Στη διάρκεια του πολιτικού συνεδρίου του ιταλικού ακροδεξιού κόμματος «Αδέλφια της Ιταλίας» (FDI) την περασμένη εβδομάδα, η ηγέτις του Τζόρτζια Μελόνι περιέγραψε την πλατφόρμα του κόμματος ως επαναστατική. Υποσχέθηκε να «αλλάξει τα πάντα στην Ευρώπη» και να μετακινήσει την ευρωπαϊκή πρωτεύουσα στη Ρώμη.
Το κόμμα της προετοιμάζεται πυρετωδώς για τις ευρωεκλογές του Μαΐου, με τις δημοσκοπήσεις να δείχνουν ότι θα ξεπεράσει το 6%, ενώ πρώτο έρχεται το ακροδεξιό κόμμα της Λέγκας που ξεπερνά το 33%, δείχνοντας ότι η στροφή προς τον λαϊκισμό στην Ιταλία παγιώνεται και την ίδια ώρα δίνεται χώρος για ανάδειξη προσώπων που γεννούν ανησυχίες για το πολιτικό μέλλον της χώρας.
Στις αρχές του μήνα η Μελόνι ανακοίνωσε μέσω Facebook έναν εκ των υποψηφίων της λίστας της, τον Κάιο Τζούλιο Τσέζαρε Μουσολίνι, δισέγγονο του δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι. Αμφότεροι απέφυγαν τις ξεκάθαρες αναφορές στη φασιστική ιδεολογία, πλην όμως ο Κάιο Μουσολίνι υπαινίχθηκε επανειλημμένα ότι ο προπάππους του αποτελεί για εκείνον έμπνευση, ενώ σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Il Messaggero» ανέφερε ότι πάντα θα είναι υπερήφανος για το όνομα της οικογένειάς του και πως ελπίζει οι ψηφοφόροι να εκτιμήσουν το «brand Μουσολίνι».
Πρώην αξιωματικός του Ναυτικού, ο 50χρονος Κάιο Μουσολίνι είναι εγγονός του Βιτόριο, του δεύτερου από τα πέντε αναγνωρισμένα παιδιά του Μπενίτο Μουσολίνι, ο οποίος σύμφωνα με τις φήμες είχε αποκτήσει και άλλα εκτός γάμου. Ο Κάιο διατήρησε μια αμφιλεγόμενη σχέση με την ιστορία της οικογένειάς του.
Ενώ σε συνέντευξή του στην «Corriere della Sera» ισχυρίστηκε ότι δεν είναι φασίστας, στις 16 Απριλίου επρόκειτο να μετέχει σε εκδήλωση του κόμματός του για το φασιστικό δόγμα στην Πάδοβα αλλά η εκδήλωση ακυρώθηκε αφότου η τοπική εφημερίδα «Il Gazzettino» ανέφερε ότι ήταν «τιμητικός προσκεκλημένος».
Το σύνθημά του στις προεκλογικές του αφίσες είναι το τρίπτυχο: «Η ιστορία, το μέλλον, η Ιταλία» και η υποψηφιότητά του έρχεται σε μια εποχή που το όνομα Μουσολίνι δεν είναι πλέον δαιμονοποιημένο όπως πριν από μερικά χρόνια.
Προσφάτως ο Ματέο Σαλβίνι, υπουργός Εσωτερικών και εταίρος της κυβέρνησης Κόντε, επιχειρώντας προφανώς να συσπειρώσει το ακροδεξιό ακροατήριο με φόντο τις ευρωεκλογές ανακοίνωσε μια ακροδεξιά συμμαχία με άλλα «αδελφά» ευρωπαϊκά κόμματα, ενώ δήλωσε ότι θα συμμετάσχει στους εορτασμούς της Ημέρας της Απελευθέρωσης για να τιμήσει την πτώση του καθεστώτος του Μπενίτο Μουσολίνι.
«Καθώς η Λέγκα έχει μετακινηθεί ακόμη πιο δεξιά το FDI φοβάται ότι ο Σαλβίνι θα το αποδυναμώσει» υποστηρίζει ο Ματέο Καβαλάρο, πολιτικός αναλυτής στο Πανεπιστήμιο Paris 13, στην ανταποκρίτρια της «Washington Post» στη Ρώμη Aννα Μομιλιάνο: «Ετσι, επιλέγοντας έναν τύπο που ονομάζεται Μουσολίνι, είναι ένας τρόπος να στρέψει την προσοχή της σκληροπυρηνικής του βάσης, η οποία αποτελείται κυρίως από νοσταλγούς του φασισμού».
Ομοίως, καθώς η δημοτικότητα της Forza Italia του Σίβλιο Μπερλουσκόνι βρίσκεται μόλις στο 10%, το συντηρητικό και πάλαι ποτέ κραταιό κόμμα που έχει σε μεγάλο βαθμό «απορροφηθεί» από τη Λέγκα, σκέφτεται να συμπεριλάβει και πάλι στις λίστες του την Αλεσάντρα Μουσολίνι, εγγονή του Ντούτσε και εν ενεργεία ευρωβουλευτή, γνωστή για τις ακροδεξιές της πεποιθήσεις και τα αντιμεταναστευτικά της αισθήματα.
Τον Μάρτιο ο πρόεδρος της Ευρωβουλής και ένα από τα μετριοπαθή πρόσωπα της Forza Italia Αντόνιο Ταγιάνι είπε σε συνέντευξή του στο Radio 24 ότι ο Μουσολίνι «προτού κηρύξει πόλεμο εναντίον όλου του κόσμου μιμούμενος τον Χίτλερ και προτού θεσπίσει τους ρατσιστικούς νόμους, έκανε μερικά θετικά πράγματα, έφτιαξε υποδομές στη χώρα μας, έφτιαξε δρόμους, γέφυρες, κτίρια…».
Οπως ήταν φυσικό ο Ταγιάνι προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις, με αποτέλεσμα να ανακαλέσει και να ζητήσει συγγνώμη για τα όσα ανέφερε.