Ο Αλέξης Τσίπρας έχει ήδη εξασφαλίσει μια θέση στην ιστορία ως ο πολιτικός εκείνος που κατάφερε να πάρει ένα μικρό κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς και να το κάνει ένα κόμμα κυβερνητικής εξουσίας. Την ίδια στιγμή ο τρόπος που οδεύει προς τις εκλογές, υπό το βάρος μιας βαριάς εκλογικής ήττας, σημαίνει και την ώρα του απολογισμού.
Ο άνθρωπος που οδήγησε ένα μικρό κόμμα στην εξουσία
Το μεγαλύτερο επίτευγμα του Αλέξη Τσίπρα είναι χωρίς αμφιβολία το γεγονός ότι οδήγησε στην εξουσία ένα μικρό κόμμα της αριστεράς, που αρκετές φορές είχε φτάσει στο όριο της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης.
Παρότι ήταν σε σημαντικό βαθμό ο Αλέκος Αλαβάνος αυτός που πρώτος διατύπωσε μια τέτοια κατεύθυνση, ο Αλέξης Τσίπρας ήταν αυτός που μπόρεσε την κρίσιμη ώρα, εν μέσω μεγάλης κοινωνικής αναταραχής και βαθιάς κρίσης εκπροσώπησης των συστημικών κομμάτων, να δει ότι υπάρχει ένα κρίσιμο πολιτικό κενό που μπορούσε να καλυφθεί από το αίτημα μιας «κυβέρνησης της αριστεράς» και μέσω αυτού του να συναντηθεί με την πολιτική αγωνία μεγάλου τμήματος της κοινωνίας.
Διάφορες παράμετροι συνέβαλαν σε αυτό. Καταρχάς ο Αλέξης Τσίπρας επέμεινε στο να κρατήσει τον ΣΥΡΙΖΑ εντός του «αντιμνημονιακού κινήματος» και δη σε πρωτοπόρα θέση. Αυτό άνοιξε το κόμμα του σε ένα πολύ ευρύτερο κοινό.
Έπειτα προσπάθησε να απαντήσει στην αγωνία για μια συνθήκη μειωμένης εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας, μέσα από την υιοθέτηση μιας «πατριωτικής ρητορικής» που σε ορισμένες πλευρές της θύμιζε την αντίστοιχη του ΠΑΣΟΚ και του Αντρέα Παπανδρέου στις αρχές της δεκαετίας του 1980.
Και βέβαια σε όλα αυτά προστέθηκε μια διαπίστωση που ήταν βαθιά εμπεδωμένη στην κοινωνία. Εφόσον μια χωρίς προηγούμενο σειρά κοινωνικών κινητοποιήσεων και συγκρούσεων στη διετία 2010-12 δεν είχαν οδηγήσει σε κάποια ανάσχεση των μνημονιακών μέτρων, τότε το μόνο που έμενε ήταν να υπάρξει μια πολιτική αλλαγή που να οδηγήσει και σε αλλαγή πολιτικής.
Όλα αυτά τα αντιλήφθηκε και αναγνώρισε ο Αλέξης Τσίπρας και μπόρεσε να αναδείξει τον ΣΥΡΙΖΑ ως την απάντηση σε ένα ευρύ φάσμα από ερωτήματα, έστω και εάν το ίδιο το κόμμα πολύ απείχε και από οργανωτική άποψη και από στρατηγική από το να είναι έτοιμο να μετασχηματιστεί σε κόμμα διακυβέρνησης.
Η βίαιη «ωρίμανση» του ΣΥΡΙΖΑ
Το δεύτερο μεγάλο επίτευγμα του ΣΥΡΙΖΑ ήταν αυτό που θα περιγραφεί ως η βίαιη «ωρίμανση» του ΣΥΡΙΖΑ, αυτό που οι επικριτές του συνήθως χαρακτηρίζουν ως «μετάλλαξη».
Ο Αλέξης Τσίπρας δεν υπέγραψε απλώς ένα μνημόνιο υπό το βάρος ενός δυσμενούς συσχετισμού δύναμης. Πήρε την ευθύνη η ελληνική αριστερά να ενστερνιστεί και να εφαρμόσει ένα φάσμα πολιτικών που μέχρι πρότινος κατήγγειλε.
Αρκεί να αναλογιστούμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αποδέχτηκε την τα πρωτογενή πλεονάσματα, δηλαδή τον πυρήνα μιας νεοφιλελεύθερης «δημοσιονομικής πειθαρχίας». Συμφώνησε με τη μισθολογική λιτότητα και στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα. Προώθησε μεγάλες ιδιωτικοποιήσεις. Αναγόρευσε τις ιδιωτικές επενδύσεις, συμπεριλαμβανομένων των άμεσων ξένων επενδύσεων σε βασικό μοχλό ανάπτυξης. Αποδέχτηκε ότι χρειάζεται ένας βαθμός ελαστικοποίησης της αγοράς εργασίας.
Σε όλα αυτά απλώς προσθέτει κάποια μέτρα ήπιας κοινωνικής αναδιανομής, περισσότερο με το χαρακτήρα της κοινωνικής προστασίας έναντι του αποκλεισμού, παρά τα αμφισβήτησης της ισχύος του πλούτου.
Στην πραγματικότητα, σήμερα η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, ανεξαρτήτως ρητορικής, λίγο απέχει από το μέσο όρο των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στην Ευρώπη. Άλλωστε, είναι ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας που κατεξοχήν υιοθέτησε τη ρητορική ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πια «ριζοσπαστική αριστερά» (μια φράση ξεχασμένη πια από τον ΣΥΡΙΖΑ, παρότι περιλαμβάνεται στο όνομα του κόμματος), αλλά «προοδευτική παράταξη», δηλαδή μια διεκδίκηση του χώρου της κεντροαριστεράς που τον τρόπο που ιστορικά την εκπροσώπησε το ΠΑΣΟΚ.
Η αποτελεσματική εφαρμογή του μνημονίου
Το τρίτο επίτευγμά του ο Αλέξης Τσίπρας το αναφέρει πάντοτε ως προς την κατάληξη. «Βγάλαμε τη χώρα από τα μνημόνια». Μόνο που στην πραγματικότητα η πραγματική επιτυχία ήταν ότι κατάφερε να εφαρμόσει ένα πλατύ φάσμα σκληρών μνημονιακών μέτρων, χωρίς να συναντήσει ένα τεράστιο κύμα κοινωνικών αντιδράσεων σαν κι αυτά που είχαν να αντιμετωπίσουν οι προηγούμενες κυβερνήσεις.
Βέβαια αυτό σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στο ότι η κοινωνία ήταν πια αρκετά κουρασμένη από τις επιπτώσεις της λιτότητας και κυρίως αποκαρδιωμένη από τις παλινωδίες του καλοκαιριού του 2015, όμως και πάλι το γεγονός παραμένει ότι ο Αλέξης Τσίπρας ήταν αυτός που εμπέδωσε ένα ολόκληρο μνημόνιο, εισπράττοντας μεν εκλογική αποδοκιμασία, αλλά όχι το είδος της απαξίωσης που εισέπραξαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις.
Με έναν ανάλογο τρόπο ο Αλέξης Τσίπρας μπορεί να πιστωθεί και τη Συμφωνία των Πρεσπών. Μπορεί να έχει ένα πολιτικό κόστος, που σε μεγάλο βαθμό σχετίζεται με το πώς δεν επέλεξε έγκαιρα να ανοίξει τη σχετική συζήτηση στην κοινωνία, όμως δεν είναι λίγοι εκείνοι που βλέπουν με ανακούφιση ότι μπόρεσε να κλείσει το σχετικό θέμα.
Η υποτίμηση του ρήγματος με το ίδιο το ακροατήριό του
Περνώντας στα λάθη του Αλέξη Τρίπρα, θα διαπιστώσουμε ότι αποτελούν την άλλη πλευρά του νομίσματος των επιτευγμάτων του.
Το βασικότερο ήταν ότι ο Αλέξης Τσίπρας ήρθε σε ρήξη με ένα σημαντικό μέρος του ακροατηρίου του. Αυτό μπορεί να μην φάνηκε στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, όμως φάνηκε και μετά και ήταν ο καθοριστικός παράγοντας που διαμόρφωσε και τον αρνητικό συσχετισμό στις ευρωεκλογές.
Γιατί ο Αλέξης Τσίπρας βρέθηκε στην εξουσία εκπροσωπώντας ένα αίτημα αλλαγής που δεν ήρθε. Και αυτό μέτρησε ακριβώς στο ακροατήριο που τον εκτίναξε στην εξουσία, έστω και εάν κατάφερε να συγκρατήσει ένα σημαντικό μέρος του γύρω από το φόβο για το χειρότερο και την υπόσχεση μιας ήπιας αναδιανομής.
Η αποκοπή από τις ιστορικές παραδόσεις της αριστεράς
Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας μπορεί να κατέλαβαν, εν μέρει ήδη από το 2012 έναν πολιτικό χώρο ανάλογο με αυτό της ιστορικής κεντροαριστεράς και του ΠΑΣΟΚ, όμως αυτό το κατάφεραν ακριβώς επειδή μπορούσαν να εκπροσωπούν μια διαφορετική πολιτική κατεύθυνση τόσο ως προς το ριζοσπαστισμό όσο και ως προς την ηθική.
Μπορεί δηλαδή οι άνθρωποι που ακολούθησαν τον ΣΥΡΙΖΑ να μην ήταν αριστεροί (ούτε και να ήθελαν να γίνουν) όμως σε εκείνη τη φάση ήθελαν όντως ένα αριστερό κόμμα, δηλαδή ένα κόμμα που να μη φοβηθεί τη ρήξη και που να εκπροσωπήσει μια άλλη ηθική στην εξουσία.
Με το να μεταλλάσσεται σε ένα ανοιχτά σοσιαλδημοκρατικό κόμμα αλλά και με το να δείχνει έντονα σημάδια φθοράς της εξουσίας (από τις υποθέσεις τύπου Πετσίτη μέχρι τις μετατάξεις της τελευταίας στιγμής) ο ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύει να αποξενωθεί από ευρύτερα στρώματα που μπορεί να μην θέλουν πολιτικά κάτι παραπάνω από ό,τι σήμερα προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ, όμως θα ήθελαν να αισθάνονται ότι παραμένει ένα διαφορετικό κόμμα από τα υπόλοιπα.
Η απουσία μιας εναλλακτικής αφήγησης
Όμως, η επιλογή με το μεγαλύτερο κόστος για τον Αλέξη Τσίπρα, ήταν η ίδια η επιλογή που έκανε το καλοκαίρι του 2015, όταν θεωρήθηκε ότι το βασικό ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ να παραμείνει στην εξουσία, ακόμη και εφαρμόζοντας μνημόνια. Το τίμημα αυτής της επιλογής δεν ήταν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αναγκάστηκε να εφαρμόσει κάποια δυσάρεστα μέτρα, μια που τέτοιοι συμβιβασμοί υπάρχουν στην πολιτική. Το βασικό ήταν ότι δεσμεύτηκε ότι αυτός θα ήταν ο μόνος ορίζοντας πολιτικής.
Μόνο που με το να στενέψει τόσο πολύ τον ίδιο τον ιστορικό ορίζοντα, ο Αλέξης Τσίπρας έχει σήμερα πραγματική δυσκολία να πείσει ότι έχει να προσφέρει ένα εναλλακτικό αφήγημα για τη χώρα που να μπορεί να της δώσει άλλη πνοή.
Τα «μνημόνια με ανθρώπινο» πρόσωπο δεν αποτελούν εναλλακτικό αφήγημα, αντίθετα οδηγούν την κοινωνία στο «δεν υπάρχει εναλλακτική» και τελικά στον κυνισμό και την εξατομικευμένη αναζήτηση τεχνικών επιβίωσης. Μόνο που αυτό ευνοεί τελικά τις συντηρητικές και «συστημικές» δυνάμεις.
Στην πραγματικότητα το μεγαλύτερο επίτευγμα του Αλέξη Τσίπρα είναι και το μεγαλύτερο λάθος. Κατορθώνοντας να αποδείξει ότι τελικά η αριστερά μπορούσε να εφαρμόσει αποτελεσματικότερα τις μνημονιακές πολιτικές, τελικά κατάφερε να φτιάξει ένα τοπίο όπου η αριστερά δεν αποτελούσε πια την ελπίδα μιας εναλλακτικής ιστορικής πορείας.