Εάν θα μπορούσα να έδινα μια συμβουλή σε έναν πολιτικό, αυτή θα ήταν: ποτέ μην υποτιμάς την ικανότητα του ψηφοφόρου να αντιλαμβάνεται στην πραγματικότητα.
Ναι, οι πολίτες συχνά δεν έχουν πλήρη ενημέρωση, συχνά δεν έχουν μόρφωση ή πραγματική τριβή με το πώς λειτουργεί το κράτος και η οικονομία.
Συχνά δεν έχουν σπουδάσει και τις περισσότερες φορές δεν έχουν χρόνο για «πλήρη» ενημέρωση.
Και σίγουρα δεν ζουν μέσα στη φούσκα της «δημοσιότητας», όπως οι δημοσιογράφοι.
Όμως, γνωρίζουν την πραγματική ζωή πολύ καλύτερα.
Γνωρίζουν το πορτοφόλι τους και εάν είναι γεμάτο ή άδειο.
Γνωρίζουν την κατάσταση στα δημόσια νοσοκομεία.
Έρχονται αντιμέτωποι με την εφορία και τις δημόσιες υπηρεσίες.
Έχουν παιδιά που αγωνιούν για το μέλλον τους και γονείς που ανησυχούν για τα γηρατειά τους.
Επίσης δεν συνομιλούν με επικοινωνιολόγους ή άλλους πολιτικούς, αλλά με άλλους πολίτες.
Και έτσι η πραγματική τους γνώση διευρύνεται.
Αυτό σημαίνει ότι στους ψηφοφόρους υπάρχει γνώση και αντίληψη και ευστροφία.
Ενδεχομένως να μην μπορούν να διατυπώσουν λύσεις με μορφή νομοσχεδίων όμως ξέρουν να αναγνωρίζουν προβλήματα.
Και κυρίως αποκτούν ένα ένστικτο να καταλαβαίνουν πότε τους δουλεύουν.
Κάποιες φορές οι ψηφοφόροι ανέχονται ένα βαθμό δουλέματος ή ακόμη και ευχάριστα παραμύθια.
Κατανοούν ότι είναι κομμάτι του «θεάτρου» της πολιτικής.
Άλλωστε, ποιος δεν θέλει κάποια στιγμή να πιστέψει λίγο και στο όνειρο;
Μόνο που άλλο πολιτικό παραμύθι με μέτρο και άλλο δούλεμα, δηλαδή κυνική διαστρέβλωση της πραγματικότητας.
Γι’ αυτό και δεν θέλουν μεγάλες υποσχέσεις. Πέντε και στο χέρι.
Δεν θέλουν να ακούσουν για «λιγότερους φόρους», αλλά για το πόσα λιγότερα θα πληρώσουν οι ίδιοι. Μέχρι δεκαδικού ψηφίου.
Δεν θέλουν να ακούσουν για «ανάπτυξη», αλλά για το πόσες θέσεις εργασίας θα δημιουργηθούν και σε ποιους κλάδους.
Δεν θέλουν να ακούσουν πάλι για «βελτίωση της θέσης των εργαζομένων», αλλά για το πόσο θα αυξηθούν τα μεροκάματα.
Και με τον ίδιο τρόπο βλέπουν κάθε άλλη πρόταση.
Ιδίως σε μια εποχή «μειωμένων προσδοκιών» και «αθέτησης οραμάτων».
Γι’ αυτό και από τον Τσίπρα δεν ακούν τις «αγωνιστικές κορώνες» αλλά τις παροχές.
Γι’ αυτό και από τον Μητσοτάκη απαιτούν συγκεκριμένες προτάσεις και μέτρα και όχι γενικές αναφορές.
Οι ψηφοφόροι είναι πολύ πιο δύσπιστοι για τους πολιτικούς. Πολλοί είναι εντελώς εξοργισμένοι. Άλλοι θεωρούν την πολιτική εξαρχής διεφθαρμένη υπόθεση.
Γι’ αυτό και ψηφίζουν οργισμένα ή «αντισυμβατικά». Δεν είναι ότι παρασύρονται. Είναι ότι αισθάνονται ότι ονομάζουμε δημοκρατία την παραπλάνηση και τη χειραγώγηση.
Τα κόμματα μπορούν να κερδίσουν ξανά τους ψηφοφόρους.
Όχι με «επικοινωνία» και «εικόνα».
Αλλά με συγκεκριμένες προτάσεις, κοστολογημένα μέτρα, «οδικούς χάρτες», νομοθετήματα που να στέκουν.
Και έτσι οι πολίτες θα αποκτήσουν ξανά εμπιστοσύνη στην πολιτική.
Διαφορετικά, θα αναζητούν απλώς τη μία ή την άλλη «εκδικητική» ψήφο.