Οσοι διάβασαν προσεκτικά την τελευταία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το κόστος των προεκλογικών παροχών του κ. Τσίπρα αντιλήφθηκαν δύο πράγματα:
Πρώτον, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει εξαντλήσει για το 2019 και για το 2020 όχι μόνο το υπερπλεόνασμα που υπολόγιζε ότι θα παράξει η οικονομία, αλλά και κάθε δημοσιονομικό περιθώριο που υπήρχε.
Δεύτερον, ότι οι αποφάσεις για τα προεκλογικά δώρα ελήφθησαν με «ψυχρό αίμα», ερήμην των Ευρωπαίων, αφού όλοι οι εμπλεκόμενοι στο Μέγαρο Μαξίμου και την κυβέρνηση γνώριζαν πολύ καλά ότι με αυτόν τον τρόπο γκρεμίζουν ακόμη και το success story της οικονομίας που οι ίδιοι καλλιεργούσαν.
Είναι πασιφανές ότι η επιλογή του κ. Τσίπρα προτού μάλιστα φτάσει στις ευρωκάλπες είναι να μην αφήσει ούτε ευρώ για παροχές στην επόμενη κυβέρνηση…
Μη γελιόμαστε. Τα περιθώρια για τον κ. Μητσοτάκη, που όπως όλες οι νεότερες δημοσκοπήσεις δείχνουν θα κληθεί να σχηματίσει κυβέρνηση μέσα στον Ιούλιο, θα είναι στενά, πολύ στενά.
Αν δεν πετύχει γρήγορα την έγκριση των Ευρωπαίων να μειωθεί ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα στο 2% του ΑΕΠ, και αυτό από το 2020, τότε στο πεδίο της δημοσιονομικής πολιτικής η ΝΔ θα «αγκομαχάει».
Και αυτό γιατί οι παροχές Τσίπρα και ειδικότερα οι 120 δόσεις, το επίδομα της σύνταξης, οι μειώσεις των συντελεστών ΦΠΑ που επιβαρύνουν τα δημόσια ταμεία με 2,4 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση – όπως τα υπολογίζει η Κομισιόν – εξάντλησαν τον προϋπολογισμό που ούτως ή άλλως εφέτος θα πρέπει να κλείσει με πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.
Για όλους αυτούς τους λόγους και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας έσπευσε να δηλώσει ότι είναι αναγκαίο να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις στην οικονομία τις οποίες εγκατέλειψε ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά και να μειωθεί άμεσα ο στόχος για τα πρωτογενή πλεονάσματα στο 2% του ΑΕΠ.
Ο ίδιος όμως γνωρίζει πολύ καλά ότι η λύση για τη μείωση του στόχου των πρωτογενών πλεονασμάτων με τη σύμφωνη γνώμη των Ευρωπαίων περνά από έναν και μόνο διάδρομο. Την επιτάχυνση της ανάπτυξης και την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας και των ελληνικών ομολόγων σε επενδυτική βαθμίδα.
Αυτός όμως ο «ενάρετος» κύκλος απαιτεί πολιτική σταθερότητα, συναινέσεις και, το κυριότερο, χρόνο…