Φτάνει στο τέλος του το κυβερνητικό νήμα. Και τις μέρες αυτές, που τους παρατηρώ τους κυβερνητικούς να οργανώνουν την εκλογική επιβίωσή τους, αισθάνομαι μια συμπάθεια. Νιώθω την ανάγκη μιας κάποιας κατανόησης.

Φαντάστηκαν τον εαυτό τους μεγάλο και αποδείχθηκαν μικροί για το μεγάλο. Πάντα με τον προφητικό, ανυπέρβλητο λόγο τους οι ποιητές έχουν, θαρρείς, μιλήσει για τους κυβερνητικούς, χωρίς να τους γνωρίσουν. «Μας υποσχέθηκαν ότι θα περπατήσουν πάνω στη θάλασσα, δεν μπορούν να βαδίσουν ούτε στη στεριά». Πόσο καλύτερα να λεχθεί.

Το υπερφίαλο φέρνει μέσα του την αδυναμία του εαυτού του. Και δεν μπορεί ποτέ να βαδίσει στους τόπους της φαντασίας του. Η κυβερνητική πολιτική ως εξαγγελία και ως αυτοχειραγώγηση ήταν ένα ναυάγιο που δεν είχε ακόμη συντελεστεί. Και πάλι οι ποιητές μάς προτρέπουν να «μιλήσουμε για το ναυάγιο αυτό και να το μνημονεύσουμε».

Αυτοί οι ναυαγοί της Ιστορίας κερδίζουν τη συμπάθειά μας. Τους θυμόμαστε τροπαιοφόρους να καλπάζουν στον κάμπο του αυτάρεσκου διχασμού. Ή εμείς ή αυτοί. Ηταν η κραυγή.

Τους φέρνουμε στη μνήμη μας τις ώρες του γοερού θρήνου και της οδύνης τους. Αυτοί οι απεσταλμένοι της Ιστορίας, το ίδιο το πνεύμα της, δεν είχαν τη δυνατότητα της καθολικής εξουσίας. Κάτι σαν οιμωγή στον χρόνο ακουγόταν η απελπισμένη ψυχή τους. «Πήραμε την κυβέρνηση, δεν πήραμε την εξουσία». Πώς να μη δείξεις συμπάθεια για τους ανθρώπους που οι κανόνες, η θητεία, το αστικό καθεστώς τούς εμπόδισαν να φέρουν σε πέρας το έργο της κοινής σωτηρίας;

Πώς να τους ξεχάσουμε όταν από το ιδεολογικό υψηλό βάθρο τους μας θύμιζαν τη δική μας ελαχιστότητα; Και μας καλούσαν να στοχαστούμε την ιστορική μικρότητά μας μπροστά στο δικό τους μεγαλείο; Το τετριμμένο της ύπαρξής μας, που αδυνατούσε να κατανοήσει τον μεγάλο σκοπό, που οι καθηγητές του ΣΥΡΙΖΑ, ως κωδικοποιητές της Αλήθειας, μας έλεγαν με την πρόταση «είμαστε στην καλή πλευρά της Ιστορίας»;

Και πώς να φύγει από την ακοή μας ο αντίλαλος της δυνατής ιαχής; Αυτό το μήνυμα που από τον υψηλό άμβωνα της αυτάρεσκης κυβερνητικής συνείδησης σείει το «ηθικό πλεονέκτημα»; Που αμφισβητεί κάθε ενεργούσα ατομικότητα και επιδιώκει να επιβάλει μέσα από τη μηχανική επανάληψη της δικής του δήθεν ηθικής υπεροχής την αλαζονεία και την αυθάδειά του;

Και η συμπάθειά μας δεν πρέπει παρά να μεγαλώσει, τώρα που βλέπουμε αυτούς τους πλάστες της Ιστορίας να σχεδιάζουν προγράμματα τετραετίας, να μιλούν με πεζούς αριθμούς και να προβαίνουν σε συμβατικές εξαγγελίες.

Ας συμμεριστούμε την αγωνία του τέλους τους, σε αυτή την έσχατη αυτοσκηνοθεσία στον τόπο του Μεγάρου. Εκεί σε κάποιον διάδρομο κυκλοφορεί μεταμφιεσμένη η ψευδής συνείδησή τους. Στη φαντασία της χτίζει τον νέο θρόνο της, σχεδιάζοντας νέα ερείπια.

Συμπάθεια.

Ο κ. Λευτέρης Κουσούλης είναι πολιτικός επιστήμονας.