνητή νοημοσύνη χρησιμοποιείται πλέον συστηματικά σε θέματα ευρύτερης επιρροής αλλά και καθημερινότητας, άλλοτε με τρόπο που γίνεται αντιληπτός και άλλοτε καλυμμένη πίσω από φαινομενικά άσχετες παραμέτρους. Αναφέρεται σε μηχανιστικές οντότητες, που μπορούν να μαθαίνουν, να αξιολογούν και να προτείνουν τρόπους δράσης σε όλα σχεδόν τα πεδία της ανθρώπινης δραστηριότητας. Η συντριπτική πλειονότητα των εφαρμογών σχετίζεται με τη μηχανική μάθηση, που χρησιμοποιεί στατιστικούς αλγορίθμους για να εντοπίσει ισχύουσες δομές, με τις οποίες είναι δυνατή η πρόβλεψη της συμπεριφοράς στις καθημερινές ανθρώπινες αλληλεπιδράσεις.
Οι εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης αναπτύσσονται ταχύτατα με ιδιαίτερη ποιότητα και πολυπλοκότητα προσφέροντας τρομακτικές δυνατότητες για την ανάπτυξη ενός καλύτερου κόσμου. Παράλληλα όμως αποτελούν το έναυσμα για σημαντικούς και πολύπλοκους προβληματισμούς σχετικά με τους ηθικούς κώδικες και γενικότερα τη διακυβέρνηση της ιδιαίτερα μεγάλης δύναμης που η τεχνολογία αυτή έχει.
Οι προβληματισμοί αυτοί αποκτούν εξέχουσα σημασία από το ότι οι μηχανισμοί λογοδοσίας των αλγορίθμων αυτών ευρίσκονται ακόμη υπό εκκόλαψη, σε μια φάση όπου η ισορροπία της δύναμης φαίνεται να κλίνει υπέρ γιγαντιαίων εταιρειών του ιδιωτικού τομέα, που ελέγχουν την τεχνολογία. Ετσι ενώ η υιοθέτηση της τεχνητής νοημοσύνης μπορεί να έχει ιδιαίτερα θετικές επιπτώσεις σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας, ακόμα και τα πιο προσεκτικά αναπτυγμένα εργαλεία της τεχνητής νοημοσύνης μπορεί να οδηγήσουν σε αρνητικές επιπτώσεις σε σχέση με την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη του ανθρώπινου πληθυσμού. Η εφαρμογή επομένως της τεχνητής νοημοσύνης πρέπει να γίνεται με τρόπο που να προστατεύει από μεροληψίες και να εξασφαλίζει δίκαιη κατανομή των βαρών και συμμετοχή στα οφέλη χωρίς αποκλεισμούς.
Τα παραπάνω οδηγούν στην ανάγκη δημιουργίας ενός πλαισίου διακυβέρνησης της τεχνητής νοημοσύνης ώστε η εφαρμογή της να γίνεται με δίκαιο τρόπο. Το πλαίσιο αυτό επικεντρώνεται στους υιοθετούμενους κώδικες ηθικής και δεοντολογίας, στην ποιότητα των στοιχείων για την ανάπτυξη των αλγορίθμων και τέλος στην αυτονομία δράσης που γίνεται αποδεκτό να έχουν οι εφαρμογές. Και βέβαια όταν οι αλγόριθμοι μηχανικής μάθησης καταλήγουν σε διαδικασίες λήψης απόφασης τότε θέματα λογοδοσίας και ακεραιότητας σε σχέση με τη λαμβανόμενη απόφαση αποτελούν προτεραιότητες στη διακυβέρνηση των αλγορίθμων αυτών.
Σε όλες επομένως τις εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης υπάρχει ανάγκη δημιουργίας ενός ολοκληρωμένου και πολλαπλής αντιπροσωπευτικότητας συνόλου όσων εμπλέκονται στην ανάπτυξή τους, όπου θα ενυπάρχουν και θα γεφυρώνονται απόψεις διαφορετικών επιστημονικών ειδικοτήτων, διαφορετικών κοινωνικών ομάδων, διαφορετικών αξιακών συστημάτων.
Σήμερα εξακολουθεί να υπάρχει σημαντική διαφοροποίηση ανάμεσα στην ομάδα των μηχανικών της ψηφιακής τεχνολογίας και των μηχανικών γενικότερα, από τη μια πλευρά, και της ομάδας των επιστημόνων των κοινωνικών και ανθρωπιστικών σπουδών, από την άλλη πλευρά. Ετσι στο θέμα της τεχνητής νοημοσύνης οι παράλληλοι μονόλογοι των επιστημονικών ειδικοτήτων έχουν οδηγήσει σε σημαντικά πρακτικά προβλήματα, που συχνά θέτουν σε κίνδυνο βασικά δικαιώματα των πολιτών. Είναι επομένως απαραίτητο να σπάσουν τα στεγανά ανάμεσα στις διαφορετικές επιστημονικές ειδικότητες και τις διαφορετικές επαγγελματικές προελεύσεις ώστε να ενισχυθούν η διεπικοινωνία και η διαλειτουργικότητα.
Τα προγράμματα σπουδών των μηχανικών και γενικότερα των θετικών επιστημόνων θα πρέπει να εξυπηρετούν τον στόχο της διεπιστημονικότητας. Η φύση άλλωστε των κοινωνικών προβλημάτων που μεταφράζονται σε τεχνολογικά, και αντιστρόφως, σπάνια είναι μονοθεματική. Επομένως η αποτελεσματική επίλυσή τους απαιτεί πλατιές συνέργειες και βαθιές αλληλεπιδράσεις πολλών και διαφορετικών θεματικών πεδίων.
Παράλληλα, οι ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις έχουν δημιουργήσει σημαντικά διλήμματα ηθικής, δικαιοσύνης, λογοδοσίας, ασφαλείας κ.λπ. Ο μηχανικός και γενικότερα ο θετικός επιστήμονας που εμπλέκεται στην τεχνητή νοημοσύνη πρέπει να κατέχει σε βάθος τα ζητήματα της ειδικότητάς του και να μπορεί να σκέπτεται καινοτομικά. Παράλληλα όμως, δρώντας σε κομβικά σημεία λήψης και εκτέλεσης αποφάσεων και χειριζόμενος εργαλεία και μεθόδους, που συντίθενται σε πόλους με μεγάλη κατευθυντήρια δύναμη και με κατά κανόνα σημαντικές κοινωνικές συνέπειες, πρέπει να δρα στο πλαίσιο ενός επικαιροποιημένου κώδικα δεοντολογίας και ηθικής.
Απαιτείται επομένως μια νέα προσέγγιση σε αυτά τα προγράμματα σπουδών, ώστε οι παραπάνω διαφορετικές παράμετροι λήψης αποφάσεων να γίνονται γνωστές και να αξιολογούνται από τον κάθε μελλοντικό επιστήμονα κατά τη διάρκεια ακόμη της φοίτησής του, με στόχο την εξ αρχής διαμόρφωση μιας πιο ολοκληρωμένης προσωπικότητας και όχι εκ των υστέρων, σε μια προσπάθεια συγκόλλησης διαφορετικών προσεγγίσεων.
Απαραίτητο βήμα για την επίτευξη του παραπάνω στόχου είναι η ουσιαστική επαναφορά των κλασικών και ανθρωπιστικών σπουδών σε αυτά τα προγράμματα, και μάλιστα ως σημαντικό ποσοστό του συνολικού αριθμού μαθημάτων. Η επαφή με τη Φιλοσοφία και την Ιστορία θα θεμελιώσει πτυχές της ηθικής, της δεοντολογίας, της κοσμικής φιλοσοφικής παράδοσης και της δικαιοσύνης. Πτυχές και απόψεις τις οποίες η ανθρωπότητα διαμόρφωσε τις περασμένες χιλιετίες και επιβάλλεται να ενυπάρχουν στις αναδυόμενες τεχνολογίες. Θα εμπνεύσει επίσης τις νέες γενιές φοιτητών να επιδιώξουν τη δημιουργικότητα και την εφευρετικότητα για την ικανοποίηση των αναγκών της κοινωνίας υιοθετώντας την έννοια της καινοτομίας με υπευθυνότητα. Οι ανθρωπιστικές σπουδές θα εξασφαλίσουν ότι η τεχνολογική ανάπτυξη θα γίνεται με τρόπο που θα υπερασπίζει τα θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου, θα προωθεί τις πολιτιστικές αξίες και θα χρησιμοποιείται προς το συμφέρον των πολιτών χωρίς αποκλεισμούς.
Η Ελλάδα με την πολιτιστική της κληρονομιά, που αναγνωρίζεται παγκόσμια, μπορεί να γίνει η χώρα που θα πρωταγωνιστήσει στη δημιουργία ενός ρεύματος ανάδειξης της αναγκαιότητας σύζευξης των κλασικών αυτών αξιών με τις τεχνολογικές λογικές ανάπτυξης της μηχανικής μάθησης και τις ενυπάρχουσες τελολογικές προσεγγίσεις. Είναι μια τεράστια ευκαιρία για τη χώρα, που μπορεί έτσι να αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαμόρφωση ενός ολοκληρωμένου κώδικα διακυβέρνησης της τεχνητής νοημοσύνης, γεγονός που θα τη φέρει και θα τη διατηρήσει στο παγκόσμιο τεχνολογικό και πολιτιστικό προσκήνιο.
Ο κ. Γιάννης Γκόλιας είναι πρύτανης του ΕΜΠ.