Καμπανάκια κινδύνου χτυπά ο ΙΟΒΕ μέσα από την τριμηνιαία έκθεσή του, την πρώτη για το 2019, για την ελληνική οικονομία η οποία σημειώνει ότι βρίσκεται σε ευάλωτη ισορροπία, εστιάζοντας στη ασθενή αναπτυξιακή δυναμική, στην υψηλή ανεργία, στο χαμηλό επίπεδο επενδύσεων.
Προβλέποντας για φέτος ανάπτυξη στην περιοχή του 2% ίσως και χαμηλότερα, οι αναλυτές τονίζουν την ανάγκη οι ρυθμοί πραγματικής μεγέθυνσης της οικονομίας να κινηθούν κατά την επόμενη πενταετία σε υψηλό επίπεδο που να υπερβαίνει συστηματικά το 2%, έτσι ώστε να διευκολύνεται η διαχείριση των ιδιωτικών και δημόσιων χρεών και να δρομολογείται σύγκλιση με άλλες οικονομίες της ευρωζώνης.
Προειδοποιεί δε ότι αν η ελληνική οικονομία δεν απελευθερώσει και κινητοποιήσει ισχυρές παραγωγικές δυνάμεις μέσα από κατάλληλες διαρθρωτικές τομές θα υπάρξει γρήγορα επιστροφή στην ύφεση.
O IOBE εκτιμά περαιτέρω κάμψη της ανεργίας σε σχέση με ένα χρόνο πριν στο τελευταίο τρίμηνο του 2018, σε 18,7%, επίπεδο που είναι το χαμηλότερο σε αυτό το χρονικό διάστημα του έτους από το 2011. Κατά μέσο όρο πέρυσι το ποσοστό ανεργίας διαμορφώθηκε σε 19,3%, 2,2 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα από ότι πρόπερσι.
Η εξασθένιση της ανεργίας πέρυσι κατά 112 χιλ. άτομα, προήλθε κυρίως από την αύξηση της απασχόλησης κατά 2% ή 75,4 χιλ. (67,3% της μείωσης του αριθμού των ανέργων) και δευτερευόντως από τον περιορισμό του εργατικού δυναμικού (-36,7 χιλ.).
Οι περισσότερες από το 2017 θέσεις εργασίας δημιουργήθηκαν κυρίως σε κλάδους οι οποίοι στο παρελθόν δεν είχαν εμφανίσει έντονα ανοδική τάση στην απασχόλησή τους: στον Πρωτογενή τομέα, στην Υγεία και τον Τουρισμό. Το 2019 αναμένεται αύξηση της απασχόλησης στον Κατασκευαστικό τομέα, από επενδύσεις σε ιδιωτικοποιήσεις – παραχωρήσεις, αλλά και ανακαίνιση ή κατασκευή κατοικιών, περισσότερες θέσεις εργασίας στο Χονδρικό – λιανικό εμπόριο, λόγω της μεγαλύτερης ανόδου της ιδιωτικής κατανάλωσης, καθώς και στο δημόσιο τομέα, μέσω προγραμμάτων προσωρινής απασχόλησης. Αντίθετα, αναμένεται υποχώρηση της τόνωσης της απασχόλησης από τον τουρισμό.
«Με την έξοδο από το μνημόνιο δεν τερματίστηκε η κρίση»
Η έξοδος της χώρας από το μνημόνιο δεν σηματοδότησε τον τερματισμό της κρίσης ούτε βέβαια την επιστροφή μας στην κανονικότητα όπως την γνωρίζαμε στην περίοδο πριν την κρίση, επισήμανε ο πρόεδρος του ΙΟΒΕ, Τάκης Αθανασόπουλος, στην τοποθέτησή του κατά την παρουσίαση της τριμηνιαίας έκθεσης του ΙΟΒΕ για την ελληνική οικονομία.
«Ο χρονισμός της εξόδου βρήκε τη χώρα μας βαθύτατα τραυματισμένη και αποπροσανατολισμένη από τη μεγάλη καταστροφή αξίας, με τη μείωση του εθνικού εισοδήματος κατά 25%, με την φυγή μισού εκατομμυρίου από τους πλέον ενεργούς Έλληνες πολίτες, επιφέροντας σοβαρότατο πλήγμα και στο δημογραφικό της ισοζύγιο.
» Επιπλέον, η έναρξη μιας μακράς προεκλογικής περιόδου θα επιφέρει σοβαρά εμπόδια ανάκαμψης της οικονομίας, χαλαρώνοντας περαιτέρω τη συνοχή της κοινωνίας και εντείνοντας την αδυναμία μας να κάνουμε διάλογο που οδηγεί σε συναίνεση», πρόσθεσε.
Ανέφερε επίσης ότι «η επιλογή από όλα τα πολιτικά κόμματα να εντάξουν ως κεντρικό θέμα στο προεκλογικό τους πρόγραμμα τις 17 προτεραιότητες των Ηνωμένων Εθνών για βιώσιμη ανάπτυξη, καθώς και τις προσπάθειες που πρέπει να αναληφθούν για την υλοποίησή τους τη δεκαετία 2021-2030, θα συνέβαλε στην συλλογική και συνεκτική συμμετοχή μας ως χώρα στην αντιμετώπιση των μεγάλων προκλήσεων της ανθρωπότητας και θα αποτελούσε για την κοινωνία και την πολιτισμική μας ταυτότητα μεγάλη ευκαιρία ουσιαστικού διαλόγου, επαναπροσδιορισμού και ανασύνταξης».
«Η κατανόηση των στόχων της παγκόσμιας κοινότητας και η συμμετοχή όλων των Ελλήνων στην προσπάθεια υλοποίησής τους, θα συμβάλλει στην ενεργή συμμετοχή μας στη νέα παγκόσμια κανονικότητα που διαμορφώνεται, εκτίμησε ο κ. Αθανασόπουλος
Όπως ανέφερε επίσης κατά την παρουσίαση της Έκθεσης, ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ καθηγητής Νίκος Βέττας:
- ο ρυθμός πραγματικής μεγέθυνσης για το τρέχον έτος αναμένεται στην περιοχή του 2%, παρόμοιος με του προηγούμενου έτους,
- οι εξαγωγές καταγράφουν ισχυρή δυναμική η οποία εξαρτάται από τη διεθνή συγκυρία που εξακολουθεί να είναι ευνοϊκή, αλλά εκφράζει και τη στροφή κλάδων και επιχειρήσεων προς τις εξαγωγές, που συντελέστηκε σταδιακά κατά την τελευταία δεκαετία
- αν και με καθυστέρηση και αργούς ρυθμούς, γίνονται βήματα για την ανάκτηση της πρόσβασης της χώρας στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου και τη σταδιακή εξομάλυνση της χρηματοδότησής της, εξέλιξη που θα διευκολύνει και τη μεσοπρόθεσμη πορεία του τραπεζικού συστήματος.
«Σημαντικοί λόγοι για προβληματισμό και εγρήγορση»
Ο κ. Βέττας εκτίμησε ότι υπάρχουν σημαντικοί λόγοι για προβληματισμό και εγρήγορση, κυρίως λόγω του ιδιαίτερα χαμηλού επιπέδου επενδύσεων.
«Η ενίσχυση των επενδύσεων είναι σύμφυτη με την περαιτέρω στροφή της παραγωγικού υποδείγματος της χώρας προς εξαγωγές και καινοτομία» επισήμανε.
Προβληματισμό, πρόσθεσε, προκαλεί και το επίπεδο και η δυναμική της ανεργίας για την οποία υπάρχει κίνδυνος σταθεροποίησης σε υπερβολικά υψηλά επίπεδα μεσοπρόθεσμα.
«Στην ελληνική οικονομία υπάρχουν διαχρονικά ιδιαίτερα χαμηλά συμμετοχής στο δυναμικό εργασίας που αν δεν ανέλθουν σταδιακά, θα υπονομεύουν τους ρυθμούς μεγέθυνσης» εξήγησε.
«Η ελληνική οικονομία εξέρχεται από τη σχεδόν δεκαετή ύφεση, μέσα από την ολοκλήρωση τριών προγραμμάτων και έχοντας διορθώσει σε μεγάλο βαθμό τις ανισορροπίες στα δίδυμα ελλείμματα, το δημοσιονομικό και του ισοζυγίου πληρωμών. Όμως βρίσκεται σε μια ευάλωτη ισορροπία και με ασθενή αναπτυξιακή δυναμική, γιατί η προσαρμογή έγινε κυρίως μέσω της ύφεσης», ανέφερε ο κ. Βέττας.
Επίσης ανέφερε ότι «υπάρχει ευρύ σύνολο επιπλοκών που σχετίζονται με την άρνηση ή την αδυναμία να προχωρήσει ο δομικός μετασχηματισμός της οικονομίας. Αυτός είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τα επόμενα χρόνια, που προφανώς σχετίζεται και με τη διαδικασία διαμόρφωσης και εφαρμογής της οικονομικής πολιτικής.»
» Αν η ελληνική οικονομία δεν απελευθερώσει και κινητοποιήσει ισχυρές παραγωγικές δυνάμεις μέσα από κατάλληλες διαρθρωτικές τομές θα υπάρξει γρήγορα επιστροφή στην ύφεση, η οποία με τη σειρά της θα υπονομεύσει και την εξυπηρέτηση του χρέους στα επόμενα χρόνια.»
Αποτελεί επείγουσα ανάγκη να μην χαθεί σχετικός χρόνος και ευκαιρίες προεκλογικά και να δρομολογηθεί η εφαρμογή ενός αποτελεσματικού σχεδίου τομών, με αναπτυξιακό πρόσημο, μετεκλογικά, πρόσθεσε ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ.
Στο σύστημα συντάξεων, υπάρχουν συνολικά στρεβλά και ασθενή κίνητρα για την εργασία επιβαρύνοντας την υπέρμετρα με εισφορές που δεν έχουν ανταποδοτικότητα και δεν δημιουργεί αποθεματικά προς επένδυση, επισήμανε ο κ. Βέττας.
«Είναι αναγκαίο να υπάρξουν τομές άμεσα με ουσιαστική ενίσχυση των κεφαλαιοποιητικών πυλώνων του» πρόσθεσε.
Στο φορολογικό, μια μεταρρυθμιστική τομή πρέπει να συνδυάζει ένα απλούστερο σύστημα φορολογίας εισοδήματος, με ευρύτερη βάση και χαμηλότερους συντελεστές, σε συνδυασμό με εξορθολογισμό των υπερβολικών επιβαρύνσεων στην ακίνητη περιουσία, σημείωσε ο κ. Βέττας.
«Η δυνατότητα μεγάλης αύξησης τον εσόδων ΦΠΑ και φόρου εισοδήματος μέσω στοχευμένων κινήτρων για ενίσχυση των ηλεκτρονικών πληρωμών πρέπει να αποτελέσει κρίσιμο συστατικό του μείγματος της φορολογικής πολιτικής» τόνισε ο κ. Βέττας.
Στο εκπαιδευτικό σύστημα, οι δημογραφικές εξελίξεις στη χώρα, όπως και οι τεχνολογικές εξελίξεις διεθνώς, καθιστούν τη μεταρρύθμιση του συστήματος απόλυτη προτεραιότητα και την καλύτερη διασύνδεσή του με την οικονομία, ανέφερε ο Νίκος Βέττας
Αναγκαία η επιτάχυνση της ανάπτυξης
Είναι κρίσιμης σημασίας οι ρυθμοί πραγματικής μεγέθυνσης της οικονομίας να κινηθούν κατά την επόμενη πενταετία σε υψηλό επίπεδο που να υπερβαίνει συστηματικά το 2%, έτσι ώστε να διευκολύνεται η διαχείριση των ιδιωτικών και δημόσιων χρεών και να δρομολογείται σύγκλιση με άλλες οικονομίες της ευρωζώνης, πρόσθεσε ο κ.Βέττας.
Εξίσου σημαντικό όμως, εξήγησε, είναι να τεθούν οι βάσεις για αύξηση των ρυθμών μεγέθυνσης μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα πάνω από το προβλεπόμενο επίπεδο της περιοχής του 1%, εξέλιξη που προϋποθέτει αύξηση της παραγωγικότητας και των επενδύσεων στην οικονομία.
«Μετά την σχεδόν δεκαετή κρίση, σημαντικό τμήμα των νοικοκυριών δεν έχει πρόσβαση σε θέσεις εργασίας υψηλής αξίας αλλά ούτε και σε υπηρεσίας υγείας και εκπαίδευσης υψηλής ποιότητας με αποτέλεσμα ο κίνδυνος παγίδευσής τους σε χαμηλή ευημερία να είναι μεγάλος», προειδοποίησε ο κ. Βέττας.
«Οι αποφάσεις που θα ληφθούν τους επόμενους μήνες, καθώς θα διαμορφώνεται πιο καθαρά το πώς θα κινηθεί η ελληνική οικονομία εκτός των προγραμμάτων, θα έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα και για τη διαμόρφωση της πορείας της μεσοπρόθεσμα» κατέληξε ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ.