Την ώρα που η Ελλάδα ετοιμάζεται για την επόμενη έξοδό της στις αγορές ομολόγων, ελπίζει να προσελκύσει περισσότερους επενδυτές μακροπρόθεσμου ορίζοντα και παραδοσιακούς διαχειριστές κεφαλαίων, παρά hedge funds (ταμεία αντιστάθμισης κινδύνου) που ήταν οι βασικοί αγοραστές ελληνικού κρατικού χρέους τα τελευταία χρόνια, σημειώνει το Reuters σε ανάλυσή του.
Από τότε που εξήλθε του τρίτου μνημονίου, το καλοκαίρι του 2018, η Ελλάδα προσπαθεί να αφήσει πίσω της τα εννέα χρόνια της κρίσης. Πριν από λίγες ημέρες υπέβαλε επίσημο αίτημα στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης(ESM) για την πρόωρη αποπληρωμή υψηλότοκου χρέους, ύψους 3,7 δισ. ευρώ, που οφείλει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, αντικαθιστώντας τα ακριβά δάνεια του ΔΝΤ με φθηνότερο, μέσω αγορών δανεισμό.
Παράλληλα, προστίθεται στο άρθρο, η Ελλάδα πούλησε δύο νέα ομόλογα τον Ιανουάριο και τον Μάρτιο και σχεδιάζει να επανέλθει στην αγορά έως τον Ιούνιο.
«Για να διατηρήσει την πρόσβασή της στις αγορές, η Ελλάδα θα χρειασθεί επενδυτές με μακρύ χρονικό ορίζοντα, όπως τη BlackRock και την Amundi. Και ένα μεγάλο εμπόδιο προβάλλει εδώ, η αξιολόγηση της πιστοληπτική ικανότητας της χώρας που παραμένει σημαντικά χαμηλότερα από το επίπεδο της επενδυτικής διαβάθμισης σημαίνει ότι τα ελληνικά ομόλογα εξαιρούνται από τους μεγάλους δείκτες που χρησιμοποιούν ως σημεία αναφοράς οι παγκόσμιοι διαχειριστές κεφαλαίων», σημειώνει το Reuters, προσθέτοντας:
«Υπάρχουν, ωστόσο, ενδείξεις ότι οι πρόσφατες αναβαθμίσεις του αξιόχρεου και η βελτίωση της οικονομίας αρχίζουν να βάζουν ξανά τα ελληνικά ομόλογα στο ραντάρ των μεγάλων επενδυτών».
«Επενδύουμε στην Ελλάδα εδώ και περίπου ένα χρόνο και βλέπουμε αξία στα ελληνικά κρατικά ομόλογα καθώς και στα καλυμμένα ομόλογα που εκδίδουν οι ελληνικές τράπεζες», δήλωσε ο Iain Stealey, επικεφαλής διεθνών επενδύσεων της JP Morgan Asset Management, η οποία διαχειρίζεται ενεργητικό ύψους 369 δισ. δολαρίων.
«Υπάρχουν πιθανόν ακόμη ζητήματα για την Ελλάδα μακροπρόθεσμα, αλλά το μεγαλύτερο μέρος του χρέους της το έχουν δημόσιοι πιστωτές, κάτι που μας καθησυχάζει», πρόσθεσε ο ίδιος.
Μόνο 60 δισ. ευρώ από το συνολικό ελληνικό χρέος των περίπου 350 δισ. ευρώ είναι διαπραγματεύσιμο στην αγορά, ενώ το υπόλοιπο το έχουν επίσημοι πιστωτές, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΔΝΤ.
Οι τελευταίες εκδόσεις ελληνικών ομολόγων δείχνουν, πράγματι, ότι αλλάζει το προφίλ των επενδυτών για τον «πρώην παρία της ευρωζώνης», σημειώνεται.
Οι θεσμικοί επενδυτές (real-money investors) αποτελούσαν λιγότερο από το 30% των αγοραστών όταν η Ελλάδα δοκίμασε τις αγορές με μία νέα έκδοση το 2014, ενώ τα hedge funds αγόρασαν σχεδόν το 50%, σύμφωνα με τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους.
Στις φετινές, όμως, εκδόσεις πενταετών και 10ετών ομολόγων, τα hedge funds αποτελούσαν μόνο το 11% των αγοραστών, ενώ οι θεσμικοί επενδυτές άντλησαν σχεδόν το 70%.
«Για να προσελκύσει ένα νέο κύμα επενδυτών, η Ελλάδα πρέπει να αναπτύξει τις αγορές της -πρέπει να υπάρχει πρόσβαση σε τακτικές εκδόσεις με διαφορετικές διάρκειες», δήλωσε ο Lee Cumbes, επικεφαλής της Barclays για τις επενδύσεις σε κρατικά ομόλογα της Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής.
Μία νέα πώληση ομολόγου αποτελεί μία ευκαιρία δοκιμής για το αν η Ελλάδα μπορεί να αποκτήσει περισσότερη χρηματοδότηση από επενδυτές με μακρύτερο χρονικό ορίζοντα, μειώνοντας την εξάρτησή της από τα hedge funds, τα οποία κατηγορούνται συχνά ότι αυξάνουν τη μεταβλητότητα μπαινοβγαίνοντας στις αγορές, πουλώντας ομόλογα που μόλις έχουν αγοράσει για να αποκομίσουν γρήγορο κέρδος, σημειώνει το Reuters.
«Η Ελλάδα βρίσκεται στην πορεία που είχαν πάρει, όχι πολύ παλαιότερα, χώρες που είχαν διασωθεί, όπως η Πορτογαλία και η Ιρλανδία, αλλά η αποκατάστασή της μπορεί να είναι βραδύτερη», προσθέτει.
Για να ενταχθεί στο δείκτη Markit iBOXX EUR της Ευρωζώνης, ο οποίος έχει μία κεφαλαιοποίηση 6,4 τρισ. ευρώ, η Ελλάδα πρέπει να έχει ένα αξιόχρεο τουλάχιστον στο μέσο του ΒΒΒ.
Ωστόσο, σημειώνεται στην ανάλυση του Reuters, η Ελλάδα κινείται στη σωστή κατεύθυνση. Ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης S&P μόλις επιβεβαίωσε το αξιόχρεό της στο B+ με θετική προοπτική.
Εν τω μεταξύ, οι διαχειριστές κεφαλαίων μπορούν να επενδύουν σε ελληνικά ομόλογα, χρησιμοποιώντας επενδυτικά ταμεία τους που δεν περιορίζονται από κριτήρια σχετικά με το αξιόχρεο. Η BlackRock, για παράδειγμα, έχει μικρές θέσεις σε ελληνικά ομόλογα, σε ταμεία της που είναι πιο επιθετικά και χωρίς περιορισμούς.
«Η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες εκείνες που, σε σχέση με τρία χρόνια πριν, έχει κάνει μεγάλη πρόοδο», δήλωσε ο Michael Krautzberger, επικεφαλής της ομάδας της BlackRock για τα ευρωπαϊκά ομόλογα.
Η Amundi, που είναι το μεγαλύτερο ευρωπαϊκό επενδυτικό ταμείο με ενεργητικό 1,425 τρισ. ευρώ, διατηρεί μία μικρή θέση με πενταετή διάρκεια, δήλωσε ο Eric Brard, επικεφαλής για τους τίτλους σταθερού εισοδήματος.
Ο Brard αγόρασε τα νέα 10ετή ελληνικά ομόλογα, στοιχηματίζοντας σε μία καλύτερη επίδοσή τους βραχυπρόθεσμα, αλλά στη συνέχεια τα πούλησε για την αποκόμιση κέρδους. Η απόδοση του ομολόγου αυτού μειώθηκε 70 μονάδες βάσης (0,7 της ποσοστιαίας μονάδας) μετά την έκδοσή του.
Ο Mark Dowding, υψηλόβαθμος διαχειριστής χαρτοφυλακίου της BlueBay Asset Management, δήλωσε ότι περισσότεροι επενδυτές θα προσελκυσθούν καθώς θα αυξάνονται οι πιστοληπτικές αξιολογήσεις της Ελλάδας.
«Αρχίζεις να κάνεις προβολή μίας πορείας που θα μπορούσε να οδηγήσει τελικά προς την επενδυτική διαβάθμιση, αυτό θα ενθαρρύνει μεγαλύτερη συμμετοχή θεσμικών επενδυτών σε εκδόσεις ομολόγων», είπε.