Η οικονομική κρίση άφησε βαθιές ουλές και έφερε τον διχασμό στις κοινωνίες κάποιων ευρωπαϊκών κρατών, τα οποία έπειτα από μια χαμένη, από οικονομικής απόψεως, δεκαετία δεν έχουν καταφέρει να ξαναδώσουν στους πολίτες τους ίσες ευκαιρίες για την προσωπική τους ανέλιξη και ευημερία. Αυτό είναι το συμπέρασμα νέας έρευνας για την κατάσταση στην Ευρώπη που διενήργησε η ολλανδική τράπεζα ING και προέβαλε σε πρωτοσέλιδό της η βρετανική (πλην φιλοευρωπαϊκή) οικονομική εφημερίδα «Financial Times».
«Αν και οι μέσοι ρυθμοί ανάπτυξης έχουν κατά κανόνα ανακάμψει, η οικονομική δραστηριότητα και η απασχόληση σε κάποιες γεωγραφικές περιοχές της ηπείρου δεν έχουν ακόμη ξεπεράσει τα επίπεδα στα οποία βρίσκονταν πριν από δέκα χρόνια» σημειώνουν οι οικονομικοί αναλυτές της τράπεζας. Η πρωτοτυπία της προκειμένης έρευνας άλλωστε έγκειται σε αυτό ακριβώς το γεγονός. Οτι εξετάζει δηλαδή τις οικονομικές εξελίξεις σε γεωγραφικές περιοχές και επαρχίες των κρατών-μελών και όχι στις χώρες στο σύνολό τους. Γι’ αυτό και αποκαλύπτει τεράστια αναπτυξιακά και οικονομικά χάσματα μέσα στις ίδιες τις χώρες-μέλη, που λειτουργούν αποξενωτικά για τις κοινωνίες και διχαστικά για τους λαούς.
«Οι καταγραφόμενες αποκλίσεις σημαίνουν ότι πολλές περιοχές στην ευρωπαϊκή ήπειρο μοιάζουν να βρίσκονται σε μια παρατεταμένη στασιμότητα» τονίζουν οι Μπερτ Κολάιν και Τζοάνα Κένιγκς που υπογράφουν την έρευνα της ING. Οι ερευνητές διαπιστώνουν άλλωστε μια τάση υπανάπτυξης σε χώρες με γεωγραφικές περιοχές που κατοικούνται από αγροτικούς και γηράσκοντες πληθυσμούς. Οι υστερήσεις αυτές εντείνουν τις διακρίσεις συγκριτικά με τις αστικές περιοχές των ίδιων χωρών, οι οποίες κατοικούνται από πολίτες νεότερους σε ηλικία και με υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο και επαγγελματική κατάρτιση.
Ακόμα και στη Γερμανία
«Ακόμα και στη Γερμανία, όπου το ποσοστό ανεργίας βρίσκεται στα χαμηλότερα επίπεδα μετά την ενοποίηση της χώρας, οι τσέπες των κατοίκων των ανατολικών κρατιδίων είναι άδειες και η ανεργία ξεπερνά τα επίπεδα του 2008» αναφέρεται στην έκθεση. Οσο για την Ιταλία, «η ισχυρή ανάπτυξη στις βόρειες επαρχίες και στη Ρώμη και στα περίχωρά της δεν αφήνει να φανεί στην πραγματική της έκταση η αδυναμία δημιουργίας θέσεων εργασίας που έχει προκαλέσει η κρίση στις νότιες περιοχές της χώρας».
Ολα αυτά συμβαίνουν ενώ η ανεργία συνολικά στην ευρωζώνη βρίσκεται στα χαμηλότερα επίπεδα μετά το ξέσπασμα της κρίσης, μόλις στο 7,7%. Ωστόσο, πίσω από τους ευημερούντες συνολικούς αριθμούς κρύβονται βαθιές γεωγραφικές διακρίσεις. «Η ευρύτερη περιοχή της Πράγας είχε το 2018 ανεργία μόλις 1,3%, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε η Eurostat την περασμένη Δευτέρα, ενώ η ανεργία στη Δυτική Μακεδονία έφθανε το 27%» αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση.
Για να διαπιστώσουν ποιες γεωγραφικές περιφέρειες και επαρχίες υστερούν και αδυνατούν να ανεβούν στο τρένο της ανάπτυξης, οι ερευνητές της ING μέτρησαν τη διαφορά μεταξύ του πραγματικού και του «φυσικού» ποσοστού ανεργίας την περασμένη δεκαετία. Λαμβάνοντας υπόψη ότι στις αγορές εργασίας περίπου το 5% των ευρισκομένων σε παραγωγική ηλικία δεν επιθυμεί να εργαστεί, προσπάθησαν να υπολογίσουν και να καθορίσουν πού στην Ευρώπη οι πολίτες βρίσκουν απασχόληση δίχως καμιά δυσκολία και πού δυσκολεύονται.
Ετσι διαπίστωσαν ότι ενώ σε περιοχές χωρών της Βόρειας Ευρώπης η εξεύρεση εργασίας ήταν την τελευταία δεκαετία κάτι το εφικτό, σε πολλές επαρχίες νοτιοευρωπαϊκών χωρών (αναφέρονται συγκεκριμένα η Ισπανία, η Ιταλία, οι βαλκανικές χώρες και η Ελλάδα), το ποσοστό της πραγματικής ανεργίας ξεπερνά τις 10 ποσοστιαίες μονάδες – κάτι που σημαίνει ότι αν προστεθεί και η «φυσική» ανεργία, το ποσοστό ξεπερνά το 15%.
Η έρευνα συμπέρανε ότι στις περισσότερο πληττόμενες περιοχές υπάρχουν έλλειψη επενδύσεων και χαμηλές δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη. Κάποιες περιοχές, επίσης, διαπιστώθηκε ότι έχουν πληγεί από την παγκοσμιοποίηση, δηλαδή δεν είχαν τη δυνατότητα να ανταγωνιστούν τα πολύ φθηνότερα εισαγόμενα προϊόντα. Διαπιστώθηκε επίσης ότι ορισμένες γεωγραφικές περιοχές – συμπεριλαμβανομένων κάποιων στη Γερμανία – έχουν δύσκολη πρόσβαση στο Διαδίκτυο! «Οι διαρθρωτικές αυτές αδυναμίες καταδικάζουν επαρχίες ολόκληρες στην υπανάπτυξη και δημιουργούν θυλάκους φτώχειας στην ανεπτυγμένη Ευρώπη» τονίζουν οι ειδικοί.