Στη συνέντευξη του στον Alpha o πρωθυπουργός προσπάθησε να κατηγορήσει τα αντιπολιτευόμενα ΜΜΕ ότι διαμορφώνουν το φαινόμενο της «μεταδημοκρατίας». Ειδικότερα ο Αλέξης Τσίπρας υποστήριξε ότι εκλογές της 26ης Μαΐου θα έχουμε «ένα πείραμα μεταδημοκρατίας» αναφερόμενο στην προσπάθεια των ΜΜΕ να παρουσιάσουν μια πλασματική εικόνα πολιτικής και εκλογικής υποχώρησης του ΣΥΡΙΖΑ.
Μόνο που η έννοια της μεταδημοκρατίας, όπως έχει κατοχυρωθεί να χρησιμοποιείται στην πολιτική επιστήμη, αναφέρεται σε ένα ευρύτερο φάσμα φαινομένων και σε μορφές άσκησης πολιτικής που τις χρησιμοποιεί και ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ.
Τι είναι «μεταδημοκρατία»;
Η έννοια της μεταδημοκρατίας μπήκε στο λεξιλόγιο των κοινωνικών επιστημών με αφορμή το ομότιτλο βιβλίο του βρετανού κοινωνιολόγου Κόλιν Κράουτς, που κυκλοφόρησε το 2000. Ο Κράουτς ήθελε με αυτό τον όρο να αποδώσει τα προβλήματα των φιλελεύθερων δημοκρατιών στην αυγή του 21ου αιώνα.
Ο Κράουτς υποστηρίζει ότι η πραγματική «δημοκρατική στιγμή» ήταν στα μέσα του 20ου αιώνα, με τη συντριβή του φασισμού, την επέκταση δημοκρατικών θεσμών, αλλά και το κοινωνικό κράτος και τις πολιτικές αναδιανομής.
Η «δημοκρατική στιγμή» ήταν η παραδοχή ότι η καλή κατάσταση της οικονομίας και της κοινωνίας περνούσε μέσα από την ευημερία της μεγάλης πλειοψηφίας των μισθωτών και ότι η επιβίωση του καπιταλιστικού συστήματος απαιτούσε παραχωρήσεις από τη μεριά των επιχειρήσεων προς τους εργαζομένους τους με τα εθνικά κράτη να εγγυώνται ένα φάσμα κατακτήσεων και δικαιωμάτων. Ουσιαστικά, είναι αυτό που συνηθίσαμε να ονομάζουμε «σοσιαλδημοκρατικό κοινωνικό συμβόλαιο».
Από την πετρελαϊκή και οικονομική κρίση της δεκαετίας του 1970 αυτό το κοινωνικό και πολιτικό μοντέλο βρέθηκε σε αμφισβήτηση και οι δυτικές δημοκρατίες μπήκαν σε μια φάση πολιτικής κρίσης.
Ο Κράουτς υποστηρίζει ότι η μεταδημοκρατία αποτυπώνεται σε διάφορες μορφές και πρακτικές: στη δυσπιστία και απογοήτευση των πολιτών από τους πολιτικούς, στην «κρίση αυθεντίας» των κομμάτων, στη διεξαγωγή προεκλογικών εκστρατειών που ολοένα και περισσότερο στηρίζονται στις τεχνικές της επικοινωνίας και στη χειραγώγηση των ψηφοφόρων παρά στα πολιτικά προγράμματα.
Το αποτέλεσμα είναι πίσω από την επίφαση ότι τα κόμματα ανταποκρίνονται πιο άμεσα στις διαθέσεις των πολιτών, οι πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας να υπολογίζονται όλο και λιγότερο. Αυτό εξηγεί και την αναβάθμιση θεσμών όπως οι ομάδες πίεσης ή τα λόμπι, που όμως δεν μπορούν να καλύψουν το κενό μιας αυθεντικής δημοκρατικής έκφρασης.
Μάλιστα, έχει ενδιαφέρον ο Κράουτς υποστηρίζει ότι κατεξοχήν κόμμα που προώθησε τέτοιες πρακτικές ήταν οι Νέοι Εργατικοί του Τόνι Μπλερ.
Οι πολλαπλές μορφές της σύγχρονης μεταδημοκρατίας
Είναι προφανές ότι ο Κράουτς εντόπισε ένα πραγματικό πρόβλημα των σύγχρονων δημοκρατιών. Ας μην ξεχνάμε ότι η δημοκρατία ιστορικά δεν μπορεί να περιοριστεί απλώς στην ύπαρξη διαβούλευσης, αλλά στο εάν και κατά πόσο μπορεί η κοινωνική πλειοψηφία να επιβάλλει πολιτικές που να εκφράζουν τα συμφέροντά της. Από την κοινωνική ασφάλιση μέχρι τη δωρεάν υγεία και από την εργατική νομοθεσία μέχρι την αναδιανομή, όλα αυτά τα μέτρα αποτύπωσαν αυτή την προτεραιότητα της πολιτικής (άρα και της δημοκρατικής βούλησης) απέναντι στην οικονομία.
Από τη δεκαετία του 1980 και κυρίως από τη δεκαετία του 1990 αυτή η αντίληψη τέθηκε σε ριζική αμφισβήτηση. Διαμορφώθηκε ένα οικονομικό και πολιτικό δόγμα που υποστήριξε ότι προϋπόθεση της ανάπτυξης είναι ακριβώς να μην υπάρχουν πολιτικές παρεμβάσεις στην οικονομία.
Σε ορισμένες περιπτώσεις αυτό θεωρητικοποιήθηκε κιόλας στη βάση της αντίληψης ότι η ίδια η αγορά είναι ένας πιο ορθολογικός μηχανισμός από ό,τι η δημοκρατική πολιτική διαδικασία, μια αντίληψη που βέβαια έδειξε τραγικά τα όριά της στην κρίση του 2007-2008.
Στην Ευρώπη όλα αυτά αποτυπώθηκαν στην ίδια την τελική θεσμική ισορροπία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεν αναφερόμαστε μόνο στον τρόπο με τον οποίο η διαδικασία απόφασης αναπαράγει ένα «δομικό» δημοκρατικό έλλειμμα, με πιο χαρακτηριστική έκφραση το γεγονός ότι παρά τη σχετική ενίσχυση του ευρωκοινοβουλίου, ο κύριος όγκος των αποφάσεων δεν λαμβάνονται εκεί.
Κυρίως αναφερόμαστε στη θεσμική αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης και του Συμφώνου Σταθερότητας και σε θεσμούς όπως οι «ανεξάρτητες κεντρικές τράπεζες» που κατεξοχήν θωρακίζουν την οικονομική και δημοσιονομική πολιτική από οποιαδήποτε πολιτική παρέμβαση.
Κορυφαία έκφραση αυτής της τάσης τα ίδια τα μνημόνια: το γεγονός ότι στο όνομα μιας δανειακής σύμβασης οι δανειστές διεκδίκησαν και κατοχύρωσαν να επιβλέπουν την οικονομική και κοινωνική πολιτική, προσπερνώντας τις εμφάνεις αντιδράσεις των κοινωνιών, με αποκορύφωμα τη δήλωση του Ζαν-Κλωντ Γιουνκέρ ότι «δεν μπορεί δεν υπάρξει καμία δημοκρατική επιλογή ενάντια στις ευρωπαϊκές συνθήκες», υπήρξε κατεξοχήν μορφή μεταδημοκρατίας.
Η μεταδημοκρατία επί ΣΥΡΙΖΑ
Είναι προφανές ότι η έννοια της μεταδημοκρατίας αναφέρεται σε πολύ πιο συνολικές διεργασίες από την δυσανεξία του πρωθυπουργού στο όσα λένε τα αντιπολιτευόμενα ΜΜΕ. Παράλληλα, επιτρέπει να δούμε τον τρόπο με τον οποίο και ο ΣΥΡΙΖΑ κινήθηκε εντός των ορίων της μεταδημοκρατίας.
Πρώτα από όλα είχαμε την περιφρόνηση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος του 2015. Ουσιαστικά, η κυβέρνηση παρέβλεψε πλήρως το ποια ήταν η λαϊκή βούληση, με τον τρόπο που η τελευταία εκφράστηκε σε μια κορυφαία δημοκρατική πρακτική Το χνάρι που άφησε αυτή η επιλογή και το οποίο σχεδόν κυνικά εκμεταλλεύτηκε και ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015 ήταν ότι οι δημοκρατικές διαδικασίες δεν έχουν αποτέλεσμα, η ψήφος δεν είναι διαδικασία απόφασης, οι πραγματικές αποφάσεις λαμβάνονται σε άλλα κέντρα.
Έπειτα, είχαμε την ίδια τη διαδικασία εφαρμογής του τρίτου μνημονίου. Το γεγονός ότι παρατάθηκε για άλλα τρία χρόνια η πρακτική της διαπραγμάτευσης ακόμη και του παραμικρού μέτρου με τους «θεσμούς», εκπροσωπούμενους από τα μη αιρετά «τεχνικά κλιμάκια», εμπέδωσε σε ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας την αίσθηση δομικής αδυναμίας κοινωνικά δίκαια αιτήματα να γίνουν πράξη.
Σε αυτό προστέθηκε, μετά το τυπικό «τέλος των μνημονίων», η δέσμευση της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής σε σημαντικό βάθος χρόνου, με χαρακτηριστική έκφραση τη δέσμευση ότι δεν μπορούν να ακυρωθούν οι αλλαγές πολιτικής που έγιναν τα τελευταία χρόνια. Μόνο που αυτό συνιστά έναν βαθιά αντιδημοκρατικό περιορισμό του ίδιου του περιθωρίου δημοκρατικής απόφασης και άσκησης πολιτικής.
Όμως, θα ήταν λάθος να περιορίσουμε τις εκφάνσεις της μεταδημοκρατίας επί ΣΥΡΙΖΑ μόνο στις πολλαπλές μορφές της συνθήκης μειωμένης λαϊκής κυριαρχίας που επέβαλαν τα μνημόνια.
Η ίδια η πολιτική πρακτική του κυβερνώντος κόμματος στην πορεία προς τις εκλογές, ο τρόπος που κυρίως επενδύει σε μια επίφαση ή εικόνα αριστερής πολιτικής, ή «αριστερού ύφους και ήθους», την ώρα που αποδέχεται και εφαρμόζει ένα πρόγραμμα που μόνο ως νεοφιλελεύθερο στον πυρήνα του μπορεί να χαρακτηριστεί ή που εμφανίζει τα ίδια συμπτώματα «φθοράς της εξουσίας», συμβάλλει ακριβώς στην υποκατάσταση της πολιτικής αντιπαράθεσης από την επικοινωνιακή μάχη, δηλαδή ένα κατεξοχήν «μεταδημοκρατικό» χνάρι.