Τα στοιχεία της έρευνας της PlasticsEurope είναι άκρως αποκαλυπτικά: η παγκόσμια παραγωγή ειδών από πλαστικό αυξάνεται κατά 4,5% ετησίως από το έτος 1990. Την τελευταία 25ετία ο πλανήτης έχει τριπλασιάσει τη χρήση πλαστικών προϊόντων. Και αν λάβει κανείς ως χρονολογία εκκίνησης των μετρήσεων το 1950, διαπιστώνει ότι η χρήση πλαστικού έχει αυξηθεί κατά 200 φορές!
Ασφαλώς οι έρευνες και οι φωτογραφίες που αποτυπώνουν την οικολογική καταστροφή που συντελείται από τα πλαστικά απορρίμματα (κυρίως στις θάλασσες) έχουν ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη, που μαζί με τις περιβαλλοντικών σκοπών Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις ασκούν όλο και ασφυκτικότερες πιέσεις στις κυβερνήσεις για τον περιορισμό της χρήσης του πλαστικού στην καθημερινή ζωή.
Η ψήφιση τον περασμένο Μάρτιο, για παράδειγμα, από το Ευρωκοινοβούλιο οδηγίας για την κατάργηση από το 2021 περίπου δέκα ευρείας κατανάλωσης πλαστικών αντικειμένων μιας χρήσης (πιάτα, μαχαιροπίρουνα, καλαμάκια, μπατονέτες…), εφόσον υπάρχουν εναλλακτικές, είναι ενθαρρυντική. Μοιάζει, όμως, σταγόνα στον ωκεανό αν αναλογιστεί κανείς ότι, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας (ΔΥΕ), ένας Αφρικανός ή Ινδός καταναλώνει κατά μέσον όρο 4 κιλά πλαστικού ετησίως, ενώ ένας Ευρωπαίος και ένας Αμερικανός καταναλώνουν 60 και 80 κιλά αντιστοίχως.
Είναι ασφαλώς ευπρόσδεκτη η προοπτική περιορισμού των κιλών πλαστικού που καταναλώνουν ετησίως τα περίπου 500 εκατ. των Ευρωπαίων. Πόσο μεγάλη δυναμική αύξησης της χρήσης πλαστικού έχουν, όμως, τα περίπου 2,5 δισεκατομμύρια των αναπτυσσόμενων Αφρικανών και Ινδών; Η ΔΥΕ εκτιμά ότι έως το 2050 η παγκόσμια κατανάλωση των βασικών πλαστικών (πολυαιθυλένιο, πολυπροπυλένιο, πολυστυρένιο, PVC) θα αυξηθεί κατά 70%.
Πιέσεις στους πελάτες
Στη Δύση πάντως «εδώ και περίπου 18 μήνες η κοινή γνώμη έχει ευαισθητοποιηθεί σημαντικά στο ζήτημα της ρύπανσης του πλανήτη – κυρίως των θαλασσών – από τα πλαστικά μιας χρήσης» σημειώνει στην οικονομική εφημερίδα «Les Echos» o ειδικευμένος στο ζήτημα Ρόμπιν Γουότερς της εταιρείας ερευνών IHS Markit. «Ουδείς υποστηρίζει πλέον ότι το πρόβλημα της ρύπανσης δεν μας αφορά» συμπληρώνει ο Ερίκ Κενέ, υπεύθυνος της PlasticsEurope για τη Δυτική Ευρώπη.
Την πίεση αυτή εκ μέρους των συνειδητοποιημένων περιβαλλοντικά καταναλωτών της Δύσης δέχονται κυρίως οι μεγάλοι πελάτες της βιομηχανίας πλαστικών, εταιρείες δηλαδή όπως η Coca-Cola, η Unilever ή η Danone. «Ο κλάδος των πλαστικών χάνει την αυτοπεποίθησή του και αρχίζει να ανησυχεί για το μέλλον των πωλήσεών του» δηλώνει στη γαλλική εφημερίδα η Ανιές Λε Ρουζίκ, επικεφαλής της καμπάνιας της Greenpeace για τη ρύπανση των θαλασσών με πλαστικά.
Η γαλλίδα ακτιβίστρια παρατηρεί ότι όλες οι μεγάλες εταιρείες πλαστικών ρητινών, ξεκινώντας από την αμερικανική Dow Chemicals και φθάνοντας ως τη γερμανική BASF, την ολλανδική LyondellBasell και τη γαλλική Total, έχουν θορυβηθεί από τη δαιμονοποίηση των προϊόντων που παράγουν, παρά το ότι ο τζίρος και τα κέρδη τους συνεχίζουν να αυξάνονται.
Κινητοποιούσαν τα λόμπι
Εχουν θορυβηθεί κυρίως επειδή δεν απέδωσε η αρχική αντίδρασή τους στη δαιμονοποίηση του πλαστικού. Αρχικά ο κλάδος συγκρότησε και κινητοποίησε τα γνωστά λόμπι πολιτικών, δημοσιολογούντων και άλλων «επιδραστικών» επιχειρώντας αφενός να εμποδίσει απαγορευτικές αποφάσεις σαν κι αυτή που ψήφισε το Ευρωκοινοβούλιο και αφετέρου να προπαγανδίσει στην κοινή γνώμη ότι εκείνοι που φωνασκούν κατά των πλαστικών είναι φανατικοί εχθροί του βιομηχανικού κόσμου και εν γένει του καπιταλισμού.
«Εσχάτως η συμπεριφορά των μεγάλων εταιρειών του κλάδου έχει αλλάξει. Η βιομηχανία έχει πάψει να υποβαθμίζει το πρόβλημα και έχει αρχίσει να αναζητεί λύσεις» σημειώνει ο Γουότερς της IHS Markit. Και θυμίζει ότι τον περασμένο Ιανουάριο περίπου 20 πολυεθνικές (μεταξύ αυτών οι Total, Procter & Gamble, Henkel, Suez και Veolia) συνέστησαν τη Συμμαχία για τον Τερματισμό των Πλαστικών Σκουπιδιών (Allience to End Plastic Waste). Οι πολυεθνικές υποσχέθηκαν να δαπανήσουν άνω του 1 δισ. δολαρίων την προσεχή πενταετία για τη χρηματοδότηση προγραμμάτων συλλογής και ανακύκλωσης πλαστικών στις αναπτυσσόμενες χώρες. Διότι το «κλειδί» της λύσης του προβλήματος των πλαστικών στον πλανήτη είναι η διάδοση και η εμπέδωση της ανακύκλωσης. Η μείωση της χρήσης των πλαστικών αφορά μόνο τους «προνομιούχους» υπερκαταναλωτές της Δύσης.
Τα δίκτυα δεν αρκούν για να κινήσουν τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα
Στις εσχατιές του ευρωπαϊκού Νότου οι κυβερνήσεις εξακολουθούν να πριμοδοτούν τη σκανδαλώδη ντιζελοκίνηση, αλλά στον σουηδικό Βορρά τα κίνητρα της κυβέρνησης της Στοκχόλμης για τη μετάβαση στην εποχή της ηλεκτροκίνησης εκτίναξαν τους πρώτους πέντε μήνες του 2019 τις πωλήσεις ηλεκτρικών αυτοκινήτων κατά 253% υψηλότερα συγκριτικά με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα πέρυσι. Η αλματώδης διάδοση της ηλεκτροκίνησης, όμως, εκτοξεύει στα ύψη τη ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια στην πρωτεύουσα και τις άλλες πόλεις της Σουηδίας. Σε βαθμό που, όπως αποκαλύπτει το Bloomberg, έχει φέρει στα όριά τους τα τοπικά ηλεκτρικά δίκτυα. Αλλωστε, για να επιτευχθεί ο στόχος της σουηδικής κυβέρνησης, που είναι να μηδενιστούν έως το έτος 2045 οι εκπομπές ρύπων διοξειδίου του άνθρακα στη χώρα, θα απαιτηθεί να κυκλοφορήσουν επιπλέον 2,5 εκατ. ηλεκτροκίνητα οχήματα έως τα τέλη της επόμενης δεκαετίας, σημειώνει ο ενεργειακός όμιλος Power Circle.
Και για να καταστεί δυνατή η θεαματική αύξηση του ηλεκτρικού στόλου των αυτοκινήτων παρά την περιορισμένη ενεργειακή δυνατότητα της χώρας, η λύση κατά την Power Circle είναι να δοθούν κίνητρα για να μη φορτίζουν οι Σουηδοί τα αυτοκίνητά τους τις ώρες αιχμής και, κυρίως, για να μοιράζονται τους συσσωρευτές των οχημάτων τους με τα τοπικά δίκτυα παραγωγής και διανομής. Για να επιστρέφουν, δηλαδή, πίσω την ενέργεια που δεν χρησιμοποιούν.
Εχουν μια μοναδικότητα τα σκανδιναβικά παραδείγματα. Και δυστυχώς δεν αρκούν για να αντισταθμίσουν την αδιαφορία άλλων, εξίσου ανεπτυγμένων χωρών, για την τύχη του πλανήτη. Σύμφωνα με την πετρελαϊκή ΒΡ, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα αυξήθηκαν κατά 2% το 2018 – είναι ο ταχύτερος ρυθμός αύξησης που καταγράφεται από το 2010-2011. Και για την αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης για ενέργεια ευθύνονται κατά τα δύο τρίτα οι ΗΠΑ.
«Ο στόχος της Συμφωνίας του Παρισιού για το Κλίμα να περιοριστεί στους 2 βαθμούς Κελσίου η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη συγκριτικά με το επίπεδο που είχε την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης μοιάζει ανέφικτος» δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της βρετανικής εταιρείας Μπομπ Ντάντλι.