Δεν χρειαζόταν η επιβεβαίωση της έκθεσης του ΟΟΣΑ για να αντιληφθούμε ότι οι έλληνες συγκαταλέγονται μεταξύ των πρωταθλητών της φορολόγησης. Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν χθες το 41% των μισθών μας καταλήγουν σε φόρους και εισφορές και το ποσοστό αυτό διαρκώς αυξάνεται. Αποτέλεσμα η Ελλάδα να βρίσκεται στην κορυφή των χωρών με υπερφορολόγηση.
Αυτή η αφαίμαξη μάλιστα σημειώνεται σε μια περίοδο που τα εισοδήματα και οι μισθοί διαρκώς μειώνονται. Συνέπεια να έχει σχεδόν εξαφανιστεί από το χάρτη η πάλαι ποτέ μεσαία τάξη. Η Ελλάδα μαζί με την Ουγγαρία, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ είναι οι δυο ευρωπαϊκές χώρες όπου το 70% των νοικοκυριών της μεσαίας τάξης δεν μπορεί να καλύψει απροσδόκητα έξοδα, με αποτέλεσμα να έχει σχεδόν εξομοιωθεί με το ασθενέστερο τμήμα της κοινωνίας.
Η υπερφορολόγηση αυτή αποτελεί συνειδητή κυβερνητική επιλογή, προκειμένου να συγκεντρώνονται υπερπλεονάσματα και να μπορεί στη συνέχεια ο κ.Τσίπρας να μοιράζει μερικά γλίσχρα επιδόματα για να παριστάνει το γενναιόδωρο και τον προστάτη των φτωχών.
Οι Ελληνες βρίσκονται αντιμέτωποι με μια πολιτική που αντί να επενδύει στην ανάπτυξη, την παραγωγική ανασυγκρότηση και τη δημιουργία θέσεων εργασίας, επιλέγει την εύκολη – και ταυτισμένη με τις ιδεοληψίες της αριστεράς- τακτική της φορολογικής αφαίμαξης των πολιτών. Μόνο που αυτή η πολιτική οδηγεί σε αδιέξοδο την πλειοψηφία των νοικοκυριών, που αδυνατούν να καλύψουν τις υποχρεώσεις τους.
Και βέβαια επιλέγουν να αντιμετωπίσουν πρώτα, όσο μπορούν, τις ανάγκες επιβίωσης τους και μετά, αν περισσέψουν να πληρώσουν φόρους και εισφορές. Για αυτό βλέπουμε διαρκώς να αυξάνονται όσοι έχουν χρέη σε εφορία και ταμεία, για να ακολουθεί μετά ο φαύλος κύκλος των υποσχέσεων για νέες ρυθμίσεις, που στο τέλος κι αυτές αναπαράγουν το ίδιο αδιέξοδο.
Για να μη μιλήσουμε για την ανταποδοτικότητα των υπηρεσιών του κράτους, απέναντι σε αυτή τη φορολαίλαπα. Με προφανή συνέπεια οι πολίτες να καταφεύγουν στη φοροδιαφυγή και να απαξιώνουν διαρκώς το πολιτικό σύστημα .
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο,ότι η χώρα χρειάζεται ένα άλλο μείγμα πολιτικής.Που θα σέβεται τις υποχρεώσεις και τους καταναγκασμούς της δημοσιονομικής πολιτικής, αλλά δεν θα δίνει αυτό το υπέρμετρο βάρος στη φορολογία, αλλά στην ανάπτυξη της οικονομίας.
ΤΟ ΒΗΜΑ