Η εξέγερση κατά των ελίτ που, κατά μια έννοια, χαρακτηρίζει την εποχή μας παίρνει διάφορες μορφές. Εδώ και καιρό πολλοί παρατηρητές σπεύδουν να προσδώσουν σε αυτή την αφύπνιση της δυσαρέσκειας ιδεολογικά χαρακτηριστικά από το παρελθόν: ίχνη από τους φασισμούς, τους αυταρχικούς λαϊκισμούς, τις κουλτούρες της κοινωνικής διαμαρτυρίας του 20ού αιώνα. Αυτό μπορεί να ισχύει για ορισμένα σύγχρονα κινήματα. Ομως πώς να προσεγγίσει κανείς την «από το πουθενά» ανάδυση ανθρώπων στο κέντρο της πολιτικής, ανθρώπων που δεν παραπέμπουν σε καμία από τις ιστορικές πολιτικές παραδόσεις;
Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ο καινούργιος εκλεγμένος πρόεδρος στην Ουκρανία, είναι από αυτό το είδος. Είναι η διακωμώδηση της Εξουσίας που γίνεται εξουσία. Είναι και το πνεύμα των social media, οι κουβέντες του καφέ, η πολιτική αυτού που «δεν κάνει πολιτική». Τα προγραμματικά στοιχεία της πολιτικής έχουν σβηστεί πίσω από την υπόσχεση του καινούργιου και του μη διεφθαρμένου.
Από μια άποψη φυσικά, η επιλογή Ζελένσκι διαψεύδει μια άλλη τάση της εποχής: την κίνηση προς αναζήτηση ισχυρών ενσαρκώσεων στην πολιτική, τη νοσταλγία του Ηγέτη, την κούραση με τις ποπ ή ελαφρών βαρών φιγούρες. Ενώ θα έλεγε κανείς πως η γεωπολιτική αστάθεια και η επιδείνωση των οικονομικών θα ενίσχυαν την αναζήτηση ενός πιο παραδοσιακού αρχηγικού προφίλ, βλέπουμε έναν που δεν εντάσσεται σε κάποιο γνωστό δέντρο της πολιτικής γενεαλογίας.
Θα μπορούσε να το πει κανείς εκδίκηση της παρωδίας. Ή ως μετατόπιση του «τρολαρίσματος» στην καρδιά του πολιτικού συστήματος. Μήπως είναι κι αυτό μια μορφή απόγνωσης των μαζών; Ή κάτι ανάλογο με αυτό που πριν από δεκαετίες ο Ζαν Μποντριγιάρ ονόμαζε «ειρωνική στρατηγική» της σιωπηρής πλειοψηφίας απέναντι στις επίσημες οικογένειες της πολιτικής;
Προφανώς και κάθε περίπτωση διαφέρει και δεν μπορούμε να κρίνουμε τις δυσφορίες στην ευρωπαϊκή Δύση και τα προβλήματα χωρών όπως η Ουκρανία με τους ίδιους όρους. Αυτή τη στιγμή, ας πούμε, στα Βαλκάνια η κοινωνική διαμαρτυρία εστιάζει στη διαφθορά, στις συνάφειες εξουσίας και οργανωμένου εγκλήματος ή στις παραβιάσεις της θεσμικής τάξης. Η αναζήτηση μιας άλλης αρχής, μιας καλύτερης διακυβέρνησης, συνυπάρχει με λανθάνουσες εθνικιστικές δυναμικές και παιχνίδια ισχύος ανάμεσα σε ομάδες ολιγαρχών. Το ίδιο αίτημα αντι-διαφθοράς φαίνεται πως επέδρασε και στην Ουκρανία, μαζί με την ελπίδα για μια πιο σταθερή πορεία προς την Ευρώπη.
Είναι το τέλος της πολιτικής όπως την ξέραμε; Με μια έννοια, ναι. Γιατί ακόμα και ο βήτα διαλογής παλιός ηθοποιός του Χόλιγουντ Ρόναλντ Ρίγκαν είχε κάποια χρόνια πείρας ως κυβερνήτης της Καλιφόρνιας και περιστοιχιζόταν από αρχαία «πολιτικά ζώα» της αμερικανικής πολιτικής σκηνής. Οσο κι αν αυτοσχεδίαζε στη σκηνή, είχε πλάι του και από πίσω του μια έμπειρη πολιτική μηχανή και τις αντίστοιχες επεξεργασίες μιας συγκεκριμένης αμερικανικής Δεξιάς και των δικτύων της. Το θέμα με τους πολιτικούς χωρίς κόμματα και παράδοση είναι ότι μπορεί να κατευθύνουν το σκάφος προς τα πιο διαφορετικά λιμάνια. Δεν είναι απλώς ότι οι πεποιθήσεις τους είναι απροσδιόριστες ή εξαιρετικά γενικές. Το πιο ανησυχαστικό είναι ότι δεν αντιστοιχούν στη σοβαρότητα των καταστάσεων. Ο Ζελένσκι είναι λοιπόν μια επιλογή στο πλαίσιο αυτού του φαινομένου που στη Γαλλία ονομάστηκε dégagisme. Το σύνθημα αυτής της πολιτικής είναι «να φύγει αυτός» και βλέπουμε. Οι λαοί δικαιούνται να θέλουν να ξεφορτωθούν, να μαυρίσουν, να δοκιμάσουν το νέο. Η κόπωση, η δυσφορία, η απογοήτευση είναι πολιτικά όπλα, κι αυτό φυσικά δεν είναι καινούργιο, είναι μία από τις ψυχές της πολιτικής. Το ζήτημα που αναδεικνύει η εποχή μας είναι ότι αυτή η απορριπτική χειρονομία, είτε με κωμικές είτε με πένθιμες πλευρές, έχει πολύ μεγάλους κινδύνους. Τώρα, ας πούμε, ο Ζελένσκι έχει απέναντί του έναν Βλαντίμιρ Πούτιν. Από την άλλη πλευρά, έχει μια Ευρώπη τραυματισμένη, με την ανοιχτή πληγή του Brexit και τη Γερμανία αντιμέτωπη, για πρώτη φορά, με οικονομικές ανησυχίες. Υπάρχει, τέλος, η πληγή στην Κριμαία και οι δυνάμεις που θητεύουν στο ακροδεξιό εθνοτικό μίσος. Εχει βέβαια κάτι το ειρωνικό το ότι ο Ζελένσκι είναι εβραϊκής καταγωγής.
Το τρολάρισμα της κάλπης δεν είναι, έτσι, μια ανώδυνη, ειρωνική στρατηγική. Μπορεί να σαγηνεύει όσους, έτσι κι αλλιώς, αντιπαθούν τη φιλελεύθερη δημοκρατία και πιστεύουν πάντα στο περίφημο ρητό «μεγάλη αναταραχή, θαυμάσια κατάσταση» του Μάο. Για τους υπόλοιπους όμως η βουτιά στο άγνωστο δεν είναι, σώνει και καλά, ιαματική. Ούτε τα κινήματα της αγανάκτησης ούτε οι εκτός πολιτικής «καθημερινοί τύποι» αποτελούν εναλλακτικές στους Ποροσένκο του κόσμου αυτού.
Αυτό είναι μέχρι στιγμής το μάθημα του νέου αιώνα: ότι οι Ζελένσκι που εμφανίζονται στην πολιτική μπορεί να είναι χειρότεροι από τις παλιές ελίτ. Ή, μάλλον, ότι χωρίς θεσμούς, πολιτικά εργαλεία και ανεξάρτητη δημοσιογραφική και κοινωνική κριτική οι κομήτες της μεταμοντέρνας πολιτικής μπορεί να προσκρούσουν στη γη και να τη διαλύσουν ακόμα περισσότερο. Πέφτοντας, συνήθως, πάνω στα κεφάλια των ψηφοφόρων τους.
Ο κ. Νικόλας Σεβαστάκης είναι καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ.