Οι γυναίκες που θήλασαν τα μωρά τους έχουν μικρότερες πιθανότητες να εμφανίσουν καρδιοπάθεια αργότερα στη ζωή τους, σύμφωνα με μια νέα ελληνική επιστημονική έρευνα, που παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Ενδοκρινολογίας (ECE 2019) στη Λιόν της Γαλλίας.
Όσο μεγαλύτερη ήταν η περίοδος του θηλασμού τόσο μεγαλύτερη φαίνεται να είναι η προστατευτική δράση του για την καρδιά της μητέρας.
Τα νέα ευρήματα έρχονται να προστεθούν σε εκείνα προηγούμενων μελετών, που δείχνουν τα οφέλη του θηλασμού σε βάθος χρόνου τόσο για τις γυναίκες όσο και για τα παιδιά τους, γι’ αυτό οι νέες μητέρες πρέπει να ενθαρρύνονται να θηλάζουν, όταν μπορούν.
Ο θηλασμός, μεταξύ άλλων, μειώνει τον κίνδυνο επιλόχειας κατάθλιψης και ορισμένων καρκίνων στις γυναίκες, ενώ τις βοηθά επίσης να διατηρήσουν κανονικό βάρος και να ρυθμίσουν σωστά το σάκχαρο στο αίμα τους.
Αυτά τα οφέλη πιθανώς σχετίζονται κυρίως με τα υψηλότερα επίπεδα της ορμόνης προλακτίνης στις μητέρες που θηλάζουν.
Η προλακτίνη μειώνει τον κίνδυνο διαβήτη, που αποτελεί σημαντικό παράγοντα καρδιαγγειακής νόσου.
Η νέα έρευνα, με επικεφαλής την καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας Ειρήνη Λαμπρινουδάκη της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και του Αρεταίειου Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου, έγινε σε 283 γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση, οι οποίες είχαν γαλακτοφορία επί έναν έως 80 μήνες.
Οι ερευνητές μέτρησαν διάφορους βιοδείκτες της υγείας της καρδιάς και των αιμοφόρων αγγείων σε σχέση με το ιστορικό θηλασμού στο παρελθόν.
Όσες γυναίκες είχαν θηλάσει περισσότερους μήνες είχαν σημαντικά μειωμένους δείκτες αρτηριοσκλήρυνσης (απώλειας της ελαστικότητας των αρτηριών) και αθηροσκλήρωσης (ανάπτυξης βλαβών στο τοίχωμα των αρτηριών).
«Αυτά τα ευρήματα δείχνουν ότι ο θηλασμός μειώνει τον κίνδυνο καρδιοπάθειας στις γυναίκες. Όμως, επειδή επρόκειτο μόνο για μια μελέτη συσχέτισης, το ενδιαφέρον μας τώρα στρέφεται στο να αναζητήσουμε τις υποκείμενες αιτίες γι’ αυτή την προστατευτική δράση» δήλωσε η κ. Λαμπρινουδάκη.
«Αν μπορέσουμε να βρούμε τις αιτίες, οι γυναίκες θα έχουν έναν ακόμη λόγο για να θηλάσουν τα βρέφη τους, πέρα από τα ήδη επιβεβαιωμένα οφέλη του θηλασμού τόσο για τη βραχυπρόθεσμη όσο και για τη μακροπρόθεσμη υγεία των ίδιων και των παιδιών τους» πρόσθεσε.
Η ομάδα της κ. Λαμπρινουδάκη διερευνά τώρα τους μοριακούς μηχανισμούς μέσω των οποίων η προλακτίνη επηρεάζει το σάκχαρο του αίματος, που αποτελεί σημαντικό παράγοντα καρδιαγγειακού κινδύνου.
Στόχος είναι η ανακάλυψη νέων μηχανισμών που μπορεί μελλοντικά να αποτελέσουν στόχο για την πρόληψη της καρδιοπάθειας από όλους και όχι μόνο από τις γυναίκες που θηλάζουν.
(Πηγή πληροφοριών: ΑΠΕ – ΜΠΕ)