Το υπουργείο Οικονομικών επιχειρεί να καθησυχάσει τους φόβους για δημοσιονομικό εκτροχιασμό λόγω του πακέτου παροχών που ανακοίνωσε η κυβέρνηση προεκλογικά, μετά τα καμπανάκια που χτύπησε μέσω της τρίτης μεταμνημονιακής έκθεσής της η Κομισιόν.
Πηγές του υπουργείου ξεκαθαρίζουν καταρχάς ότι δεν πρόκειται για την τελική κρίση, αφού και η ίδια η Κομισιόν αναγνωρίζει ότι πρέπει να επανεκτιμηθούν τα δεδομένα το Φθινόπωρο, και προς το παρόν εκφράζει μόνο κάποιες επιφυλάξεις και φόβους.
Θυμίζουν δε ότι δεν είναι λίγες οι φορές που η Κομισιόν διατύπωσε επιφυλάξεις οι οποίες όμως δεν επαληθεύθηκαν.
Διαβεβαιώνουν δε ότι οι δημοσιονομικοί στόχοι θα επιτευχθούν, εμμένοντας στις προβλέψεις του υπουργείου Οικονομικών.
Ειδικότερα, όπως επισήμαναν πηγές του υπουργείου Οικονομικών, μετά τη δημοσιοποίηση της τρίτης έκθεσης ενισχυμένης εποπτείας της Κομισιόν, «η Επιτροπή διατυπώνει επιφυλάξεις για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, όπως έχει κάνει πολλές φορές στο παρελθόν, χωρίς ωστόσο να επαληθευθεί. Αναγνωρίζει, μάλιστα, ότι θα πρέπει να επανεκτιμήσει τα δεδομένα το Φθινόπωρο».
Το υπουργείο Οικονομικών, τονίζουν οι ίδιοι «εμμένει στην πρόβλεψή του ότι το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης για το έτος 2019 θα διαμορφωθεί στο 4,1% του ΑΕΠ, υπερβαίνοντας έτσι τον στόχο κατά 0,6% και δημιουργώντας αντίστοιχο δημοσιονομικό χώρο.»
» Με δεδομένο ότι τα ψηφισθέντα μέτρα έχουν κοστολογηθεί στο 0,6% του ΑΕΠ, το υπουργείο Οικονομικών είναι βέβαιο ότι ο στόχος του 2019 θα επιτευχθεί».
Αλλιώς τα υπολογίζει η Κομισιόν αλλιώς το ΥΠΟΙΚ
Οι εκτιμήσεις των ειδικών της Κομισιόν για ορισμένα από τα λεγόμενα θετικά μέτρα, που εξαγγέλθηκαν το Μάιο από τον πρωθυπουργό, αποκλίνουν σημαντικά από εκείνες της Αθήνας. Στο στόχαστρο μπαίνει κυρίως η ρύθμιση των 120 δόσεων.
Συγκεκριμένα πως προκύπτει από πίνακα, που περιλαμβάνει η πολυσέλιδη έκθεση της Κομισιόν, οι Ευρωπαίοι υπολογίζουν ότι οι δόσεις για οφειλές στα ασφαλιστικά ταμεία και την εφορία θα στοιχίσουν από 0,3% έως 0,6% του ΑΕΠ, τόσο το 2019 όσο και το 2020.
Αντίθετα, η ελληνική κυβέρνηση κάνει λόγο για όφελος δηλαδή για πρόσθετα έσοδα της τάξης τους 0,2% του ΑΕΠ φέτος και 0,3% την επόμενη χρονιά.
Αν και δεν υπάρχουν αποκλίσεις στις εκτιμήσεις θεσμών και Αθήνας για το κόστος της λεγόμενης 13ης σύνταξης ή των μειώσεων του ΦΠΑ σε προϊόντα και υπηρεσίες, η τεράστια απόκλιση στην εκτίμηση για τον αντίκτυπο των 120 δόσεων έχει ως αποτέλεσμα ο τελικός λογαριασμός να είναι 1,1% έως 1,4% του ΑΕΠ φέτος και 1,2% έως 1,5% του ΑΕΠ το 2020 σύμφωνα με την Κομισιόν.
Απέχει έτσι αισθητά από την επίσημη ανακοίνωση της ελληνικής κυβέρνησης ότι τα μέτρα θα στοιχίσουν 0,6% του ΑΕΠ το 2019 και άλλο τόσο το επόμενο έτος.