Λιγότερο από δύο εβδομάδες πριν τις κρίσιμες ευρωεκλογές δεκάδες λογαριασμοί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ιστότοποι που συνδέονται με τη Ρωσία ή ακροδεξιές ομάδες έχουν ριχτεί στη μάχη για την παραπληροφόρηση των ψηφοφόρων. Στόχος τους να πλήξουν κεντρώα κόμματα που κυριαρχούν στην πολιτική σκηνή εδώ και δεκαετίες.
Ερευνητές από την Ευρωπαϊκή Ενωση, ομάδες υπεράσπισης και ακαδημαϊκοί υποστηρίζουν ότι η νέα προσπάθεια παραπληροφόρησης έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά, όπως ψηφιακά αποτυπώματα ή τακτικές, που χρησιμοποιήθηκαν σε προηγούμενες επιθέσεις από τη Ρωσία, συμπεριλαμβανομένης της παρέμβασης του Κρεμλίνου στην προεκλογική εκστρατεία των Ηνωμένων Πολιτειών το 2016.
Περιθωριακά sites πολιτικού περιεχομένου στην Ιταλία για παράδειγμα, φέρουν τις ίδιες ηλεκτρονικές υπογραφές με ιστοσελίδες υπέρ του Κρεμλίνου, ενώ δυο-τρεις πολιτικές ομάδες στη Γερμανία μοιράζονται διακομιστές που χρησιμοποίησαν ρώσοι χάκερ για να παραβιάσουν τους υπολογιστές της Εθνικής Επιτροπής των Δημοκρατικών (DNC) και έτσι να αποκτήσουν πρόσβαση στις έρευνες που είχαν γίνει από το κόμμα για τον αντίπαλο υποψήφιο του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, Ντόναλντ Τραμπ.
Παρά τις καταγγελίες και τις αλληλοκατηγορίες η Ρωσία (όπως υποστηρίζει ο αμερικανικός Τύπος) εμμένει στην ψηφιακή αυτή εκστρατεία, ώστε να διευρύνει τις πολιτικές διαιρέσεις και να αποδυναμώσει τους θεσμούς στη Δύση. Μολονότι αμερικανικοί τεχνολογικοί κολοσσοί καταβάλλουν προσπάθειες να περιορίσουν το φαινόμενο, εξακολουθεί να είναι ευκολότερη η διάδοση ψευδών ειδήσεων παρά η απαγόρευσή τους.
Η Ρωσία παραμένει κινητήρια δύναμη σε αυτή την επιχείρηση, όμως ερευνητές ανακάλυψαν επίσης ανάλογες ενέργειες από ακροδεξιές ομάδες, που αντανακλούν συχνά τις πολιτικές απόψεις του Κρεμλίνου.
Στις περισσότερες περιπτώσεις είναι σχεδόν αδύνατον να υπάρξουν διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στη ρωσική προπαγάνδα, στην ακροδεξιά παραπληροφόρηση και στα αυθεντικά πολιτικά ντιμπέιτ.
Οι ερευνητές είναι βέβαιοι ότι λογαριασμοί σε Facebook και Twitter, ή ομάδες στο WhatsApp αλλά και διάφοροι ιστότοποι, διαδίδουν ψευδείς και διχαστικές ιστορίες για την Ευρωπαϊκή Ενωση, το ΝΑΤΟ, τους μετανάστες και άλλα ζητήματα.
Οι θεωρίες συνωμοσίας διακινούνται ελεύθερα, συμπεριλαμβανομένης της πρόσφατης πυρκαγιάς που κατέκαψε τον καθεδρικό ναό της Notre-Dame στο Παρίσι, η οποία παρουσιάστηκε ως έργο ισλαμιστών ή κάποιας ελίτ που κυβερνά κρυφά τον κόσμο.
Συχνά, αυτά τα μηνύματα προέρχονται απευθείας από ρωσικά μέσα ενημέρωσης και επαναλαμβάνονται ή διασπείρονται σε άλλα Μέσα. Ορισμένα είναι πιο προσεκτικά συγκεκαλυμμένα: το Facebook για παράδειγμα, κατέβασε κάποιες σελίδες στην Ιταλία την περασμένη εβδομάδα οι οποίες, μέσω αναρτήσεων που αφορούσαν πράγματα άσχετα με την πολιτική, απέκρυπταν πολιτικά μηνύματα της Ακροδεξιάς.
«Ο στόχος εδώ είναι μεγαλύτερος από οποιαδήποτε εκλογική αναμέτρηση. Εγκειται στην καλλιέργεια του διχασμού, στην αύξηση της δυσπιστίας και στην υπονόμευση της πίστης μας στους θεσμούς και στη δημοκρατία. Δουλεύουν για να καταστρέψουν όλα όσα χτίστηκαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο» αναφέρει ο πρώην αναλυτής του FBI και ερευνητής της αμερικανικής Γερουσίας Ντάνιελ Τζόουνς στους «New York Times», του οποίου η μη κερδοσκοπική ομάδα Advance Democracy αποκάλυψε πρόσφατα στις αρχές έναν αριθμό ύποπτων ιστοτόπων και λογαριασμών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Οι προσεχείς ευρωεκλογές θεωρούνται ως δοκιμασία για την Ευρωπαϊκή Ενωση εξαιτίας του αυξανόμενου λαϊκισμού και της ρητορικής εθνικής αναδίπλωσης. Ευρωπαίοι λαϊκιστές ηγέτες, πολλοί από τους οποίους συμπορεύονται με τη Ρωσία, ένωσαν τις δυνάμεις τους με την ελπίδα να διευρύνουν την επιρροή τους στο Ευρωκοινοβούλιο και, με τη σειρά τους, να αναπροσανατολίσουν ή να υπονομεύσουν τη χάραξη πολιτικής στις Βρυξέλλες.
Αξιωματούχοι της Υπηρεσίας Πληροφοριών δεν έχουν δημοσίως κατηγορήσει το Κρεμλίνο πως υποστηρίζει συγκεκριμένους υποψηφίους στην Ευρώπη με τον τρόπο που οι αμερικανικές αρχές είχαν πει ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν προσπάθησε να προωθήσει τον Ντόνταλντ Τραμπ το 2016. Ομως, ο ρώσος πρόεδρος έχει καιρό τώρα επιχειρήσει να διαιρέσει την Ευρωπαϊκή Ενωση, ενώ υποστηρίζει λαϊκίστικα κινήματα που επιδιώκουν να υπονομεύσουν το μπλοκ εκ των έσω.
Ερευνητές έχουν εντοπίσει εκατοντάδες λογαριασμούς σε Facebook και Twitter, περισσότερα από χίλια μηνύματα στο WhatsApp που μοιράζονται ύποπτα υλικά και ένα πλήθος αναξιόπιστων ιστοτόπων που διασπείρουν ψευδείς ειδήσεις και θεωρίες συνωμοσίας είτε διχαστικά μηνύματα, όμως είναι σχεδόν αδύνατον να εντοπίσει κανείς τον βαθμό διείσδυσης της παραπληροφόρησης.
Εδώ και καιρό έχει ανοίξει μια μακρά συζήτηση για το εάν αυτού του είδους το ψηφιακό υλικό μπορεί να αλλάξει τη συμπεριφορά ή την ψήφο του εκλογικού σώματος, ιδιαίτερα μετά και την προσπάθεια των τεχνολογικών εταιρειών να το εξαλείψουν. Η Ρωσία απορρίπτει τις κατηγορίες οποιασδήποτε ανάμειξης, με τον ίδιο τον ρώσο πρωθυπουργό Ντμίτρι Μεντβέντεφ να κάνει λόγο τον περασμένο Μάρτιο για «παρανοϊκές ανοησίες».
Οι εταιρείες τεχνολογίας έχουν ισχυροποιήσει τις πολιτικές τους για την εξάλειψη ψεύτικων λογαριασμών, αλλά ερευνητές λένε ότι οι πλατφόρμες τους θα αποτελούν πάντα γόνιμο έδαφος για εκστρατείες επιρροής. Το 2016, το Facebook προσέλαβε χιλιάδες ανθρώπους που εργάζονται πάνω στην ασφάλεια και στις εκλογές συγκεκριμένα. Αφαίρεσε περίπου 2,8 δισεκατομμύρια ψεύτικους λογαριασμούς και μπλόκαρε δίκτυα που διέδιδαν ψευδείς ειδήσεις, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων που είχαν στόχο την Ευρώπη.
Ομως, καθώς το Μέσο έχει περισσότερους χρήστες στην Ευρώπη από ό,τι στις Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ενωση καλείται να αντιμετωπίσει μια νέα πρόκληση: να ελέγχει καθημερινά δισεκατομμύρια post σε 28 χώρες και 24 γλώσσες, σεβόμενη τα όρια της ελευθερίας του λόγου.