Δεν είναι «στρατηγική νίκη» της Νέας Δημοκρατίας το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών της περασμένης Κυριακής, όπως το χαρακτήρισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ούτε «στρατηγική ήττα» του ΣΥΡΙΖΑ, όπως το διατύπωσαν ο Ευάγγελος Βενιζέλος και η Φώφη Γεννηματά. Οι δύο αυτοί χαρακτηρισμοί μπορεί να φαίνονται ομοούσιοι, όμως, αν τους κρίνουμε με γνώμονα τα δεδομένα της εκάστοτε εκλογικής μάχης, θα δούμε ότι πολλές φορές διαφέρουν. Και ότι σε κάποιες περιπτώσεις, όπως η παρούσα, διαφέρουν ριζικά. Βέβαια, η ριζικότητα έχει τις διαβαθμίσεις της. Ομως, στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ (με τα εκάστοτε μορφώματά του), η ακρότητά της (ο καιροσκοπικός τυχοδιωκτισμός του που τον οδήγησε στα έσχατα όρια του πολιτικού αριβισμού) αποτελεί φαινόμενο μοναδικό, όχι μόνο για τα ελληνικά αλλά και τα παγκόσμια πολιτικά δεδομένα.
Τα αποτελέσματα των εκλογικών αναμετρήσεων κρίνονται επακριβώς με μέτρο την επίδοση των κυβερνήσεων κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Η μετεκλογική γελοιογραφική απεικόνιση από τον Δημήτρη Χαντζόπουλο των ηγετικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ -προεξάρχοντος του Πρωθυπουργού- ως «Walking Dead» (Καθημερινή, 28 Μαΐου) ήταν πολιτικά αστόχαστη, στους αντίποδες εκείνης του της προεκλογικής, στην οποία ο Τσίπρας εμφανιζόταν ως Κίρκη μετατρέποντας με το «μαγικό» ραβδί του τους «προοδευτικούς συμμάχους» του σε χοίρους. Διότι οι μετεκλογικώς απεικονιζόμενοι κάθε άλλο παρά νεκροί είναι. Και κατά τούτο μιλούσαν σωστά, για μια φορά, οι συνήθεις περιφερόμενοι Τζουμάκας και Μπίστης, όταν δήλωναν τηλεοπτικώς, μετά την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ (για την ακρίβεια, το τελευταίο συριζαϊκό μόρφωμα) είναι εδώ, ενωμένος, δυνατός, για να δώσει τη μάχη των εθνικών εκλογών, βέβαιοι ότι ο λαός θα του εμπιστευτεί «έναν από τους πρωτεύοντες πολιτικούς πόλους».
Το είχε δηλώσει, άλλωστε, και ο Πρωθυπουργός, μισή ώρα νωρίτερα, με τη γνωστή του, ακράδαντη αυτοπεποίθηση: «Το εκλογικό αποτέλεσμα, παρά το ότι εμπεδώνει τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ ως πρωταγωνιστή στην πολιτική αντιπαράθεση, δεν είναι άξιο των προσδοκιών μας». Δηλαδή, αν δεν κάνω λάθος (δεν μπορώ να βρω τι άλλο είναι πιθανόν να σημαίνει η τελευταία φράση αυτής της δήλωσης): «Οσοι δεν μας ψήφισαν φάνηκαν ανάξιοι των οραμάτων μας».
Δεν είναι νοός τεταραγμένου η δήλωση αυτή. Είναι ανθρώπου αλαζόνος, υπέρμετρα πεφυσιωμένου, ο οποίος, ωστόσο, απευθύνεται προς έναν λαό με εύλογη – θα πρέπει να το παραδεχτούμε – βεβαιότητα ότι παρά το κουτόχορτο με το οποίο τον έθρεφε τόσο καιρό (ή, μάλλον, ακριβώς γι’ αυτό), δεν θα πάψει να του αναθέτει στην τραγωδία που διαδραματίζεται στη χώρα μας πρωταγωνιστικό, και μάλιστα θετικό, ρόλο. Γιατί, αν συγκρίνουμε τα πεπραγμένα του ΣΥΡΙΖΑ κατά την κυβερνητική θητεία του με την εκλογική του επίδοση της περασμένης Κυριακής, θα πρέπει να οδηγηθούμε στο συμπέρασμα ότι η ήττα του μόνο στρατηγική δεν ήταν. Διότι, κρινόμενη με όρους στρατηγικούς, θα ήταν σωστότερο να θεωρηθεί νίκη.
Θα ήταν ανιαρό να αρχίσει κανείς να απαριθμεί τα ανοσιουργήματα τα οποία διέπραξε ο ΣΥΡΙΖΑ κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του. Αρκεί να περιγράψει τηλεγραφικά τον αδιάντροπο καταιγισμό των απατηλών παροχών με τις οποίες κατέκλυσε τον χειμαζόμενο λαό τις τελευταίες προ των εκλογών εβδομάδες. Και όμως ο λαός αυτός, αντί να τον στείλει εκεί απ’ όπου ήρθε, δηλαδή στο αρχικό 3,5%, ή έστω στο 16% των εκλογών του 2012, του έδωσε την περασμένη Κυριακή ένα 23%, το οποίο σημαίνει συνέχιση της τραγωδίας του για αρκετά (αν όχι πολλά) ακόμη χρόνια.
Και αυτό γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ είναι, ως εκ της φύσεώς του, αδιόρθωτος, όπως το δείχνουν το μεγαλύτερο απ’ ό,τι κάθε άλλης προηγούμενης κυβέρνησης πλήθος των ανομημάτων του και η έλλειψη πραγματικής αυτοκριτικής διάθεσης. Για να δώσω μερικά παραδείγματα αυτής της έλλειψης: Ο Αλέξης Τσίπρας ερμήνευσε το εκλογικό αποτέλεσμα με το ότι «είχαμε βάλει πολύ ψηλά τον πήχη» (που γι’ αυτόν δεν σημαίνει «είχαμε πάρει πολύ ψηλά τον αμανέ»)· ο Πάνος Σκουρλέτης με το ότι «μεμονωμένα στελέχη της κυβέρνησης, με τον τρόπο τους, δημιούργησαν μια εικόνα, δεν θα έλεγα αλαζονείας, αλλά δεν ήταν μετρημένοι και νουνεχείς όσο έπρεπε»· για τον Νίκο Παππά, που δεν παρέλειψε να καυτηριάσει τις προεκλογικές ψευδολογίες των αντιπάλων, το κατώτερο από το οφειλόμενο εκλογικό ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ ήταν αποτέλεσμα της χαλαρής εκλογικής συσπείρωσης: «Δεν ήταν αρκετή για να πειστεί ο κόσμος που απείχε ότι ήταν σημαντικό να προσέλθει στην κάλπη για να προστατεύσει τη σύνταξή του, το 8ωρό του, το 5νθήμερο εργασίας» [sic]· για τον Νίκο Ξυδάκη, οργανικό διανοούμενο «της έλλογης κυβερνώσας Αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία αφουγκράζεται τα νέα δεδομένα της μεταβιομηχανικής εποχής και ομνύει στη συλλογικότητα και τη γενική διάνοια», η απώλεια μιας νίκης δεν οφείλεται σε λάθη ή ανεπάρκεια του ηγέτη («ένας Ιβανόης με φωτόσπαθο δεν μπορεί μόνος του να κερδίσει όλες τις μάχες, όταν του λείπουν μαχητές καταρτισμένοι και αφοσιωμένοι» και αναγκάζεται να στηρίζεται σε «ετερόκλητους μισθοφόρους και γυρολόγους»).
Τελικά τη σωστότερη εκτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος την έδωσε (όσο κι αν αυτό φαίνεται απίστευτο) η κυρία Τασία Χριστοδουλοπούλου: «Λέω πως δεν είναι ήττα, με την έννοια ότι ο κόσμος άκουσε το πρόγραμμά μας, το ενέκρινε, αλλά δεν ήταν ο χρόνος επαρκής να διοχετεύσει τον θυμό του αλλού. Δεν κερδίσαμε, αλλά και δεν χάσαμε».
Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.