Ο Αλέξης Τσίπρας ως πρωθυπουργός συνάντησε ελάχιστες φορές τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο Μέγαρο Μαξίμου. Μόλις τέσσερις φορές από τις 11 Ιανουαρίου του 2016 που ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξελέγη πρόεδρος της ΝΔ. Στην πρώτη τους συνάντηση ο φακός κατέγραψε μια αμήχανη χειραψία ανάμεσα σε δύο αρχηγούς που μετά βίας κοίταζαν ο ένας τον άλλον. Στην τρίτη, διημείφθη ένας ενδιαφέρων κατ’ ιδίαν διάλογος, τον οποίο αποκάλυψε προσφάτως ο πρόεδρος της ΝΔ. «Είπα στον κ. Τσίπρα: «Οι προσωπικές επιθέσεις πρέπει να τελειώσουν. Διάλεξε πώς θα πάμε στις εκλογές. Εσύ θα καθορίσεις το πλαίσιο της αντιπαράθεσης. Δική μου επιθυμία είναι να πάμε ήπια»». Ο Πρωθυπουργός τού απάντησε ότι θέλει να πάει πολιτικά. «Σημασία έχει τι έκανε στη συνέχεια» πρόσθεσε ο κ. Μητσοτάκης.
Τώρα ανάμεσα στους δύο αρχηγούς έχει μπει και η διαφορά των 9,5 μονάδων στις ευρωεκλογές, το ισοζύγιο ισχύος έχει ανατραπεί πλήρως και οι προσωπικές επιθέσεις αποδείχθηκαν αναποτελεσματικό εργαλείο για την εξαφάνιση του αντιπάλου. «Αυτός που διαμόρφωσε το πλαίσιο της αντιπαράθεσης από τότε που εκλέχθηκα πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας ήταν ο κ. Τσίπρας. Η πολιτική που ξεκίνησε από τον Φεβρουάριο του 2016 ήταν προσωπική επιλογή του, προφανώς ενοχλήθηκε από το γεγονός ότι κέρδισα εγώ τις εκλογές για την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας. Με έβλεπε ως απειλή» είναι η εξήγηση που έδωσε ο κ. Μητσοτάκης, ο οποίος εξελέγη έχοντας σαφή αντι-ΣΥΡΙΖΑ στρατηγική.
Αν ο κ. Τσίπρας έβλεπε από την αρχή τον αντίπαλό του ως απειλή είναι κάτι που το έκρυψε πολύ καλά κάτω από τόνους περιφρόνησης: ο κ. Μητσοτάκης ήταν αδέξιος χειριστής του λόγου, δεν είχε λαϊκό έρεισμα, ήταν του Χάρβαρντ και όχι της πιάτσας, ένα «πολιτικό κατασκεύασμα των επιχειρηματικών ελίτ», ένας εκπρόσωπος «της Ελλάδας του χθες, της χρεοκοπίας, της διαπλοκής και της διαφθοράς». Με δύο λόγια, ένας ελάχιστα ισάξιος αντίπαλος για τον «χαρισματικό Αλέξη», ο οποίος δεν προερχόταν από πολιτικό τζάκι αλλά αναδείχθηκε από τα σπλάχνα της κοινωνίας, ως γνήσιος λαϊκός ηγέτης και αυθεντικός ερμηνευτής των διαθέσεων του εκλογικού σώματος.
Σκανδαλολογία και προσωπικές επιθέσεις
Η σχέση των δύο πολιτικών ξεκίνησε στραβά και συνεχίστηκε ακόμα χειρότερα. Με σκανδαλολογία και συνεχείς προσωπικές επιθέσεις κατά του προέδρου της ΝΔ αλλά και της συζύγου του Μαρέβας Γκραμπόφσκι. Ηταν η πρώτη φορά στην πολιτική ζωή του τόπου που η σύζυγος ενός πολιτικού αρχηγού βρέθηκε στο κέντρο της κομματικής αντιπαράθεσης και που καταπατήθηκε η παραδοσιακή άτυπη συμφωνία να μη σύρονται στη λασπομαχία οι οικογένειες των πολιτικών αντιπάλων.
Τον Φεβρουάριο του 2018, έναν μήνα μετά την τελευταία συνάντηση Τσίπρα – Μητσοτάκη, η επιχείρηση της κυρίας Γκραμπόφσκι δέχθηκε επίθεση με γκαζάκια και ο πρόεδρος της ΝΔ υπέδειξε ως ηθικούς αυτουργούς «τα υπόγεια του Μαξίμου και τα φερέφωνά τους» που είχαν «ανηλεώς στοχοποιήσει» τη σύζυγό του με στόχο να πλήξουν εκείνον.
Η αντίδραση της κυβέρνησης ήταν η αναμενόμενη. Το Μέγαρο Μαξίμου καταδίκασε «απερίφραστα» την επίθεση, αλλά ταυτόχρονα υπουργοί και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ ήγειραν «ηθικό ζήτημα» για την κυρία Γκραμπόφσκι «και τις offshore που ενόχλησαν την κοινωνία». Τον Ιούλιο του ίδιου έτους, σε μια σφοδρή σύγκρουση των δύο αρχηγών στη Βουλή, ο κ. Μητσοτάκης αναφέρθηκε σε «εκδοτικά συγκροτήματα ταυτισμένα με το Μαξίμου» που στοχοποίησαν τη σύζυγό του ισχυριζόμενα ότι το ζευγάρι δεν ήταν πραγματικά σε διάσταση. «Ως αποτέλεσμα των δημοσιευμάτων και της μήνυσης που κατατέθηκε, έγινε στη σύζυγό μου φορολογικός έλεγχος και εν συνεχεία προέκυψε ότι δεν υπάρχει καμία φορολογική εκκρεμότητα και η υπόθεση μπήκε στο αρχείο. Είναι άνανδρο και πρωτοφανές αυτό που κάνετε» είπε στον Πρωθυπουργό, έχοντας ανά χείρας τα σχετικά πειστήρια.
Καμία απόδειξη, μόνο λάσπη στον ανεμιστήρα
Ο κ. Τσίπρας καλούσε συνεχώς τον πρόεδρο της ΝΔ να μιλήσει για τις offshore εταιρείες της συζύγου του αλλά και για τη δική του σχέση με τον Φρουζή (Novartis), για τη μεσοτοιχία στην Τήνο με τον Χριστοφοράκο (Siemens), για τα δάνεια του «Κήρυκα Χανίων», προσπαθώντας να δημιουργήσει την εντύπωση ενός βορβορώδους κύκλου πέριξ του κ. Μητσοτάκη. Η επιμονή του να επισείει ξανά και ξανά το ίδιο κατηγορητήριο ακύρωσε τα επιχειρήματά του και κούρασε το ακροατήριό του, ιδίως επειδή καμία από τις καταγγελλόμενες παρανομίες ή σχέσεις διαπλοκής του ζεύγους Μητσοτάκη δεν κατέληγε σε γεγονότα και αποδείξεις. Μόνο λάσπη στον ανεμιστήρα.
Οταν όμως βγήκε στην επιφάνεια η προσπάθεια της τεχνικής εταιρείας Δίοδος, η οποία ανήκει στην οικογένεια Τσίπρα, να πάρει το 2012 ένα δημόσιο έργο ύψους 1,1 εκατ. ευρώ με πλαστή ασφαλιστική ενημερότητα, ο Δημήτρης και η Ζανέτ Τσίπρα εξοργίστηκαν, κατήγγειλαν «αθλιότητες, λασπολογίες και χυδαιότητες» σε βάρος τους και απείλησαν με προσφυγή στη Δικαιοσύνη. Ανακοίνωση έβγαλε και το Μέγαρο Μαξίμου χαρακτηρίζοντας ανύπαρκτο το σκάνδαλο. «Η κυβέρνηση βγάζει τη χώρα από τα μνημόνια στα οποία η ΝΔ την καταδίκασε, η υπόθεση Novartis ωριμάζει και εγκυμονεί, ενώ ο κ. Μητσοτάκης κάποια στιγμή θα πρέπει να δώσει εξηγήσεις για το «πόθεν έσχες» του. Μεγάλο το στρατηγικό αδιέξοδο και δικαιολογημένος ο πανικός. Και πώς να τον κρύψωμεν άλλωστε…» κατέληγε η ανακοίνωση με μια χαρακτηριστική φράση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και εμφανή διάθεση ειρωνείας.
Ωστόσο, επί σχεδόν έναν χρόνο μετριάστηκαν οι προσωπικές επιθέσεις. Το μορατόριουμ κράτησε μέχρι τη στιγμή που ο κ. Τσίπρας διατύπωσε στη Βουλή αιχμές για τον πλούτο της οικογένειας Μητσοτάκη, εισέπραξε μια μη αναμενόμενη απάντηση από τον κ. Μητσοτάκη για τις σχέσεις του δικού του πατέρα με τη Χούντα και για την προέλευση της δικής του οικογενειακής περιουσίας, και υποχρεώθηκε να κόψει με το μαχαίρι την… οικογενειακή σκανδαλολογία.
Πολλοί πιστεύουν ότι ο κ. Τσίπρας θα επιστρατεύσει κάθε είδους πόλωση μέχρι τις εθνικές εκλογές, όμως από το επιτελείο της Πειραιώς διαμηνύουν ότι ο πρόεδρος της ΝΔ δεν θα τον ακολουθήσει σε αυτόν τον δρόμο, εκτός και αν χρειαστεί να υπερασπιστεί την τιμή του και την οικογένειά του. «Εριξα μια σφαλιάρα όταν έκρινα ότι έπρεπε» έλεγε ο κ. Μητσοτάκης σε όσους απόρησαν με τη στάση του, αφήνοντας να διαφανούν τα όρια της ανοχής του.
Υποτίμηση και απαξίωση του πολιτικού αντιπάλου
Υπερτιμώντας τον εαυτό τους, ο Πρωθυπουργός και το περιβάλλον του έχασαν την ουσία του αντιπάλου τους. Ο κ. Μητσοτάκης έκανε καριέρα αφήνοντας τους άλλους να τον υποτιμούν. Τον υποτίμησαν, αρχικά, στο κόμμα του κατά τον πρώτο γύρο των εσωκομματικών εκλογών, όταν πολλοί έλεγαν ότι δεν θα φθάσει μέχρι τον δεύτερο, και κατά τον δεύτερο γύρο, όταν πίστευαν ότι δεν θα εκλεγεί. Αλλά και όταν κέρδισε τη μάχη για την ηγεσία της ΝΔ, οι βαρώνοι του κόμματος συνασπίστηκαν για να τον θέσουν υπό επιτροπεία, χωρίς επιτυχία όπως αποδείχθηκε. Η συνάντησή του με τον Κώστα Καραμανλή στα μεθεόρτια της νίκης στις ευρωεκλογές έβαλε τέλος στη φιλολογία περί «δυσαρεστημένων καραμανλικών», ενώ ο Αντώνης Σαμαράς μάχεται εδώ και καιρό για την αυτοδυναμία της ΝΔ.
Στη συνέχεια τον υποτίμησε με συστηματικό τρόπο και ο κ.Τσίπρας. «Η απαξίωσή του προς τον Κυριάκο ήταν πρωτοφανής και εκπορευόταν από τη βαθιά πεποίθησή του ότι «τον είχε»» παρατηρεί κορυφαίο στέλεχος της Πειραιώς. Από την αρχή της προεδρίας του ο κ. Μητσοτάκης επένδυσε στη λογική της σκληρής αντιπαράθεσης με τον ΣΥΡΙΖΑ. Η πρώτη ενέργειά του ως προέδρου της ΝΔ ήταν να ακυρώσει τη συμφωνία Παυλόπουλου, Βούτση, Κακλαμάνη, Παππά για το ΕΣΡ. Κατόπιν, καθάρισε τους «συνεννοησάκηδες» στη ΝΔ, ζήτησε εκλογές, συσπείρωσε τη δεξιά παράταξη και πέρασε μπροστά στις δημοσκοπήσεις. Αυτό το προβάδισμα το διατήρησε άθικτο για πάνω από δύο χρόνια, παρά την εσωκομματική γκρίνια ότι το αίτημα για εκλογές τέθηκε πρόωρα και αχρηστεύθηκε και τη χλεύη του Πρωθυπουργού που τον ρωτούσε στη Βουλή χαμογελώντας αυτάρεσκα «τρία χρόνια ζητάτε εκλογές, δεν βαρεθήκατε;». «Τι αφήγημα θα ακολουθήσετε; Ολα τα αφηγήματά σας έχουν διαψευστεί» έλεγε ο κ. Τσίπρας, προβλέποντας ότι «στην κάλπη των ευρωπαϊκών εκλογών θα υποστείτε μια δεινή διάψευση των προσδοκιών σας. Στις εθνικές εκλογές θα έχετε το μεγάλο πρόβλημα να εξηγήσετε στο κόμμα σας και στον λαό γιατί δεν ήρθαν τα τεράστια ποσοστά».
Η κάλπη των ευρωεκλογών διέψευσε με αδυσώπητο τρόπο τις προσδοκίες του Πρωθυπουργού και έβαλε το δικό του κόμμα σε περιδίνηση. Η ελπίδα που ερχόταν το 2015 με τον ΣΥΡΙΖΑ έγινε καθημερινή απελπισία για τα μεσαία στρώματα. Επιπλέον, όλες οι στρατηγικές κινήσεις του κ. Τσίπρα αποδείχθηκαν λανθασμένες, η υπόθεση Novartis κατέρρευσε και μαζί της όλη η σκανδαλολογία, το Μακεδονικό δεν δίχασε τη ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν απορρόφησε το ΚΙΝΑΛ, η κινδυνολογία περί νέων μνημονίων και περικοπών συντάξεων τίποτε δεν απέδωσε. Οι 419.690 ψήφοι που πήρε ο Στέλιος Κυμπουρόπουλος ήταν μια έμπρακτη αποδοκιμασία του «πολακισμού» τον οποίο ο κ. Τσίπρας εναγκαλίστηκε ασμένως και προκλητικά, την ώρα που δημοσιεύονταν οι φωτογραφίες των θερινών διακοπών του στο κότερο.
Επιχείρηση… μεταμόρφωση
Μετά την ήττα, ο κ. Τσίπρας αναζητεί νέο αφήγημα εν όψει των βουλευτικών εκλογών και επιχειρεί να αλλάξει το προφίλ του ώστε να περιορίσει τη ζημιά του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι την 7η Ιουλίου. Αναμφίβολα ο Πρωθυπουργός έχει αυτή την ικανότητα. Το απέδειξε όταν μέσα σε μία νύχτα μετέτρεψε το «Οχι» του δημοψηφίσματος σε «Ναι» και τον εαυτό του σε έναν στρατευμένο ευρωπαϊστή ηγέτη, με ασήμαντες απώλειες για το κόμμα του. Το ερώτημα είναι αν ο χρόνος που έχει μπροστά του επαρκεί για ένα extreme makeover, σαν τις ολικές μεταμορφώσεις που προσφέρει το δημοφιλές ριάλιτι.
Στη Βουλή ο Πρωθυπουργός σημείωνε εύκολους πόντους στο παιχνίδι των εντυπώσεων. Ο κ. Μητσοτάκης όμως αναγνωρίζοντας τις αδυναμίες του εργαζόταν μεθοδικά για να τις ξεπεράσει. Επειτα από κάθε αναμέτρηση των πολιτικών αρχηγών, το επιτελείο του μετρούσε ποια επιχειρήματα είχαν απήχηση στην κοινή γνώμη και με βάση αυτά κατέστρωναν τη στρατηγική τους. Η ψαλίδα στο ερώτημα «ποιος είναι καταλληλότερος για Πρωθυπουργός» δεν διευρύνθηκε τυχαία στις 10 μονάδες υπέρ του αρχηγού της ΝΔ. «Τα δεδομένα ήταν εκεί, απλώς στο Μέγαρο Μαξίμου δεν ενδιαφέρθηκαν να τα μελετήσουν, γιατί στο τέλος πίστεψαν την προπαγάνδα τους ότι εμείς βρισκόμαστε σε στρατηγικό αδιέξοδο. Αποδείχθηκε ότι δεν είχαν κανέναν λαγό να βγάλουν από το καπέλο» λένε στην Πειραιώς.
Κουνάει το δάχτυλο στους ψηφοφόρους
Η μεθοδικότητα του κ. Μητσοτάκη δεν κάνει τα πλήθη να ριγούν από ενθουσιασμό, αποδίδει όμως καρπούς. Ο αρχηγός της ΝΔ κατάφερε στις ευρωεκλογές να συγκεντρώσει όλο το αντι-ΣΥΡΙΖΑ ρεύμα – το οποίο σάρωσε και τα δικά του λάθη – χωρίς να το μοιραστεί με κανέναν και έσυρε τον κ. Τσίπρα σε βουλευτικές εκλογές. Στην παραζάλη των 9,5 μονάδων, διαφορά για την οποία είχε προειδοποιηθεί αλλά αρνήθηκε να αποδεχθεί, ο Πρωθυπουργός προκήρυξε εκλογές το βράδυ της 26ης Μαΐου. Υπέγραψε έτσι το διά ταύτα στη στρατηγική του κ. Μητσοτάκη, ο οποίος πράγματι θα βρισκόταν σε στρατηγικό αδιέξοδο αν οι εκλογές πραγματοποιούνταν τον Οκτώβριο. Επιπλέον, ο κ. Τσίπρας ανέλαβε το ρίσκο μιας ακόμα ηχηρής ήττας στον δεύτερο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών, επιτείνοντας τη σύγχυση και την ηττοπάθεια στο κόμμα του, το οποίο αρνείται να αποδεχθεί την ήττα και κουνάει το δάχτυλο στους ψηφοφόρους επειδή, σύμφωνα με τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, δεν κατάλαβαν τι ψήφισαν. Και δείχνουν ότι είναι εκείνοι που δεν κατάλαβαν ούτε γιατί κέρδισαν το 2015 ούτε γιατί χάνουν το 2019.
Ο κ. Μητσοτάκης ανανέωσε, όσο μπόρεσε, το κόμμα του αλλά και τη δεξαμενή των ψηφοφόρων της ΝΔ, το ποσοστό της οποίας ανέβηκε σε ολόκληρη τη χώρα και σε όλες τις κοινωνικές ομάδες. Παρά τον ταξικό χαρακτήρα που προσπάθησε να προσδώσει στις ευρωεκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ, η ΝΔ σημείωσε άνοδο και στις αγροτικές περιοχές και στα αστικά κέντρα, και στις λαϊκές συνοικίες και στα εύπορα προάστια. Στους ηλικιακά νέους ψηφοφόρους, τους οποίους ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρούσε προνομιακό ακροατήριο, η ΝΔ ήταν πρώτη δύναμη (επικράτησε του ΣΥΡΙΖΑ με +5,6% από -13,8% που είχε χάσει το 2015). Ακόμα μεγαλύτερη ήταν η διαφορά στην ομάδα των νεοεισερχομένων στην αγορά εργασίας (25-34 ετών), στην οποία η ΝΔ επικράτησε του ΣΥΡΙΖΑ με +5,6% από -13,8% το 2015, και είναι αξιοσημείωτο ότι σε αυτή την ηλικιακή ομάδα ο ΣΥΡΙΖΑ κατέγραψε τη χειρότερη επίδοσή του (έλαβε μόλις 20,9%). Αυτό σημαίνει ότι οι νέοι ηλικίας 25-34 που στήριξαν τον ΣΥΡΙΖΑ το 2015 τού γύρισαν την πλάτη μετά την εμπειρία των τεσσάρων χρόνων κυβέρνησης της Αριστεράς. Η αξιωματική αντιπολίτευση προηγήθηκε στην κρίσιμη ομάδα των ιδιωτικών υπαλλήλων με +8,8% από -14,1% που είχε το 2015 αλλά και στο θεωρούμενο οχυρό του ΣΥΡΙΖΑ, τους δημοσίους υπαλλήλους, με +4,8%. ενώ το 2015 είχε ηττηθεί με -9,7%.
Δικαιώθηκε το τρίπτυχο της Πειραιώς
Η ΝΔ είχε εισροές από όλους τους χώρους, κυρίως από το Κέντρο, και κατόρθωσε να φέρει στην κάλπη ψηφοφόρους της που είχαν απόσχει στις εκλογές του 2015. Συγκεκριμένα, την ψήφισαν το 12% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, το 13% του ΚΙΝΑΛ, το 13% της Χρυσής Αυγής, το 14% της Ενωσης Κεντρώων, το 19% των ΑΝΕΛ και το 30% των ψηφοφόρων του Ποταμιού. Επίσης το 28%, σχεδόν το 1/3, όσων ψηφοφόρων δήλωσαν στα exit polls ότι δεν είχαν ψηφίσει στην τελευταία αναμέτρηση επέλεξαν αυτή τη φορά τη ΝΔ. Ομοίως και το 20% εκείνων που το 2015 είχαν ρίξει άκυρο ή λευκό στην κάλπη.
Στο επιτελείο του κ. Μητσοτάκη θεωρούν ότι δικαιώθηκε απολύτως η επιλογή του να εστιάσει στον θετικό λόγο και στο κυβερνητικό πρόγραμμα της ΝΔ, χωρίς πλειοδοσία υποσχέσεων, γεγονός που, όπως προσθέτουν, αποσυσπείρωσε τον ΣΥΡΙΖΑ και επέτρεψε να αναδειχθεί το δικό τους τρίπτυχο: λιγότεροι φόροι, νέες και καλύτερες δουλειές, ασφάλεια για όλους. Στρατηγική μετριοπάθειας θα ακολουθήσουν και ενώπιον των εθνικών εκλογών, εκτιμώντας ότι βρίσκονται κοντά στον στόχο της αυτοδυναμίας.
Αναδημοσίευση από το Βήμα της Κυριακής