Σαφείς αναφορές στις παράνομες ενέργειες της Τουρκίας στο Αιγαίο και την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κύπρου γίνεται στη φετινή έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πορεία των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, στην οποία επισημαίνεται ότι αυτές έχουν ουσιαστικά παγώσει από τον περασμένο Ιούνιο και δεν προβλέπεται άνοιγμα ή ολοκλήρωση κεφαλαίων.
Η ύπατη εκπρόσωπος της ΕΕ για θέματα εξωτερικής πολιτικής Φεντερίκα Μογκερίνι παρουσίασε σήμερα στις Βρυξέλλες τα αποτελέσμα της αξιολόγησης της Επιτροπής, σημειώνοντας ότι η Τουρκία «παραμένει υποψήφια» προς ένταξη χώρα και στρατηγικός εταίρος της ΕΕ και ότι θα ήταν «προς το κοινό συμφέρον όλων» να αντιστραφεί η τάση απομάκρυνσης από την ΕΕ. Τόνισε επίσης, τη σημασία των σχέσεων καλής γειτονίας και της αποφυγής εντάσεων.
Ερωτηθείσα σχετικά με την προοπτική κυρώσεων, η Φ. Μογκερίνι σημείωσε ότι το ζήτημα θα συζητηθεί σε πρώτη φάση στο Συμβούλιο των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ στις 17 Ιουνίου και στη συνέχεια στη Σύνοδο Κορυφής του Ιουνίου. «Δεν θέλω να προδικάσω τις αποφάσεις», είπε και σημείωσε ότι μέχρι τότε υπάρχει αρκετός χρόνος και ότι συνεχίζονται οι επαφές με όλες τις πλευρές.
Συγκεκριμένα η έκθεση προόδου, που ενέκρινε σήμερα το Κολέγιο των Επιτρόπων και αποστέλλεται στο Συμβούλιο των κρατών-μελών, αναφέρει ότι «οι εντάσεις στην περιοχή γύρω από την προοπτική διερεύνησης υδρογονανθράκων στις ακτές της Κύπρου αυξήθηκαν λόγω των ενεργειών και των δηλώσεων της Τουρκίας που αμφισβητούν το δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας να εκμεταλλεύεται τους πόρους υδρογονανθράκων στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της».
Σημειώνεται ότι «τον Μάιο του 2019, η Τουρκία έστειλε μια πλατφόρμα γεωτρήσεων συνοδευόμενη από στρατιωτικά σκάφη στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κυπριακής Δημοκρατίας, αυξάνοντας περαιτέρω τις εντάσεις» και υπενθυμίζεται «η δήλωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Μαρτίου του 2018 που καταδικάζει έντονα τις συνεχιζόμενες παράνομες ενέργειες της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο Πέλαγος».
Η Επιτροπή αναφέρεται επίσης στην έκκληση από το Συμβούλιο των κρατών-μελών προς την Τουρκία για την υποχρέωσή της «να σεβαστεί το διεθνές δίκαιο και τις σχέσεις καλής γειτονίας» καθώς και «τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου για την έρευνα και την εκμετάλλευση των φυσικών της πόρων σύμφωνα με το ευρωπαϊκό και το διεθνές δίκαιο». Σημειώνει δε ότι «τον Μάρτιο του 2019, η ΕΕ κάλεσε την Τουρκία να απόσχει από τέτοιες παράνομες πράξεις», στις οποίες δήλωνε ότι θα ανταποκριθεί «κατάλληλα και με πλήρη αλληλεγγύη προς την Κύπρο».
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα κρίνει ότι «η επιχειρησιακή συνεργασία με την Ελλάδα για τη μετανάστευση συνεχίστηκε», ωστόσο, «οι εντάσεις στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο υπονόμευσαν την περιφερειακή σταθερότητα και ασφάλεια» και «υπήρξαν επανειλημμένες και αυξημένες παραβιάσεις των χωρικών υδάτων και των εναέριων χώρων της Ελλάδας και της Κύπρου από την Τουρκία».
Αναφορικά με το Κυπριακό η έκθεση προόδου καταγράφει ότι «η Τουρκία εξέφρασε την ικανοποίησή της για τις ανανεωμένες προσπάθειες του ΟΗΕ ο οποίος διαβουλεύεται με τους ενδιαφερόμενους σχετικά με την πιθανή επανάληψη των διαπραγματεύσεων». Επισημαίνει, ωστόσο σε αυτό το πλαίσιο ότι «η συνεχής δέσμευση και η συμβολή της Τουρκίας σε συγκεκριμένες διαπραγματεύσεις θα έχει μεγάλη σημασία».
Σε ό,τι αφορά την ομαλοποίηση των σχέσεων με την Κυπριακή Δημοκρατία, επιπλέον καταγραφει ότι «παρά τις επανειλημμένες προσκλήσεις του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η Τουρκία δεν έχει ακόμη συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις της, όπως περιγράφονται στη δήλωση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, της 21ης Σεπτεμβρίου 2005, και στα συμπεράσματα του Συμβουλίου, συμπεριλαμβανομένων εκείνων του Δεκεμβρίου 2006 και Δεκεμβρίου 2015».
«Η Τουρκία δεν έχει εκπληρώσει την υποχρέωσή της να διασφαλίσει την πλήρη και άνευ διακρίσεων εφαρμογή του πρόσθετου πρωτοκόλλου της συμφωνίας σύνδεσης και δεν έχει καταργήσει όλα τα εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, συμπεριλαμβανομένων των περιορισμών στις άμεσες μεταφορικές συνδέσεις με την Κυπριακή Δημοκρατία. Δεν σημειώθηκε πρόοδος στην εξομάλυνση των διμερών σχέσεων με την Κυπριακή Δημοκρατία», κρίνει η Κομισιόν.
Αναφορικά με το ευρύτερο πλαίσιο των σχέσεων με την ΕΕ, η έκθεση προόδου καταγράφει ότι η Τουρκία «παραμένει βασικός εταίρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης» και ότι «συνδέθηκε με την ΕΕ με συμφωνία σύνδεσης από το 1964 και συνάφθηκε τελωνειακή ένωση το 1995».
«Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο χορήγησε την ιδιότητα της υποψήφιας χώρας στην Τουρκία τον Δεκέμβριο του 1999 και οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις άρχισαν τον Οκτώβριο του 2005. Στο πλαίσιο της προσχώρησης στις διαπραγματεύσεις, έχουν ξεκινήσει 16 κεφάλαια μέχρι σήμερα και ένα από αυτά προσωρινά έκλεισε», αναφέρει. Υπενθυμίζεται ότι «τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων του Ιουνίου του 2018 ανέφεραν ότι υπό τις παρούσες συνθήκες οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας έχουν σταματήσει ουσιαστικά, δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη άλλα κεφάλαια για το άνοιγμα ή το κλείσιμο και ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρξουν περαιτέρω εργασίες για τον εκσυγχρονισμό της Τελωνειακής Ένωσης».
Η Επιτροπή υπογραμμίζει τέλος, ότι «η επαναλαμβανόμενη δέσμευση της τουρκικής κυβέρνησης για την επίτευξη του στόχου της προσχώρησης στην ΕΕ δεν συνοδεύτηκε από αντίστοιχα μέτρα και μεταρρυθμίσεις έκτοτε και δεν εξετάστηκαν οι σοβαρές ανησυχίες της ΕΕ σχετικά με τις συνεχιζόμενες αρνητικές εξελίξεις στο κράτος δικαίου, τα θεμελιώδη δικαιώματα και το δικαστικό σώμα». Καταγράφεται δε ότι «το Συμβούλιο Σύνδεσης ΕΕ-Τουρκίας πραγματοποίησε την 54η σύνοδό του στις 15 Μαρτίου 2019 στις Βρυξέλλες» και «μετά από παρέλευση τριών ετών, η διυπουργική ομάδα δράσης για τη μεταρρύθμιση επανέλαβε το έργο της, πραγματοποιώντας συναντήσεις τον Αύγουστο και τον Δεκέμβριο του 2018, καθώς και στις 9 Μαΐου 2019».