Η προεκλογική περίοδος των αυτοδιοικητικών εκλογών έχει ξεκινήσει κάπως υποτονικά και πάντως, στην Αθήνα, πολιτισμένα. Την πρώτη Κυριακή, 26 (;) Μαΐου, θα εκλεγεί με απλή αναλογική το δημοτικό συμβούλιο και την επόμενη Κυριακή θα κριθεί ποιος θα είναι ο δήμαρχος μεταξύ των επικεφαλής των δύο πρώτων συνδυασμών.

Ο κ. Μπακογιάννης, με την υποστήριξη της Νέα Δημοκρατίας (και ολίγην από Ποτάμι), φαίνεται να προηγείται και πρακτικώς είναι βέβαιο ότι θα βρίσκεται προηγούμενος στον δεύτερο γύρο. Ο, επίσης προερχόμενος από τη ΝΔ, κ. Βουλγαράκης, προσπαθώντας να σηματοδοτήσει την επανεμφάνισή του στην πολιτική – και αφού, σύμφωνα με πληροφορίες, δεν έγινε δεκτός στα ψηφοδέλτια της ΝΔ για τις εθνικές ή τις ευρωβουλευτικές εκλογές -, δεν φαίνεται ικανός να αποσπάσει υπολογίσιμο ποσοστό των δεξιών ψήφων, περιοριζόμενος μόνο στην ψήφο του στενού του περιβάλλοντος.

Ο κ. Γερουλάνος, υποψήφιος του κεντροαριστερού χώρου, διεκδικεί με αξιώσεις την είσοδό του στον δεύτερο γύρο, κερδίζοντας συνεχώς συμπάθειες και ψήφους από την αέναη προσπάθειά του για προσωπική επαφή με τους Αθηναίους και ξεδιπλώνοντας βαθμιαία τις ιδέες, απόψεις και προτάσεις του καθώς και ένα ψηφοδέλτιο με εχέγγυα αποτελεσματικότητας.

Ο κ. Ηλιόπουλος, που κατέληξε υποψήφιος του ΣΥΡΙΖΑ μετά από άκαρπες αναζητήσεις άλλων υποψηφιοτήτων, είναι χαμηλών τόνων αλλά και περιορισμένης εμβέλειας. Κάποιες άστοχες πρώιμες δηλώσεις του και κάποιες «ρηξικέλευθες» προτάσεις του μάλλον προκάλεσαν μειδιάματα παρά προσέθεσαν δυναμική στη χαμηλής πτήσης υποψηφιότητά του. Η προσπάθειά του αναπόφευκτα θα περιοριστεί στο να καταφέρει να πετύχει διψήφιο ποσοστό.

Ο κ. Σοφιανός είναι ένας ευγενής υποψήφιος απολύτως προβλέψιμος ως προς τις απόψεις του και του κόμματός του (ΚΚΕ), καθώς και ως προς τις δυνατότητες προσέλκυσης ψηφοφόρων. Θα περιοριστεί και πάλι στις ψήφους αυτών που νοσταλγούν (από διηγήσεις προγόνων) τις αρχές του 20ού αιώνα.

Υπάρχουν και ορισμένοι άλλοι (και άλλη) υποψήφιοι, εκφράσεις ουσιαστικά μιας αποχής με αριστερίστικο πρόσημο και αμελητέα εμβέλεια.

Και βέβαια υπάρχει και ο Κασιδιάρης. Ο υπόδικος υποψήφιος της -κατηγορούμενης ως εγκληματικής οργάνωσης – Χρυσής Αυγής. Που καταφέρνει να συσπειρώσει την υπαρκτή – αλίμονο – φασίζουσα ψήφο αλλά και άλλους (ακρο)δεξιούς εμπνεόμενους από την ελληναράδικη, ρατσιστική παρουσία του. Αυτό το χρυσαυγίτικο ψηφοδέλτιο υπάρχει κίνδυνος να διεκδικήσει τη δεύτερη θέση.

Εδώ είναι που μπαίνει το καθήκον κάθε δημοκρατικού πολίτη. Ανεξάρτητα από επιμέρους προτιμήσεις, ιδιαίτερες πολιτικές απόψεις, κομματικές ή προσωπικές φιλίες, ακόμα και αντιπάθειες. Θα είναι τραγικό – αλλά και επαχθές ως θέαμα – η δεύτερη Κυριακή στις δημοτικές εκλογές της Αθήνας να είναι μεταξύ του κ. Μπακογιάννη και του Κασιδιάρη. Και θα δοθεί εκ των πραγμάτων βήμα στη Χρυσή Αυγή να προπαγανδίσει τις «απόψεις» της.

Αυτό είναι κάτι που αφορά όλους, έναν-έναν και μία-μία, τους δημοκρατικούς πολίτες. Γι’ αυτό, πιστεύω, είναι δημοκρατικό καθήκον καθενός και καθεμιάς που δεν είναι φανατικά ταγμένος/-η, στον πρώτο γύρο των δημοτικών εκλογών της Αθήνας να ρίξει στην κάλπη το ψηφοδέλτιο Γερουλάνου. Θα είναι, πέρα και πάνω από κομματικές σκοπιμότητες, μια αντιφασιστική ψήφος. Θα είναι μια, βασισμένη στον ρεαλισμό και όχι σε ουτοπίες και αυταπάτες, δημοκρατική ψήφος.

Ο κ. Σπύρος Καβουνίδης είναι δρ πολιτικός μηχανικός.