Το ΣΤ´Τμήμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου έκρινε ότι και όσοι έχουν καταδικαστεί σε περισσότερες από μία φορά ισόβια, έχουν δικαίωμα να λαμβάνουν τακτικές άδειες από τη φυλακή.
Χαρακτηριστικά, όπως φέρεται να αναφέρεται στο υπ. αριθμ. 1001/2019 βούλευμα, «η θέση αυτή του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Βόλου, η οποία φαίνεται να εδράζεται στη γραμματική διατύπωση του άρθρου 55 παρ. 1 του Σωφρονιστικού Κώδικα, είναι εσφαλμένη σύμφωνα και με τα όσα αρχικώς εξετέθησαν στις αρχικές σκέψεις της παρούσης αποφάσεως, καθώς πρέπει να σημειωθεί ότι ο νομοθέτης, στο αφηρημένο επίπεδο της κατάστρωση διάταξης νόμου, χρησιμοποιεί πάντοτε τον ενικό αριθμό, χωρίς αυτό να υποδηλώνει ότι η εφαρμογή του εξαντλείται στην άπαξ πραγμάτωση του σχετικού κανόνα».
Οι Αρεοπαγίτες αναφέρονται και στην κρίση του Συμβουλίου του Βόλου σχετικά με τη συνδρομή ή μη των ουσιαστικών προϋποθέσεων για την χορήγηση άδειας στον Δ. Κουφοντίνα, υπογραμμίζοντας ότι δεν θα έπρεπε να τις εξετάσουν.
Ειδικότερα, όπως αναφέρουν, το δικαστικό συμβούλιο του Βόλου, «θα έπρεπε, αφ’ ότου δέχθηκε πως, κατά την νομική του άποψη, δεν συνέτρεχε η πλήρωση της τυπικής προϋποθέσεως για χορήγηση τακτικής άδειας, να δεχθεί την προσφυγή του εισαγγελέως και να απορρίψει τύποις την από 30.4.2019 αίτηση του ως άνω κρατούμενου, και, αφού δεν συνέτρεχε, κατά την άποψή του, η τυπική προϋπόθεση, να μην προχωρήσει στην εξέταση των ουσιαστικών και υποθέσεων της χορήγησης τακτικής άδειας».
Ωστόσο, το ποινικό τμήμα του Αρείου Πάγου κάνει ένα βήμα επιπλέον και μπαίνει στην ουσία της υπόθεσης, καθώς ξεκαθαρίζει ότι το βούλευμα του Συμβουλίου του Βόλου, στην κρίση του για τη συνδρομή των ουσιαστικών προϋποθέσεων, δεν περιλαμβάνει «την απαιτούμενη ειδική αιτιολογία», χαρακτηρίζοντας το αντιφατικό.
«Το συμβούλιο προχώρησε στην εξέταση των ουσιαστικών προϋποθέσεων και δέχθηκε ότι δεν συνέτρεχαν ούτε αυτές, στηριζόμενο κυρίως στο ότι ο κρατούμενος δήλωσε ενώπιον του αυτολεξεί, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: «Να πιάσουμε το κόκκινο νήμα της αντίστασης (…) αμφισβήτησα ένοπλα το κρατικό μονοπώλιο (της βίας), γι’ αυτό καταδικάστηκα…».
Το συμβούλιο εν προκειμένω δέχεται, αφενός μεν ότι στην έννοια του σωφρονισμού δεν περιλαμβάνεται η καθοιονδήποτε τρόπο ιδεολογική μεταστροφή του κατάδικου, στη συνέχεια όμως, αντιφατικά δέχεται ότι ο κρατούμενος δεν είναι πρόθυμος να αλλάξει στάση ζωής και να μεταμεληθεί αλλά εμμένει στην άποψη του περί ένοπλος ανατροπής του κρατικού μονοπωλίου της βίας και άρα καθιστά εναργές ότι, ευκαιρίας δοθείσης, δεν αποκλείεται να τελέσει και νέες αξιόποινες πράξεις ιδιαίτερες απαξίας».
Επιπλέον οι ανώτατοι δικαστές αναφέρουν στο σκεπτικό τους ότι , «το προσβαλλόμενο βούλευμα δέχεται ότι ο κρατούμενος δεν έχει τιμωρηθεί πειθαρχικά κατά τη διάρκεια της κράτησης του, έχει δείξει καλή διαγωγή, έχει λάβει έξι τακτικές άδειες, των οποίων έκανε καλή χρήση, αλλά δεν περιλαμβάνει περιστατικά κακής χρήσης κατά τη διάρκεια των αδειών αυτών, περιοριζόμενο στην παραδοχή ότι «κατά τη διάρκεια της προηγούμενης άδειας του έκανε αμέριμνος περίπατο στο κέντρο της Αθήνας και μάλιστα επέτρεψε να ληφθούν και να δημοσιευθούν φωτογραφίες του, σε σημεία πλησίον εκείνων που δολοφονήθηκαν συγκεκριμένα θύματα του συμπεριφορά όλως προκλητική, που καταδεικνύει έμπρακτα πέραν πάσης αμφιβολίας την έλλειψη σεβασμού στην μνήμη των θυμάτων».