Για χρόνια στον ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησαν να μας πείσουν ότι «δεν είναι σαν τους άλλους».
Ότι αυτοί είναι διαφορετικοί, ότι είναι «εναλλακτικοί», ότι ακόμη και εάν κάνουν «οδυνηρούς πολιτικούς συμβιβασμούς», εξακολουθούν να έχουν ένα διαφορετικό «ήθος της εξουσίας».
Μόνο που καθημερινά δείχνουν πόσο διαφορετικοί δεν είναι.
Όταν χρειάστηκε να αντιμετωπίσουν φυσικές καταστροφές στη Μάνδρα και στο Μάτι, η αντίδρασή τους ήταν η ίδια με τους προηγούμενους: καμιά παραίτηση, καμιά συγγνώμη στα θύματα, καμιά αυτοκριτική και συνεχής μετάθεση των ευθυνών σε οποιονδήποτε άλλο.
Όταν χρειάστηκε να συνομιλήσουν με επιχειρηματίες, τον ίδιο το δρόμο της «διαπλοκής» διάλεξαν με τους προηγούμενους. Πώς αλλιώς μπορεί να χαρακτηριστεί η συνεχής παρασκηνιακήπολιτικοεπιχειρηματική συναλλαγή, πότε με τον Καλογρίτσα, πότε με τον Σάββίδη και πάντοτε με τον Σωκράτη Κόκκαλη;
Όταν χρειάστηκε να χειριστούν θεσμικά μεγάλες επενδύσεις, η λογική τους ήταν και πάλι όπως παλιά: «τι έχεις να μου δώσεις για να προχωρήσει η δουλειά σου;».
Ούτε είναι τυχαίο ότι αυτοί που έβριζαν τους «διαπλεκόμενους» κάποτε, τώρα είχαν τους δικούς… Πετσίτηδες να πηγαίνουν στις ΔΕΚΟ και να δηλώνουν «Μαξίμου» για να ζητήσουν «διευκολύνσεις».
Για να μην αναφερθούμε στα χάλια του ποδοσφαίρου και της διαβόητης «εξυγίανσης» που οι ίδιοι την προώθησαν με τα γνωστά αποτελέσματα.
Γιατί αποδείχτηκε ότι δεν είχαν σκοπό να φέρουν ούτε την κοινωνική αλλαγή, ούτε τη ρήξη, ούτε καν μια κάπως καλύτερη καθημερινότητα.
Επαγγελματίες πολιτικοί ήταν και όχι φλογεροί επαναστάτες. Είδαν ένα «άνοιγμα» το 2012 και είπαν να το εκμεταλλευτούν.
Για να ανέβουν στην εξουσία με σκοπό απλώς να έχουν εξουσία και να χαίρονται τα όποια καλά της.
Συμπεριλαμβανομένου του κότερου.
Γιατί το κότερο πάνω από όλα συμβολίζει την Αριστερά που θέλει να ζήσει την «καλή ζωή».
Που θέλει να συναγελάζεται με τους ανθρώπους του πλούτου.
Που θέλει να γίνει «μέλος του κλαμπ» στο οποίο οι ψηφοφόροι της δεν θα γίνουν ποτέ μέλη.
Δεν έχω πρόβλημα με αυτόν που θέλει να περάσει καλά τις διακοπές του.
Ούτε περιμένω από τον πρωθυπουργό να πηγαίνει με αντίσκηνο στην Ανάφη.
Έχω ένα πρόβλημα με τον κυνισμό μιας αριστερής υποτίθεται εξουσίας που την ώρα που καταγγέλλει τους πάντες θέλει να κάνει αυτά που έκαναν και οι προηγούμενοι:
– Να είναι μέσα στα κόλπα και πάνω στα κότερα.
– Να «κλείνει δουλειές».
– Να έχει «προνομιακούς συνομιλητές» από το χώρο της επιχειρηματικότητας.
– Να εισπράττει κάθε λογής ανταλλάγματα, πολιτικά μα και πολύ… υλικά.
Όπως και έχω πρόβλημα με το δούλεμα.
Ιδίως όταν γίνεται ανοιχτά και απροκάλυπτα.
Και κυρίως έχω πρόβλημα με την ομερτά.
Τη λογική ότι δεν τα λέμε για να μη πληγώσουμε «την αριστερή κυβέρνηση», ακόμη και όταν καταπατά κάθε αξία και ιδανικό της Αριστεράς.
Το δημοσιογραφικό τείχος προστασίας που υψώνεται κάθε φορά που λέγονται σκληρές αλήθειες για την κυβέρνηση Τσίπρα.
Γιατί όλα αυτά μια συνέπεια έχουν.
Να γενικεύουν την πεποίθηση ότι «όλοι ίδιοι είναι».
Και ξέρουμε πολύ καλά ότι το «όλοι ίδιοι είναι» σε ένα πράγμα καταλήγει:
Στην ενίσχυση της ακροδεξιάς.