Ιστορική αναδρομή στην ελληνική κρίση κάνει ο ESM στο βιβλίο που εξέδωσε, φωτίζοντας κρίσιμες στιγμές, όπου πραγματικά το μέλλον της χώρας κρεμόταν από μια κλωστή, τη δυσκολία των διαπραγματεύσεων και τα τεστ αντοχής των πιστωτών, τον ρόλο που έπαιξε ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας.
Σε ειδική έκδοση 424 σελίδων, με τίτλο: «Περιφρουρώντας το ευρώ σε καιρούς κρίσης – Η ιστορία του ESM από μέσα», ο ESM μέσα από δηλώσεις Ευρωπαίων και άλλων πολιτικών και τεχνοκρατών, περιγράφει τα γεγονότα που σημάδεψαν την τελευταία δεκαετία.
Αναλύει τις συνθήκες υπό τις οποίες η κυβέρνηση Σαμαρά τράβηξε χειρόφρενο το 2014 και η κυβέρνηση Τσίπρα οδηγήθηκε σε στροφή 180 μοιρών το 2015.
«Τον Ιούνιο του 2015 το Grexit ήταν πολύ, πολύ κοντά» αποκαλύπτει ο Κλάους Ρέγκλινγκ, ενώ τονίζεται και η δήλωση του Ζαν Κλοντ Γιούνκερ ότι «Η ΕΕ είχε ένα σχέδιο Grexit «λεπτομερώς προετοιμασμένο»»
Στο βίντεο που προλογίζει το βιβλίο ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ λέει πώς δημιουργήθηκε ο Μηχανισμός. Όταν μου ζητήθηκε να δημιουργήσω το ταμείο διάσωσης το 2010 το μόνο που είχα ήταν ένα άδειο γραφείο, ένα λάπτοπ, ένα κινητό τηλέφωνο και μία μηχανή του εσπρέσο…. Σήμερα ο ESM έχει προσωπικό 180 ατόμων, έχουμε διαθέσει κοντά στα 300 δισ. ευρώ σε δάνεια διάσωσης για πέντε χώρες. Χωρίς τη βοήθεια του Μηχανισμού κάποιες χώρες μάλλον θα είχαν αναγκαστεί σε έξοδο από την ευρωζώνη. Αλλά τώρα με την κρίση πίσω μας, τώρα είναι η ώρα να πούμε την ιστορία μας…».
Στη συνέχεια στελέχη του ESM και συγγραφείς του βιβλίου εξηγούν πώς συλλέχθηκε το υλικό, από συζητήσεις και συνεντεύξεις των πρωταγωνιστών, (Σόιμπλε, Λαγκαρντ, Ντράγκι, Γιούνκερ, ΥΠΟΙΚ της ευρωζώνης) αλλά και με τα στελέχη του ESM που τράβηξαν κουπί, προσπαθώντας να βρουν λύσεις σε δυσεπίλυτα προβλήματα με τον χρόνο να μην είναι σύμμαχός τους.
O εκτροχιασμός του τρένου – Η ελλάδα σήμανε τον συναγερμό
Με τίτλο κεφαλαίου «Εκτροχιασμός Τρένου: η Ελλάδα σημάνει τον συναγερμό» στο βιβλίο αναφέρεται ότι η Ελλάδα ήταν αυτή που σήμανε τον συναγερμό για την ευρωζώνη.
Οι προοπτικές της ευρωζώνης σκοτείνιασαν τον Οκτώβριο του 2009, όταν η νεοεκλεγείσα ελληνική κυβέρνηση, υπό την ηγεσία του Γεωργίου Παπανδρέου, γνωστοποίησε πως το έλλειμμα του προϋπολογισμού της χώρας ήταν πολύ υψηλότερο απ’ όσο είχε ανακοινωθεί αρχικά.
Όταν η νέα κυβέρνηση της Ελλάδας επανεξέτασε τα στοιχεία, είδε πως το χάσμα στον προϋπολογισμό της χώρας, το έλλειμμα μεταξύ εσόδων και δαπανών, προβλεπόταν γύρω στο 12,5% του ΑΕΠ, έναντι της πρόβλεψης για 3,7% του ΑΕΠ που είχε υποβάλει η προηγούμενη κυβέρνηση. Ήταν τέσσερις φορές υψηλότερο από το ανώτατο όριο του 3% που προβλέπουν οι κατευθυντήριες γραμμές για τους προϋπολογισμούς της ευρωζώνης.
Το ευρώ κατέγραψε πτώση περίπου 6% έναντι του δολαρίου τον Δεκέμβριο και υποχώρησε έναντι των νομισμάτων των μεγάλων εμπορικών εταίρων της ΕΕ. Οι ηγέτες της ΕΕ άρχισαν να χάνουν την υπομονή τους με την κυβέρνηση της Ελλάδας και ο υπόλοιπος κόσμος περίμενε να δει αν τα ελληνικά προβλήματα θα εξαπλώνονταν και αλλού.
Ο Geithner (σ.σ. Timothy Geithner, πρώην κεντρικός τραπεζίτης των ΗΠΑ και υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση του Μπαράκ Ομπάμα από το 2009 έως το 2013), ο οποίος ήταν από τους επικεφαλής της αμερικανικής «απάντησης» στη χειρότερη χρηματοοικονομική κρίση που αντιμετώπισαν οι ΗΠΑ από τη Μεγάλη Υφεση, ήταν μια από τις πρώτες φωνές που απηύθυναν έκκληση στην Ευρώπη να αποτρέψει μια χρεοκοπία της Ελλάδας, προκειμένου να προστατεύσει την ευρωζώνη στο σύνολό της.
Η πολιτική συναντίληψη στην ΕΕ ήταν πως η Ελλάδα έφταιγε για τα προβλήματά της, σημειώνεται στο βιβλίο του ESM.
O Geithner φοβόταν πως η ελληνική οικονομία θα οδηγούνταν στο χείλος του γκρεμού, αν έπρεπε να βασιστεί μόνο στις περικοπές στον προϋπολογισμό και σε αυτό που ο ίδιος αποκαλούσε «εκδίκηση σε στυλ Παλαιάς Διαθήκης».
Αν η ευρωζώνη επέτρεπε σε μια χώρα της να χρεοκοπήσει, τότε οι χρηματαγορές μπορεί να αποσύρονταν μαζικά από το νομισματικό μπλοκ, πουλώντας κρατικά ομόλογα της ευρωζώνης ή απαιτώντας τιμωρητικά υψηλά επιτόκια για να τα κρατήσουν.
Κατόπιν του ελληνικού αιτήματος, οι διαπραγματεύσεις για τη διάσωση κινήθηκαν με ταχύ ρυθμό. Στις 2 Μαΐου του 2010 το Eurogroup συμφώνησε να χορηγήσει διμερή δάνεια, τα οποία θα διαχειριζόταν συλλογικά η Κομισιόν, συνολικού ποσού 80 δισ. ευρώ, και θα εκταμιεύονταν στο διάστημα από τον Μάιο του 2010 έως τον Ιούνιο του 2013.
Η Γερμανία έβαλε το μεγαλύτερο μερίδιο από οποιοδήποτε κράτος-μέλος της ευρωζώνης, δεσμευόμενη να προσφέρει έως 22 δισ. ευρώ. Όμως, σε αντίθεση με άλλα κράτη-μέλη, που χρηματοδότησαν άμεσα τα ελληνικά δάνεια, η Γερμανία ανέθεσε την πιστωτική γραμμή στην κρατική της αναπτυξιακή τράπεζα, KfW. Μαζί με την ευρωζώνη, το ΔΝΤ έβαλε επιπλέον 30 δισ. ευρώ, στο πλαίσιο μιας συμφωνίας stand-by.
Αν και ο αρχικός σχεδιασμός δεν ήταν ιδανικός, αναφέρεται στο βιβλίο του ESM, η ευρωζώνη και οι σύμμαχοί της ενώθηκαν προκειμένου να προστατεύσουν τη νομισματική ένωση.
Ο Maarten Verwey (σ.σ. ανώτατος αξιωματούχος του ολλανδικού υπουργείου Οικονομικών την περίοδο εκείνη, ο οποίος μετακόμισε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Σεπτέμβριο του 2011) αναφέρει πως «η ιδέα πίσω από τον μηχανισμό δανειακής διευκόλυνσης της Ελλάδας (Greek Loan Facility – GLF) ήταν πως θα κάνουμε κάτι για την Ελλάδα τώρα, γρήγορα. Διότι ο κόσμος φοβόταν πως θα υπήρχε μετάσταση, αν δεν αναλαμβάναμε δράση. Φοβούνταν ιδιαίτερα τη μετάσταση μέσω του χρηματοοικονομικού καναλιού, μέσω της έκθεσης των τραπεζών στην Ελλάδα -σε χώρες εκτός Ελλάδας-, άρα κάτι έπρεπε να γίνει».
Το δεύτερο δάνειο διάσωσης
Με τον πρώην αντιπρόεδρο της ΕΚΤ, Λουκά Παπαδήμο, να έχει οριστεί ως προσωρινός πρωθυπουργός της Ελλάδας τον Νοέμβριο του 2011, η χώρα άρχισε γρήγορα να ετοιμάζεται για ένα δεύτερο πρόγραμμα διάσωσης. Πρώτη στην ατζέντα ήταν η προτεινόμενη ανταλλαγή χρέους του ιδιωτικού τομέα. Προσπάθεια που είχε γίνει στα τέλη του 2011, ώστε να υπάρξει κάποια συμφωνία, είχε καταρρεύσει, άρα οι διαπραγματεύσεις έπρεπε να ξεκινήσουν και πάλι σε μεγαλύτερη κλίμακα.
Στις 9 Μαρτίου, ξεκίνησε η συμφωνία ανταλλαγής του χρέους του ιδιωτικού τομέα ή PSI. Οι απομειώσεις προχώρησαν σε «εθελοντική» βάση, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να γλιτώσει την άτακτη χρεοκοπία και την αλυσιδωτή αντίδραση οικονομικών επιπτώσεων που θα τη συνόδευαν.
Οι επενδυτές που συμμετείχαν, αποδέχθηκαν απομείωση 53,5% στο αρχικό ποσό των υφιστάμενων ομολόγων τους, με αντάλλαγμα ένα πακέτο νέων ελληνικών ομολόγων, βραχυπρόθεσμων τίτλων του EFSF και επιπλέον τίτλων που συνδέονταν με τον ρυθμό ανάπτυξης της Ελλάδας.
Από τα συνολικού ύψους 206 δισ. ευρώ ομολόγων που μπορούσαν να ενταχθούν στο PSI, έγινε ανταλλαγή ομολόγων περίπου 199 δισ. ευρώ, ή του 96,9%, ξεπερνώντας άνετα το ελάχιστο όριο του 75% που απαιτούνταν προκειμένου να προχωρήσει το εγχείρημα.
Το 2014 η Ελλάδα έβγαινε από το πρόγραμμα αλλά…
Το 2013 και το πρώτο εξάμηνο του 2014 το δεύτερο πρόγραμμα στήριξης εξελισσόταν εν πολλοίς όπως είχε σχεδιαστεί. Το 2013 ο EFSF εκταμίευσε οχτώ δόσεις συνολικού ύψους 25,3 δισ. ευρώ και για λίγο το 2014 φαινόταν ότι οι προοπτικές της Ελλάδας βελτιώνονται, αναφέρεται στην έκδοση, που υπενθυμίζει ότι τότε για πρώτη φορά από το 2007 η οικονομία επέστρεψε σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Οι αποδόσεις των δεκαετών ομολόγων είχαν σταθεροποιηθεί κοντά στο 6% το καλοκαίρι του 2014 και η κυβέρνηση προχωρούσε σε μία προσεχτική επιστροφή στην αγορά, με δύο εκδόσεις ομολόγων, έχοντας πετύχει «μία εντυπωσιακή βελτίωση του προϋπολογισμού».
Η Ελλάδα είχε πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα 1,2 δισ. ευρώ ήδη από το 2013. Παράλληλα οι τράπεζες αντλούσαν ιδιωτικά κεφάλαια και εξέδιδαν ομόλογα.
Περί τα μέσα του 2014, η Ελλάδα σύμφωνα πάντα με τον ESM φαινόταν να έχει την ευκαιρία να ολοκληρώσει το πρόγραμμά της, όπως είχαν πετύχει τόσο η Ιρλανδία όσο και η Πορτογαλία.
«Σε κάποιο σημείο έμοιαζε ότι θα μπορούσαν να βγουν, θα μπορούσαν να λάβουν μία πιστωτική γραμμή και η ανάπτυξη είχε επιστρέψει» δηλώνει χαρακτηριστικά ο επικεφαλής οικονομολόγος του μηχανισμού, Ρολφ Στράουχ. Ωστόσο τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν έτσι.
«Η μεταρρυθμιστική δυναμική επιβραδύνθηκε το δεύτερο εξάμηνο του έτους, καθώς η Ελλάδα βρισκόταν υπό το βάρος πολιτικής αναταραχής και έξι ετών ύφεσης» αναφέρεται.
Το μεγαλύτερο λάθος έγινε το 2014. Αυτό επισημαίνει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιάννης Στουρνάρας. «Ήταν μεγάλο λάθος το γεγονός ότι δεν έκλεισε η αξιολόγηση, εξαιτίας ενός δημοσιονομικού κενού λίγων εκατομμυρίων ευρώ» σχολιάζει.
Προς το δεύτερο εξάμηνο του 2014 η κυβέρνηση Σαμαρά είχε εξαντλήσει το πολιτικό της κεφάλαιο και ουσιαστικά αδυνατούσε να προχωρήσει μπροστά σε σημαντικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, όπως επισημαίνεται.
Η κυβέρνηση είχε επομένως μείνει πίσω σε ορισμένα μέτρα, που είχαν συμφωνηθεί με το ΔΝΤ. Από την πλευρά των Ευρωπαίων η απόκλιση από τους στόχους ήταν μικρότερη, αλλά όπως εξηγεί ο Στράουχ, δεν περιοριζόταν μόνο στο ζήτημα του προϋπολογισμού.
Προς τα τέλη του έτους, ο Αντώνης Σαμαράς αισθανόταν πως δεν έχει πια την αναγκαία πολιτική στήριξη για τον τελευταίο γύρο περικοπών στον προϋπολογισμό και διαρθρωτικά μέτρα, που απαιτούνταν για να εξασφαλίσει την έγκριση της τρόικας. Έχοντας να αντιμετωπίσει την μειωμένη στήριξη στο εσωτερικό, επεδίωξε μεγαλύτερη επιείκεια από τους Ευρωπαίους ηγέτες, αλλά αρνήθηκαν να αφήσουν τις πολιτικές εξελίξεις να υπαγορεύσουν την πορεία της αξιολόγησης. Σε εκείνο το σημείο ο Σαμαράς δεν είχε άλλη επιλογή από το να πάει σε εκλογές, όπως αναφέρεται.
«Τον τελευταίο μήνα που ήταν στην εξουσία, ο Σαμαράς δεν μπορούσε πια να προωθεί το είδος των ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων που ζητούσαμε. Αυτό ήταν το αδιέξοδο» σημειώνει ο επικεφαλής οικονομολόγος του ESM.
Έτσι στις 8 Δεκεμβρίου 2014 ο Έλληνας πρωθυπουργός ανακοίνωσε πρόωρη εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Η πολιτική αβεβαιότητα τρόμαξε τις αγορές, με το Χ.Α. να κάνει την επομένη βουτιά 12,78%, στη μεγαλύτερη ημερήσια πτώση από το 1987. Η χρονιά έκλεισε με πολιτικό αδιέξοδο, καθώς η ελληνική βουλή απέτυχε να επιλέξει τον νέο πρόεδρο και η κυβέρνηση Σαμαρά κατέρρευσε.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ανεβαίνει στην εξουσία – Η μεγαλύτερη δοκιμασία στις σχέσεις ΕΕ-Ελλάδα
Στη συνέχεια, στο βιβλίο του ESM γίνεται αναφορά στις εκλογές του 2015 και στην άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Στις 25 Ιανουαρίου του 2015 διενεργήθηκαν βουλευτικές εκλογές στην Ελλάδα, με τον Αντώνη Σαμαρά να εκπροσωπεί τόσο τη συνέχεια όσο και την περαιτέρω λιτότητα, και τον ΣΥΡΙΖΑ τη ρήξη με το παλιό και την αντίσταση στις περαιτέρω περικοπές δαπανών.
Καθώς τελείωνε ο χρόνος για το δεύτερο πρόγραμμα διάσωσης το 2015, η Ελλάδα και η ευρωζώνη ήρθαν αντιμέτωπες με τη μεγαλύτερη μέχρι τότε δοκιμασία τους.
Στο χείλος του γκρεμού
Οι Έλληνες ψηφοφόροι, δυσφορώντας για τις περικοπές σε μισθούς και συντάξεις που απαιτούσε η τρόικα, επιδίωξαν την αλλαγή, μέσω του ΣΥΡΙΖΑ, του κόμματος που ηγούνταν ο χαρισματικός νεοφερμένος Αλέξης Τσίπρας. Στις 26 Ιανουαρίου του 2015, έγινε πρωθυπουργός, ενώ απέμενε ένας μήνας για να λήξει το δεύτερο πρόγραμμα διάσωσης και δεν διαφαινόταν καμία προοπτική συμφωνίας για την τελική αξιολόγηση.
Αντί να πέσει με τα μούτρα στις διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές, όμως, ο Τσίπρας «ζύγισε» τις επιλογές του. Το Eurogroup αντιλήφθηκε πως η νέα κυβέρνηση θα χρειαζόταν χρόνο για να βρει μια στρατηγική.
Όμως ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν αρχικά ανένδοτος στο να ζητήσει παράταση του υφιστάμενου προγράμματος διάσωσης, καθώς η βασική του προεκλογική δέσμευση ήταν πως θα διώξει την τρόικα.
Η νέα κυβέρνηση έκανε μια καλόπιστη προσπάθεια να αντανακλά την αγανάκτηση των Ελλήνων ψηφοφόρων για τις επιπτώσεις των προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής, σύμφωνα με τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, έναν από τους βασικούς διαπραγματευτές του Τσίπρα, ο οποίος έγινε υπουργός Οικονομικών στα μέσα του 2015.
«Νομίζω πως η ελληνική κυβέρνηση τους πρώτους έξι μήνες προσπάθησε να αλλάξει την ατζέντα. Πίστευε πραγματικά ότι δεν μπορούσαμε να αγνοήσουμε τη λαϊκή ψήφο, που έλεγε ότι απαιτείται αλλαγή στην κατεύθυνση πολιτικής και προσπάθησε να το εξηγήσει στους Ευρωπαίους» δηλώνει ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος.
«Άξιζε ο κόπος να προσπαθήσουμε την αλλαγή. Όντως ήγειρε πολλά ζητήματα. Όμως πολλά από τα θέματα που θέσαμε τους πρώτους έξι μήνες, τώρα συζητιούνται πολύ σοβαρά» προσθέτει.
Η εποχή Βαρουφάκη
Η πολιτική αλλαγή σήμαινε το τέλος της εύθραυστης εργασίας με τους διεθνείς πιστωτές που είχε βοηθήσει στο να προχωρήσει το δεύτερο πρόγραμμα έως εκεί που έφτασε, γράφει η πολυσέλιδη έκδοση. Από την πλευρά των αρχών της Ευρωζώνης η Ελλάδα το πρώτο εξάμηνο του 2015 είχε γυρίσει την πλάτη της σε προηγούμενες συμφωνίες και έχασε το δρόμο της για την έξοδο από την κρίση.
«Οι ελληνικές αρχές αποφάσισαν να μην τηρήσουν πια τη συμφωνία με τους διεθνείς πιστωτές μετά τις εκλογές του 2015. Επομένως το ελληνικό πρόγραμμα στήριξης εκτροχιάστηκε πλήρως» αναφέρει ο τότε επικεφαλής του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ.
Όταν βρέθηκε για πρώτη φορά ενώπιον των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης ο τότε υπουργός, Γιάνης Βαρουφάκης, τάχθηκε υπέρ της αύξησης του κατώτατου μισθού, ήταν επιφυλακτικός απέναντι στις ιδιωτικοποιήσεις και ζήτησε ένα δάνειο- γέφυρα για να καλύψει τις ανάγκες της Ελλάδας για τους επόμενους λίγους μήνες.
«Για μία σύντομη περίοδο ο Βαρουφάκης τραβούσε την προσοχή όσο και το ελληνικό χρέος, οι αποδόσεις των ομολόγων, οι περικοπές στις συντάξεις ή οι πωλήσεις ενεργητικού. Οι επικριτές τον κατηγορούσαν ότι έχασε την ευκαιρία να εξασφαλίσει υποχωρήσεις για τη νέα κυβέρνηση» αναφέρεται χαρακτηριστικά για τον κ. Βαρουφάκη.
Υπενθυμίζεται δε η δήλωση του Γκίκα Χαρδούβελη (από τον οποίο ο κ. Βαρουφάκης, παρέλαβε το υπουργείο Οικονομικών) στις 3 Αυγούστου του 2015 στον New Yorker ότι ο διάδοχός του «Κατάφερε να έχει 18 εχθρούς. Μόνο αυτό πέτυχε».
Το αποτέλεσμα ήταν ο Τσίπρας να ανεβάσει τις διαπραγματεύσεις στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο. Έως τότε δεν ήταν συνηθισμένο οι επικεφαλής των κυβερνήσεων να συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις για τα προγράμματα διάσωσης, αφού το καθήκοντα αυτό είχαν οι υπουργοί Οικονομικών και οι συνεργάτες τους.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες έκαναν μία παραχώρηση σε επίπεδο συμβολισμού, εγκαταλείποντας τον όρο τρόικα και με μία ενδιάμεση στάση στο «quadriga» άρχισαν να αναφέρονται στις αρχές με τον όρο «οι θεσμοί». Ήταν μία προσπάθεια να περιοριστεί η αντίσταση της ελληνικής κοινής γνώμης στην εποπτεία της τρόικα. «Οι Έλληνες είχαν πάθει εμμονή με αυτό. Εγώ σκεφτόμουν, μα πόσο σημαντικό να είναι ένα όνομα;» σχολιάζει ο Τόμας Βίζερ, πρώην πρόεδρος του Euroworking Group.
«Από το Μάρτιο έως τον Ιούλιο κλιμακώθηκε η διαδικασία για την Ελλάδα. Δημιουργήθηκε ένα «δωμάτιο έκτακτης ανάγκης» για την περίπτωση χρεοκοπίας, με διαδικασίες για τις νομικές πράξεις, που θα έπρεπε να υπογραφούν κτλ. Ήταν αρκετό δύσκολο, αλλά έγινε για να διαβεβαιωθούν τα μέλη ότι ήμασταν προετοιμασμένοι για παν αρνητικό ενδεχόμενο» αποκαλύπτει ο Νικολα Τζιαμαρόλι, εκπρόσωπος του ESM στα ανώτατα κλιμάκια των θεσμών.
Ο Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος ανέλαβε τη διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδας τον Ιούνιο του 2014, σημειώνει ότι ο Βαρουφάκης απάντησε στις αυξανόμενες εντάσεις στους κόλπους του Eurogroup, επικαλούμενος ένα Σχέδιο Β, αντί να στραφεί σε πιο πραγματιστικές λύσεις. Οι συζητήσεις για χρήματα από τη Ρωσία, παράλληλα νομίσματα ή ακόμη και να πάρει η κυβέρνηση τον έλεγχο της κεντρικής τράπεζας επισκίασαν τις διαπραγματεύσεις, φθείροντας την εμπιστοσύνη της κοινής γνώμης και αναστατώνοντας ακόμη περισσότερο τις αγορές.
Capital controls και όλα στον άερα
Την Κυριακή 28 Ιουνίου, η Ελλάδα ανακοίνωσε πως θα επέβαλε περιορισμό στη διακίνηση κεφαλαίων και τραπεζική αργία με το άνοιγμα των αγορών τη Δευτέρα. Την επόμενη ημέρα, την Τρίτη, έληξε το δεύτερο πρόγραμμα διάσωσης, βάζοντας τέλος στην όποια προοπτική περαιτέρω δανεισμού από τον EFSF.
«Κυριακή 28 Ιουνίου. Η ελληνική κυβέρνηση ανακοινώνει capital controls. Οι Έλληνες πολίτες θα αντιμετώπιζαν μια επίπονη εβδομάδα. Χωρίς πρόσβαση στις τράπεζες και με καμία προοπτική διεθνούς βοήθειας» αναφέρει ο ESM.
Η Ελλάδα έχασε μια πληρωμή προς το ΔΝΤ, το Eurogroup ήταν ανυποχώρητο, και οι Έλληνες πολίτες πέρασαν μια δύσκολη εβδομάδα κατά την οποία δεν είχαν καμία πρόσβαση στις τράπεζές τους και καμία προοπτική για διεθνή βοήθεια.
«Τα capital controls ήταν ένα μέτρο για την κρίση» επισήμανε ο διευθυντής του ESM, Klaus Regling. «Δεν θα έπρεπε να συμβούν σε μια νομισματική ένωση, αν και αυτή ήταν η δεύτερη φορά -επιβλήθηκαν επίσης στην Κύπρο το 2013. Ωστόσο, και πάλι ήταν ένα σοκ. Θα ήταν καλύτερα να μην περιέλθουμε σε κατάσταση όπου αυτό γίνεται αναπόφευκτο. Όμως, δεδομένου του πού βρισκόταν η Ελλάδα, δεν υπήρχε επιλογή».
Το δημοψήφισμα
Στις 5 Ιουλίου έγινε το δημοψήφισμα, υπενθυμίζει στο βιβλίο του ο ESM. Η οργή του λαού ήταν ξεκάθαρη: οι Έλληνες ψηφοφόροι ψήφισαν με 61% έναντι 39% να αποκηρύξουν τους διεθνείς πιστωτές και να διαμαρτυρηθούν για τις δυσκολίες που είχαν υποστεί από τότε που αποκαλύφθηκε η έκταση των δημοσιονομικών προβλημάτων της ελληνικής κυβέρνησης.
Στις 8 Ιουλίου, ο Τσίπρας επιδίωξε ένα νέο πρόγραμμα από τον ESM και επαναπροσέγγιση των πιστωτών. Έχοντας δώσει φωνή στη λαϊκή δυσαρέσκεια για την κατάσταση της οικονομίας και τις στερήσεις που προέκυψαν από τα πέντε χρόνια περικοπής δαπανών, ο Έλληνας πρωθυπουργός άδραξε την ευκαιρία για μια καινούρια αρχή.
Άρχισε ζητώντας την παραίτηση του Βαρουφάκη, τον οποίο και αντικατέστησε με «τον πιο διπλωματικό Τσακαλώτο».
Όπως θυμίζει ο κ. Στουρνάρας κατά τους έξι μήνες της θητείας του Γιάνη Βαρουφάκη έκαναν φτερά καταθέσεις 45 δισ. ευρώ από τις τράπεζες. «Αυτό τα λέει όλα» σημειώνει ο κεντρικός τραπεζίτης. «Αυτό οδήγησε στην επιβολή των capital controls με την προκήρυξη του δημοψηφίσματος» προσθέτει.
Μία ημέρα αφότου o Αλέξης Τσίπρας ζήτησε νέα βοήθεια από τον ESM, η Ελλάδα υπέβαλε νέα σχέδια μεταρρυθμίσεων που θα συνδέονταν με ένα τρίτο πρόγραμμα διάσωσης. Είχε έρθει η ώρα για αλλαγή σελίδας, τονίζεται στο βιβλίο.
Γυρίζοντας σελίδα
Όταν το πρόγραμμα έληξε επισήμως στις 20 Αυγούστου του 2018, η Ελλάδα προβλεπόταν να έχει μετρητά ύψους 24 δισ. ευρώ, αρκετά για να καλύψουν τις χρηματοδοτικές ανάγκες της κυβέρνησης για περίπου 22 μήνες -και για να δώσουν περισσότερο χρόνο στην κυβέρνηση να καλλιεργήσει την εμπιστοσύνη των αγορών.
Κατά τη διάρκεια του τριετούς προγράμματος, η Ελλάδα δανείστηκε 61,9 δισ. ευρώ από τον ESM, ποσό πολύ χαμηλότερο από το ανώτατο όριο των 86 δισ. ευρώ που είχε εγκρίνει το Συμβούλιο των Διοικητών του ESM. Σε συνδυασμό με την προηγούμενη στήριξη των 52,9 δισ. ευρώ από το GLF και των 141,8 δισ. ευρώ από τον EFSF, συν των 32,1 δισ. ευρώ της παράλληλης στήριξης από το ΔΝΤ, η Ελλάδα έλαβε έκτακτα δάνεια ύψους 289 δισ. ευρώ σε διάστημα οκτώ ετών, ποσό πρωτοφανές στη σύγχρονη οικονομική ιστορία, γράφει στο βιβλίο του ο ESM.
Σε ομιλία του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 11 Σεπτεμβρίου του 2018, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας είπε πως «Η Ελλάδα είναι μια διαφορετική χώρα».
«Σήμερα στεκόμαστε στα πόδια μας για μια ακόμα φορά και ατενίζουμε το μέλλον με αισιοδοξία. Ξεφύγαμε από το σπιράλ της ύφεσης και επαναφέραμε την οικονομία σε τροχιά ανάπτυξης».