Το τρίπτυχο «οκτώ ώρες δουλειά, οκτώ ώρες ανάπαυση, οκτώ ώρες ύπνο» ήταν το βασικότερο σύνθημα των εργατών του Σικάγο το 1886, οι οποίοι μη αντέχοντας τις μέχρι τότε συνθήκες αποφάσισαν να προχωρήσουν σε απεργιακές κινητοποιήσεις, διεκδικώντας ωράριο στις 8 ώρες και καλύτερες συνθήκες εργασίας.
Άνοιξαν έτσι το δρόμο της πάλης για τη διεύρυνση των εργασιακών δικαιωμάτων και διαμόρφωσαν το πλαίσιο των μελλοντικών διεκδικήσεων.
Στις μέρες μας, όπου τα εργασιακά δικαιώματα όχι μόνο συρρικνώνονται, αλλά και μερικές φορές αγνοούνται ολοκληρωτικά, με τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης και τη συνεχώς αυξανόμενη ανεργία, οι διεκδικήσεις παραμένουν επίκαιρες, υπενθυμίζοντας ότι η Πρωτομαγιά παραμένει σύμβολο ενεργών αγώνων και διεκδικήσεων και όχι μια ημέρα τυπικού εορτασμού.
Στην Ελλάδα, η πρώτη Εργατική Πρωτομαγιά συνέβη το 1893 όταν ο Κεντρικός Σοσιαλιστικός Σύλλογος του Σταύρου Καλλέργη απαίτησε πέρα από την καθιέρωση οκτάωρης εργασίας, την καθιέρωση της αργίας της Κυριακής και τη χορήγηση σύνταξης στα θύματα των εργατικών ατυχημάτων.
Ωστόσο, το κίνημα για τα εργασιακά δικαιώματα κορυφώθηκε τoν Μάιο του 1936 στη Θεσσαλονίκη, όταν οι καπνεργάτες αποφάσισαν να διεκδικήσουν με κάθε τρόπο τα δικαιώματά τους, πραγματοποιώντας συλλαλητήρια και πορείες. Στην προσπάθειά της να εμποδίσει τους διαδηλωτές η Χωροφυλακή θα ανοίξει πυρ εναντίον τους, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 16 άνθρωποι.
Οι εκδηλώσεις εορτασμού
Οι εκδηλώσεις της Πρωτομαγιάς φέτος θα πραγματοποιηθούν κάτω από ένα αρκετά φορτισμένο κλίμα, καθώς η διαμάχη μεταξύ της ΓΣΕΕ και του ΠΑΜΕ έχει φτάσει στα δικαστήρια, αναφορικά με την κόντρα των δύο πλευρών για τη διοίκηση που θα προχωρήσει στη διεξαγωγή του 37ου Συνεδρίου.
ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ έχουν προγραμματίσει συγκέντρωση στις 11:00 στην πλατεία Κλαυθμώνος, το ΠΑΜΕ μισή ώρα νωρίτερα στο Σύνταγμα, ενώ άλλα πρωτοβάθμια σωματεία και οργανώσεις θα συγκεντρωθούν στο Μουσείο, προκειμένου να συμμετέχουν στην καθιερωμένη πορεία.
Παράλληλα, σε απεργία και συγκέντρωση στις 10:30 το πρωί έξω από τις εγκαταστάσεις του, καλεί τους εργαζόμενους το Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης.
Σε ανακοίνωσή του, με αφορμή την ημέρα της Πρωτομαγιάς, το Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης επισημαίνει ότι «την ώρα που οι εργαζόμενοι ετοιμάζονται να τιμήσουν την ημέρα της Πρωτομαγιάς και το ΕΚΘ γνωστοποιεί με πανό και αφίσες τη συγκέντρωση μνήμης, τιμής και αγώνων στις 10:30 μπροστά στο ΕΚΘ, μέλη του ΠΑΜΕ με καταδρομικές επιθέσεις τα κατεβάζουν από κεντρικούς δρόμους της πόλης, σε μια ακόμα ένδειξη «επανάστασης» απέναντι στο συνδικαλιστικό κίνημα το οποίο επιθυμούν να διαλύσουν, χρησιμοποιώντας βία και τραμπουκισμούς».
Το Εργατικό Κέντρο τονίζει ότι «η ανάρτηση πανό και αφισών αποτελεί κομμάτι τις ιστορίας του εργατικού κινήματος της Θεσσαλονίκης» και υπογραμμίζει ότι «η ελευθερία έκφρασης και η ελεύθερη δράση των συνδικαλιστικών οργανώσεων είναι δικαιώματα που κατακτήθηκαν με αγώνες και δε χαρίζονται στους αυτόκλητες «σωτήρες» του ΠΑΜΕ, οι οποίοι κατά τα άλλα συμμετέχουν στη διοίκηση του ΕΚΘ αλλά με κάθε τρόπο εμποδίζουν και υπονομεύουν τη λειτουργία του».
Τα πολιτικά κόμματα για την Πρωτομαγιά
«Τιμάμε την Εργατική Πρωτομαγιά, τους νεκρούς εργάτες του Σικάγου του 1886, τους καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης του ’36, τους 200 εκτελεσμένους κομμουνιστές της Καισαριανής την 1η Μάη του 1944, όλους τους αλύγιστους της ταξικής πάλης, όσους θυσιάστηκαν για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Αυτό είναι το μοναδικό πραγματικά προοδευτικό μέλλον της κοινωνίας» αναφέρει ανακοίνωση του ΚΚΕ για την Εργατική Πρωτομαγιά.
Υπογραμμίζοντας ότι τα διδάγματα της εποποιΐας του εργατικού κινήματος είναι σήμερα περισσότερο επίκαιρα από ποτέ, το ΚΚΕ επισημαίνει πως «ό,τι κέρδισε η εργατική τάξη, το κέρδισε με σκληρούς αγώνες, σε σύγκρουση με το κεφάλαιο και την εξουσία του, ανατρέποντας συσχετισμούς που μπορεί να ήταν αρνητικοί και να φάνταζαν ανυπέρβλητοι».
Το ΚΚΕ υπογραμμίζει, στη συνέχεια, ότι «πάνω από όλα η Ιστορία απέδειξε ότι η εργατική τάξη, η πιο πρωτοπόρα δύναμη της κοινωνίας, μπορεί, σε συμμαχία με τα άλλα καταπιεζόμενα λαϊκά στρώματα, να ανατρέψει την εξουσία του κεφαλαίου, να οικοδομήσει μια νέα κοινωνία που θα έχει στο επίκεντρο την ικανοποίηση των διευρυνόμενων λαϊκών αναγκών. Η ανατροπή του σοσιαλισμού και η παγκόσμια υποχώρηση του εργατικού κινήματος ούτε δικαιώνουν την καπιταλιστική βαρβαρότητα που ζούμε, ούτε πολύ περισσότερο σταματούν τον τροχό της Ιστορίας, που, παρά τις δυσκολίες και τα εμπόδια, κινείται πάντα προς τα μπρος».
«Η Πρωτομαγιά αποτελεί πάντα σταθμό μνήμης, τιμής και συνεχούς διεκδίκησης των κεκτημένων εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Η περαιτέρω ενίσχυσή τους, η βελτίωση των εργασιακών σχέσεων, η καταπολέμηση της εργοδοτικής αυθαιρεσίας και της μαύρης εργασίας, η αύξηση των πραγματικών μισθών δεν είναι απλά μια κοινωνική αναγκαιότητα αλλά μια εθνική προτεραιότητα. Όπως προτεραιότητα οφείλει να είναι και η καταπολέμηση της ανεργίας με τη δημιουργία βιώσιμων, καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας» αναφέρει η Δημοκρατική Αριστερά, συμπληρώνοντας ότι «στη σημερινή συγκυρία, η Πρωτομαγιά εκπέμπει ένα ακόμη πιο ηχηρό μήνυμα. Οι Έλληνες πολίτες δεν μπορούν παρά να ενώσουν τις δυνάμεις τους και τις φωνές τους με τις προσπάθειες που γίνονται για μια ισχυρή και δημοκρατική Ευρώπη, για την αλλαγή της πορείας της, για να ηττηθούν οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που συρρικνώνουν τα εργασιακά δικαιώματα και οδηγούν σε αδιέξοδο.
«Η φετινή Πρωτομαγιά μπορεί και πρέπει να γίνει η νέα αγωνιστική αφετηρία του εργατικού και λαϊκού κινήματος για την ανατροπή όλων των αντιλαϊκών μέτρων, όλων των μνημονίων και όλου του πολιτικού κατεστημένου που τα ψήφισε, ή τα εφάρμοσε, ή τα στηρίζει»: αυτό υπογραμμίζει σε ανακοίνωσή της η Λαϊκή Ενότητα, με την ταυτόχρονη επισήμανση ότι «οι πολιτικές φτωχοποίησης του λαού και μετατροπής της χώρας σε προτεκτοράτο των δανειστών δεν μπορούν και δεν πρέπει να συνεχιστούν».
Ωστόσο, προσθέτει, «υπάρχει άλλος δρόμος, που δεν είναι μόνο ανατρεπτικός, αλλά και ρεαλιστικός και ελπιδοφόρος, δρόμος αξιοπρέπειας, κοινωνικής δικαιοσύνης, ευημερίας, δημοκρατίας και εθνικής ανεξαρτησίας. Είναι ο δρόμος της κατάργησης των μνημονίων και της λιτότητας, της διαγραφής του δημόσιου χρέους και της γενναίας «σεισάχθειας» στο χρέος των λαϊκών νοικοκυριών και μικρομεσαίων επαγγελματιών και αγροτών, της εθνικοποίησης των τραπεζών, του σταματήματος των ιδιωτικοποιήσεων, της ανασυγκρότησης του δημόσιου τομέα και της υπεράσπισης των κοινωνικών αγαθών. Είναι ο δρόμος της ρήξης με την Ευρωζώνη και την ΕΕ και της αποδέσμευσης απ’ αυτήν στη βάση ενός ριζοσπαστικού φιλολαϊκού προγράμματος ανάπτυξης και παραγωγικής ανασυγκρότησης, που θα στηρίζει και θα ενισχύει τους μισθούς, τις συντάξεις, τα λαϊκά εισοδήματα, τις θέσεις εργασίας, τη δημόσια υγεία, παιδεία και πρόνοια και θα ανοίγει το δρόμο για βαθύτερες οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές και για ένα νέο βιώσιμο σοσιαλισμό του 21ου αιώνα».