Η άνω τελεία ή άνω στιγμή (·) σημειώνεται στο τέλος μιας φράσης, όταν αυτή ακολουθείται από μια άλλη φράση που έχει στενή νοηματική συνάφεια με την προηγούμενη.
Με αυτόν τον τρόπο δηλώνουμε στον αναγνώστη ότι στο συγκεκριμένο σημείο πρέπει να σταματήσει την ανάγνωση λιγότερο απ’ ό,τι στην τελεία και περισσότερο απ’ ό,τι στο κόμμα.
Ακόμη και τα δρομολόγια του μετρό πραγματοποιούνταν σε ακανόνιστα διαστήματα λόγω της ανεπαρκούς παροχής ηλεκτρικού ρεύματος· στην πραγματικότητα, την αποκαλούμενη Πόλη του Φωτός φώτιζαν κεριά που πωλούνταν στη μαύρη αγορά.
Δεν μπορώ να πω ότι έμεινα με το στόμα ανοιχτό, όταν έμαθα το περιστατικό· περίμενα μια τέτοια αντίδραση από πλευράς του.
Η διπλή τελεία ή άνω και κάτω τελεία (:) σημειώνεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α. Μπροστά από τα λόγια κάποιου που τοποθετούνται εντός εισαγωγικών και αναφέρονται κατά λέξη, δηλαδή όπως ακριβώς τα είπε.
Μόλις είδε τον Κώστα, ο καθηγητής τον ρώτησε: «Σε ψάχνουμε εδώ και μισή ώρα. Μπορείς να μου πεις πού ήσουν;»
β. Μπροστά από όρους που απαριθμούνται ή επεξηγούν τα προηγούμενα ή είναι αποτέλεσμα των προηγουμένων.
Το βιβλίο συνίσταται από τέσσερα κεφάλαια, που είναι τα εξής: Οι αντιμαχόμενες πλευρές, Τα σχέδια και οι προετοιμασίες των αντιπάλων, Η μάχη του Κουρσκ, Τα επακόλουθα της μάχης του Κουρσκ.
Είχε κι ένα νευρικό τικ: μισόκλεινε κάθε τόσο το μάτι του.
Δεν εργάστηκε σοβαρά ποτέ του. Και το αποτέλεσμα: δεν είδε μεγάλη προκοπή.
γ. Στο τέλος φράσης που προαναγγέλλει γνωμικό ή παροιμία.
Να θυμάσαι αυτό που έλεγε συχνά ο πατέρας σου: το μήλο κάτω από τη μηλιά θα πέσει.
Η τελεία, η άνω τελεία, η διπλή τελεία και οι τρεις τελείες (Μέρος Α’)